Κάθε χώρα που σέβεται τον εαυτό της, θεωρεί ότι η μοναδική λύση για να ξεφύγει από την όποια μορφή κρίσης είναι ο σεβασμός και η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της.
Σε μια χώρα που κατεξοχήν περιβάλλεται από θάλασσα το βασικό της πλεονέκτημα είναι οι θαλάσσιοι πόροι. Αυτοί πηγάζουν από ποικίλες μορφές αξιοποίησης, με κυρίαρχο αυτόν της αλιείας. Αυτή αποτέλεσε και αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι δυνατοτήτων ανάπτυξης εξαιτίας της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος και της ανάδειξης εξ’ αυτού ενός εξαιρετικού εφοδίου για το γαστρονομικό τουρισμό και όχι μόνο.
Κανείς δε θα αμφισβητούσε ότι μεγάλο μέρος της επισκεψιμότητας των νησιών οφείλεται εν πολλοίς στους γευστικούς θησαυρούς της θάλασσας μας. Είναι εύλογο ότι η όποια μορφή μετάλλαξης με σκοπό την ποσοτικοποίηση της παραγωγής θα είχε επιπτώσεις στην ποιότητα και κατ’ επέκταση στην οικονομία. Είναι λοιπόν τελείως, πέρα από τα λογικά όρια η απαγόρευση της αλιείας, η μετατόπιση της σε κλάδους μεταποίησης ή ακόμα και η κατάργησή της, ιδίως σε μία χώρα που είναι προορισμένη γι αυτό.
ΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΨΑΡΟΚΑΪΚΑ
Ας έλθω όμως στα μέσα παραγωγής αυτού του προϊόντος.
Στην Ελλάδα, μεγάλο μέρος της ψαριάς προέκυπτε από τα ψαροκάικα, που εκτός από τη γραφικότητα ύπαρξής τους είναι φτιαγμένα από καθαρά οικολογικό υλικό, απόλυτα ανακυκλώσιμο και κυρίως από ανθρώπινα χέρια που δημιούργησαν ιστορία και πολιτισμό στους παραδοσιακούς ταρσανάδες, τα ναυπηγεία και τα νεώρια.
Στη χώρα του Οδυσσέα, είναι τουλάχιστον ανάρμοστο να καλούνται να παίξουν αυτό το ρόλο των μέσων παραγωγής πολυεθνικές εταιρείες που μεταμφιεσμένες με το μανδύα της Ευρωπαϊκής ένωσης καλούνται να μετατρέψουν τον παραδοσιακό ψαρά σε έναν υπάλληλο ιχθυοτροφείου ευρωπαϊκών συμφερόντων και ανθελληνικής πολιτικής.
Στο βωμό μιας πειστικής επιχειρηματολογίας, έχουν μπει στο παιχνίδι και οικολόγοι που προσπαθούν να αποδείξουν ότι η φθορά του βυθού οφείλεται στα ψαροκάικα. Δεν είδα το ίδιο ενδιαφέρον, όταν πλοία ιταλικής προέλευσης με δυναμίτες κατέστρεφαν ολόκληρες εκτάσεις του βυθού, ούτε όταν η καθιέρωση των ιχθυοτροφείων επέδρασε με τις αντιβιώσεις για τα ψάρια και την μεταλλαγμένη τροφή στο θαλάσσιο οικοσύστημα.
Θα μου πείτε ότι πληθαίνουν οι θέσεις εργασίας. Έτσι τουλάχιστον υπόσχονται στο φτωχό πλην αμόρφωτο ψαρά, ώστε δε διστάζουν να ανταλλάξουν την καταστροφή του ψαροκάικου του με ένα χρηματικό αντίτιμο για την επιβίωση του και τη μεταλλαγή σε φθηνή εργατική δύναμη, με πιθανότητα μίας αβέβαιης θέσης σε ένα μεταλιευτικό σύστημα.
Το άκρον άωτον του παραλογισμού, στην καλύτερη των περιπτώσεων ή του εγκλήματος στη χειρότερη, είναι η αποδόμηση με θεαματική καταστροφή των ξύλινων σκαφών-κατά την εκλαϊκευτική λογική «πονάει κεφάλι…κόβει κεφάλι» – και η επιβεβαίωση της καταστροφής μέσω της καταγραφής video…για να ληφθούν τα «αργύρια».
Τη στιγμή που χώρες όπως η γειτονική Τουρκία έχουν επιστρατεύσει όλο τον αλιευτικό στόλο για τη μεταφορά τουριστών στα παράλια της Μικράς Ασίας, τη στιγμή που θα μπορούσαν με αλλαγή χρήσης να χρησιμοποιηθούν σε θαλάσσιες συγκοινωνίες απομακρυσμένων νησιών, ή ακόμα να μετατραπούν στις παράκτιες πόλεις σε συγκοινωνιακά μέσα, τη στιγμή που το κράτος θυμάται την παρουσία τους μόνο όταν οι Τούρκοι κάνουν επίδειξη δυνάμεως.
Τη στιγμή που χώρες αξιοποιούν πλωτά ξύλινα σκάφη για τη μεταφορά μέσω ποταμών και τη διευκόλυνση των συγκοινωνιών. Τη στιγμή που ο μέσος Έλληνας ζητάει τεκμήρια της ταυτότητας του, την εξοβελίζει δεχόμενος να συμμετάσχει σε ένα άνευ προηγουμένου έγκλημα.
ΟΧΙ ΣΤΟ ΝΕΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΟΥ ΞΥΛΙΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ
Από την άλλη, τι κάνει το Υπουργείο Πολιτισμού; Τι θεωρείται μνημείο πολιτισμού; Μόνο οι πέτρες; Τα ξύλινα όμως τείχη, «πλοία» σώσανε τους Αθηναίους από τον Ξέρξη.
Τα αλιευτικά σκάφη που μετατρέπονταν εν ανάγκη σε επιβατηγά έφερναν στη Μέση Ανατολή πατριώτες. Τα περιβόητα ναυτικά νησιά Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά που υπήρξαν βασικοί φορείς της ελληνικής επανάστασης, όλως τυχαίως είχαν από τότε αλιευτικό στόλο; Τα ψαροκάικα δίνουν ζωή στα νησιά. Εκτός κι αν αποκηρύσσουμε εμμέσως πλην σαφώς την ελληνική τους ταυτότητα και την ιδιοκτησία μας απέναντι στα νησιά στο όνομα ενός παρερμηνευμένου εξευρωπαϊσμού και φροντίζουμε να συμμετάσχουμε σε ένα ολοκαύτωμα, χειρότερο από αυτό της Κάσου και των Ψαρών του 1824.
Σε ένα ολοκαύτωμα που θυμίζει αυτό των απαγορευμένων βιβλίων μπροστά στο Ράιχσταχ. Πολύ φοβούμαι ότι το « μέγα το της θαλάττης κράτος» του Θουκυδίδη τείνει να μετατραπεί σε «μέγα το της θαλάττης άλγος».
Αν δεν αφυπνιστούμε, κινδυνεύουμε να είμαστε μόνο οι υπηρέτες ενός οργανωμένου σχεδίου διάλυσης φυσικών και πνευματικών πόρων.
To παράδειγμα της Ινδίας με την αναγκαστική καλλιέργεια μεταλλαγμένων σπόρων και οι εξ’ αυτής παραγόμενες συνέπειες είναι μπροστά μας!