Οι Έλληνες είμαστε ενθουσιώδεις γι’ αυτό και πανηγυρίζουμε εύκολα.
Τους τελευταίους μήνες είχαμε πολλές αφορμές για πανηγυρισμούς.
Το καλοκαίρι πανηγυρίσαμε μέχρι πρωίας ένα υπερήφανο ΟΧΙ σε δημοψήφισμα για την αποδοχή ή όχι ενός μνημονιακού προγράμματος, αλλά την επόμενη μέρα αποδεχθήκαμε ένα ΝΑΙ σε ένα χειρότερο πρόγραμμα.
Τον Σεπτέμβριο πανηγυρίσαμε την επανεκλογή μιας αριστερής κυβέρνησης η οποία θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ, θα αύξανε τις συντάξεις, θα αύξανε τους μισθούς, θα μείωνε τη φορολογία και θα εφάρμοζε ένα «παράλληλο» πρόγραμμα.
Όλα αυτά θα γίνονταν με ουσιαστικά κλειστές τράπεζες, αλλά αυτό είναι μια λεπτομέρεια που δεν αφορά μια αριστερή κυβέρνηση, τουλάχιστον προ των εκλογών.
Μετά τους πανηγυρισμούς της νίκης των αριστερών και «προοδευτικών» δυνάμεων διαπιστώσαμε ότι οι τράπεζες παραμένουν κλειστές, ο Ολαντρέου έγινε ο φίλος Francois, η Μέρκελ δεν είναι ναζίστρια και βεβαίως ότι ο ΦΠΑ στην εστίαση και τον τουρισμό ήταν υπερβολικά χαμηλός, το ίδιο και η φορολογία των αγροτών όπως και ο ΦΠΑ στα είδη καθημερινής ανάγκης. Εν τω μεταξύ διαπιστώσαμε ότι οι συντάξεις ήταν υπερβολικά γενναιόδωρες, οι επικουρικές προφανώς αχρείαστες και το ΕΚΑΣ περιττό. Ταυτόχρονα πανηγυρίζαμε διότι μετά από την υπερήφανη διαπραγμάτευση καταφέραμε να καταργήσουμε την έκπτωση του ΦΠΑ σε μερικά μόνο νησιά άμεσα, ενώ οι κάτοικοι των υπολοίπων θα περιμένουν ένα χρόνο να εκδηλώσουν τον ενθουσιασμό τους και να συμβάλλουν στην εφαρμογή της νέας ταξικής οικονομικής πολιτικής.
Την ίδια εποχή ενθουσιαζόμασταν και πανηγυρίζαμε για μια σειρά από επιτυχίες όπως η καθυστερημένη πληρωμή των οικογενειακών και προνοιακών επιδομάτων, η μείωση κατά 50{ebf2de1fdbfefdec110a02f4c927aa7ce558be84e5a322e6c41137cb467b3c6d} του επιδόματος θέρμανσης, η αύξηση εισφορών για την υγεία, η αύξηση των τελών κυκλοφορίας, η ουσιαστική κατάργηση της προστασίας από πλειστηριασμούς και βεβαίως η εξαγγελία της εγγυημένης εθνικής σύνταξης των 380 ευρώ.
Για ένα πράγμα όμως δεν πανηγυρίσαμε όσο έπρεπε. Πρόκειται για το πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Όμως γι’ αυτό φταίει ο ανιστόρητος Υπουργός Παιδείας ο οποίος εν μέσω αναζήτησης των υπερήφανων ισοδυνάμων για την επιβολή ΦΠΑ σε φροντιστήρια και σχολεία, προχώρησε σε άστοχες δηλώσεις για την γενοκτονία των Ποντίων και έτσι έστρεψε πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας αντί οι προβολείς να φωτίζουν τον νέο περήφανο λογαριασμό των 15 δισ. ευρώ.
Εδώ είναι η αδικία. Ενώ είχαμε κάθε λόγο να πανηγυρίζουμε ότι ο λογαριασμός για τις τράπεζες είναι μόνο 15 δισ. ευρώ, τα ΜΜΕ ασχολούνται με τις δηλώσεις του κ. Φίλη.
Στην πραγματικότητα θα έπρεπε να πανηγυρίζουμε διότι ο Ελληνικός λαός έχασε τα λεφτά του που το κράτος είχε διαθέσει για την προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση. Αλλά γιατί να μην είμαστε ενθουσιασμένοι. Οι Έλληνες θα κληθούν για φέτος να συνεισφέρουν για την προστασία των τραπεζών και των καταθέσεών τους μόνο με 10,6 δισ. ευρώ μέσω της αύξησης του δημοσίου χρέους που θα πληρώσουν δια της φορολογίας.
Στο κάτω κάτω θα κληθούν και οι «τραπεζίτες» δηλαδή οι μέτοχοι των τραπεζών να συνεισφέρουν από την μεριά τους και αυτοί άλλα 4,5 δισ. ευρώ.
Μια λεπτομέρεια είναι ότι ο λογαριασμός αυτός δεν χρειαζόταν να πληρωθεί αν δεν είχε μεσολαβήσει η υπεράνθρωπη δεκαεπτάωρη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με την τρόικα που αποκαλούσαμε θεσμούς και τώρα υποδεχόμαστε σαν κουαρτέτο.
Μια άλλη λεπτομέρεια είναι ότι αυτά τα χρήματα είναι καμένα.
Δεν διοχετεύονται στην πραγματική οικονομία και παραμένουν ουσιαστικά δεσμευμένα σαν εγγύηση των καταθέσεών μας και ούτε συνεπάγονται την κατάργηση των capital controls.
Αυτά θα καταργηθούν όταν μέσα στον ενθουσιασμό που μας διακατέχει θα αποκτήσουμε εμείς οι ίδιοι εμπιστοσύνη στις τράπεζές μας, όταν μετά από υπερήφανη διαπραγμάτευση θα συμφωνήσουμε με τα «διαβολικά» funds την μεταβίβαση κόκκινων δανείων αξίας δεκάδων δισ. ευρώ και όταν ο πέλεκυς του πλειστηριασμού θα είναι επισήμως πάνω από το κεφάλι κάθε Έλληνα δανειολήπτη.
Ας συνεχίσουμε λοιπόν να πανηγυρίζουμε την επιλογή της υπερήφανης διαπραγμάτευσης.