Του Κωνσταντίνου Σκαρβέλη συντ. Κλινικού Ψυχολόγου, πρώην Συντονιστή Έργου «Κλίμακα – Μονάδα Ψυχικής Υγείας Ν.Α. Κυκλάδων»
• Ποια είναι η ευθύνη των εκπαιδευτικών;
• Ποιες είναι οι ευθύνες της οικογένειας;
• Ποια είναι η ευθύνη της πολιτείας;
Ορισμός και μορφές Βίας
Ο πλέον συνηθισμένος ορισμός που δίνεται στη βία είναι: «άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής δύναμης, πίεσης, με σκοπό την επιβολή της θέλησης κάποιου» (Γ. Μπαμπινιώτης).
Η λέξη βία έχει την ιδιαιτερότητα να ορίζει ταυτόχρονα ένα τρόπο ύπαρξης, μια δράση καθώς και την αξία στην οποία προσιδιάζει.
Η βία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους:
H σωματική βία: πρόκειται για πράξεις που επιφέρουν βλάβη στη σωματική ακεραιότητα
Η λεκτική βία: πρόκειται για εκφράσεις που στοχεύουν στον εκφοβισμό, στην απειλή, στην υποβάθμιση της προσωπικότητας καθώς και ύβρεις.
Η ψυχολογική βία: ασκείται με στόχο την πνευματική, ηθική, νοητική ακεραιότητα αλλά και κακοποίηση.
Η σεξουαλική βία: αφορά ενέργειες χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου
Η υλική βία: πρόκειται για ενέργειες που αποσκοπούν στην καταστροφή ή και στην ιδιοποίηση αντικειμένων υλικής αλλά και συναισθηματικής αξίας.
Η οικονομική και κοινωνική βία: αφορά δραστηριότητες που αποσκοπούν στην οικονομική χειραγώγηση και σε κάθε μορφής διάκρισης (ρατσισμός…).
Η ελληνική νομοθεσία προβλέπει ποινές για όλες τις παραπάνω αναφερόμενες εκδηλώσεις βίας.
Παραδόξως, η πρώτη έννοια της λέξης βία αντιστοιχεί στη ζωή, στο ζωτικό. Δεν περιείχε, καθόλου, την ιδέα της επιθετικότητας, του μίσους, του θυμού, του θανάτου ή της καταστροφής.
Για τους ψυχαναλυτές, η βία είναι κάτι το φυσικό, το πρωτόγονο και υπάρχει από την αρχή της ζωής, συνυπάρχει με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, της επιβίωσης.
Η βία, με την παραπάνω έννοια, δεν περιέχει επιθετική διάθεση προς κάποιον.
Η απόκτηση, κατά την περίοδο των 5-7 ετών, των βασικών αρχών που αφορούν την «απαγόρευση», το «μη», το «πρέπει» θα βοηθήσουν το παιδί (το μέλλοντα ενήλικα) να ελέγξει την πρωτόγονη βία του και να την μετουσιώσει σε δημιουργική δράση, σε ικανότητες που θα αναγνωρίζονται κοινωνικά.
Κανόνας, παρέκκλιση, παραβατικότητα, περιθωριοποίηση
Η βία είναι ένα αιώνιο φαινόμενο που γίνεται αντικείμενο ερμηνειών με δεδομένα που αλλάζουν από κοινωνία σε κοινωνία και από εποχή σε εποχή, μ’ αποτέλεσμα τα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν να μην είναι, αυτά, αιώνια, αλλά να συνάδουν με τη διαφοροποίηση των αξιών, την εξέλιξη των ηθών και εθίμων, την επικρατούσα νομοθεσία κ.λ.π.
Όταν αναφερόμαστε στη βία, είναι, πλέον, απαραίτητο να το κάνουμε έχοντας υπόψη την έννοια της παρέκκλισης.
Η ψυχολογική έννοια της παρέκκλισης παραπέμπει σε συμπεριφορά που ξεφεύγει από τον κανόνα που αποδέχεται η κοινωνία.
Με αυτό το σκεπτικό, οφείλουμε να λάβουμε, πλέον, υπόψη μας δύο στοιχεία:
• Την ύπαρξη ενός κανόνα
• Τη συμπεριφορά που παραβαίνει αυτόν τον κανόνα.
Ολόκληρη η κοινωνική μας ζωή (οικογένεια, σχολείο, εργασία, σχέσεις…) είναι οργανωμένη από κανόνες. Κάθε κοινωνία παράγει κανόνες, επιζητεί να τις μεταδώσει, αναζητά να τους διαφυλάξει και επιτυγχάνει μία ελάχιστη συναίνεση για την τήρησή τους.
Σαν αναγκαία διαδικασία, ο κανόνας είναι αιώνιος γιατί περιέχεται στον πολιτισμό μας. Το περιεχόμενό του, όμως, είναι σχετικό γιατί εξαρτάται από το πολιτιστικό περιβάλλον, από τα κοινωνικά φαινόμενα που τον προσδιορίζουν και τον επιβάλλουν.
Οι κανόνες, λοιπόν, είναι διαφορετικοί και διαφοροποιούνται. Υποβάλλονται σε αναθεωρήσεις. Ανταποκρίνονται σ’ ένα σύνολο χαρακτηριστικών που καθοδηγούν τις συμπεριφορές των ατόμων με στόχο να τις καταστήσουν σύννομες.
Η έννοια του κανόνα είναι συνυφασμένη με την έννοια της παρέκκλισης (=παραβίαση του κανόνα), που θεωρείται σαν στοιχείο που απειλεί την οργάνωση και την κοινωνική τάξη.
Μπορούμε να διακρίνουμε δύο τύπους παρέκκλισης:
Ο πρώτος αφορά τους κανόνες ζωής, το κατεστημένο και πρόκειται για μια μη συμμόρφωση. Το άτομο περιθωριοποιείται χωρίς να εκδηλώνει βία ή παραβατική συμπεριφορά (με την έννοια του νόμου).
Ο δεύτερος αφορά τους κανόνες που ρυθμίζουν την κοινωνική ζωή και πρόκειται για παραβίαση. Το άτομο παραβιάζει τους κοινωνικούς κανόνες βάζοντας τον εαυτό του «εκτός νόμου».
Σημείωση
Η παραβίαση κοινωνικών κανόνων δεν αποτελεί, αναγκαία, παρέκκλιση από το νόμο. Υπάρχουν παραβιάσεις κοινωνικών κανόνων που έχουν επιτρέψει (και συνεχίζουν να επιτρέπουν) την εξέλιξη της κοινωνίας, μέσα από την αναθεώρηση αρχών και αξιών.
Η σχολική βία
Κανείς δε φαντάζονταν ότι «αυτό» θα έρχονταν και σ’ εμάς, ότι η βία θα έμπαινε στα σχολεία μας. «Αυτά» συμβαίνουν, μόνον, στους άλλους. «Αυτά» είναι αμερικάνικα φαινόμενα! Τέτοιες συμπεριφορές δε μπορούσαμε να τις φανταστούμε, καν, στη δική μας κοινωνία!
Η βία στα ελληνικά σχολεία είναι μια πραγματικότητα. Είναι, ίσως, η ποιο ανυπόφορη γιατί είναι η πιο ακατανόητη.
Γι’ αυτό, ίσως, αξίζει τον κόπο να ασχοληθούμε ιδιαίτερα.
Η εφημερίδα «Καθημερινή» έγραφε, χαρακτηριστικά: «μάρτυρες βίας το 37% των μαθητών δημοτικού»!
Το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), μετά από έρευνα, καταδεικνύει ότι «οι εκρήξεις βίας στην ελληνική σχολική ζωή είναι περισσότερο συχνές και έντονες απ’ όσο θα ευχόμασταν ή ενδεχομένως απ’ όσο πιστεύαμε μέχρι σήμερα».
Διαπιστώνεται, από την παραπάνω έρευνα, ότι οι μαθητές του δημοτικού έχουν υποστεί περισσότερη βία και μάλιστα σωματική συγκριτικά με τους μαθητές του γυμνασίου και του λυκείου.
Η βία σε αριθμούς (οι παρακάτω αριθμοί χρονολογούνται προ 10 ετίας)
Το 37% των μαθητών του δημοτικού και το 11% των μαθητών γυμνασίου και λυκείου δήλωσαν ότι έχουν υποστεί σωματική βία.
Το 13% των παιδιών του δημοτικού και το 11% του γυμνασίου και λυκείου ομολογούν ότι έχουν διαπράξει πράξεις βίας.
Το 5% των μαθητών δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου δηλώνουν ότι έχουν απειλήσει άλλα παιδιά.
Θεατές περιστατικών λεκτικής βίας (απειλές, φοβέρες) υπήρξαν το 41% των μαθητών του δημοτικού και το 43% των παιδιών του γυμνασίου.
Μάρτυρες σωματικής βίας (ξυλοδαρμού) εναντίον άλλων παιδιών δήλωσαν το 77% των μαθητών του δημοτικού και το 68% των παιδιών του γυμνασίου και του λυκείου.
Το 19% των παιδιών του δημοτικού και το 21% του γυμνασίου και του λυκείου αναφέρουν ότι «είναι σίγουροι ή νομίζουν» ότι έχουν προσεγγιστεί με σκοπό σεξουαλική ενόχληση. 5% των μαθητών του δημοτικού και 3% του γυμνασίου και του λυκείου αναφέρουν ότι αυτό συνέβη στο χώρο του σχολείου.
Τόσο οι διευθυντές όσο και οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι σε ποσοστό πάνω από 60% στο σχολείο τους έχει εκδηλωθεί επιθετικότητα σε βάρος αδυνάτων, καινούριων, δυσπροσάρμοστων και γενικά διαφορετικών παιδιών.
Κρούσματα βίας έχουν παρατηρηθεί μεταξύ αλλοδαπών και Ελλήνων» μαθητών σε ποσοστό 30%.
«Σε ορισμένα σχολεία υπάρχει τάση συγκάλυψης των περιστατικών βίας και επιθετικότητας. Θεωρώ, όμως, ιδιαίτερα κρίσιμο το ρόλο της οικογένειας, εκτός από το ρόλο των εκπαιδευτικών», δήλωσε ο πρόεδρος του Ε.Κ.Κ.Ε. κ. Γιάννης Υφαντόπουλος.
Σημείωση: τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία χρονολογούνται πλέον της δεκαετίας!
Μαθητική βία
Ο κ. Γιάννης Πανούσης, καθηγητής εγκληματολογίας, αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Τα σχολεία παίρνουν-θέλουν δε θέλουν-το χρώμα της γειτονιάς ή της πόλης όπου λειτουργούν.
«Η συσχέτιση της ενδοσχολικής βίας με τη βία στους δρόμους δεν είναι εύκολη υπόθεση, αφ ενός διότι ο σκοτεινός αριθμός της μικροεγκληματικότητας στο σχολείο είναι μεγάλος και αφ ετέρου διότι οι ευκαιρίες είναι διαφορετικές.
«Παραταύτα η ποιότητα των εγκλημάτων είναι η ίδια.
«Η λειτουργία του σχολείου ως αρνητικού θεσμού που δεν επιτελεί την παιδαγωγική αποστολή του δεν παύει να είναι κρίσιμος.
«Οι μαθητές που βιαιοπραγούν είτε μεταφέρουν τη βία από το σπίτι, είτε γίνονται και οι ίδιοι θύματα ενός συνδρόμου βίαιου κόσμου, διεκδικούν με τον εκρηκτικό αυτό τρόπο το δικαίωμα στον (αυτό)σεβασμό.
«Ο εκφοβισμός είναι η αντίστροφη όψη της έλλειψης σεβασμού. Ο παλικαρισμός ή το νταηλίκι δεν είναι παρά ένα εκρηκτικό μείγμα που προκύπτει από το συνδυασμό της αρνητικής εικόνας για τον εαυτό τους και της αρνητικής εικόνας για το σχολείο και το δάσκαλο.
«Η χαμένη παιδική ηλικία οδήγησε σε χαμένα ή επικίνδυνα παιδιά, στα οποία το σχολείο-τιμωρός επιφυλάσσει ένα κακό μέλλον.
«Ο ακατάλληλος δάσκαλος όχι μόνο δε συγκρατεί αλλά μπορεί και να ωθήσει το μαθητή στην παραβατικότητα.
«Το σχολείο μπορεί να γίνει πεδίο διαλόγου και διαχείρισης της βίας αρκεί να γεφυρώνει κι όχι να γκρεμίζει, τη σχέση: οικογενειακό-κοινωνικό περιβάλλον και σχολικό.
Παράγοντες που ενεργοποιούν τη βία
• Ο μεγάλος αριθμός των μαθητών που αποτελούν το σχολικό συγκρότημα ή τη σχολική τάξη.
• Η ελληνική κοινωνία (και ιδιαίτερα η κοινωνία της Νάξου-Κυκλάδων) έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές τα τελευταία 20 χρόνια. Οι νέοι μας δεν έχουν προετοιμαστεί σχετικά με τις αλλαγές αυτές: ναρκωτικά, τουρισμός, πολιτιστική αλλοτρίωση, οικονομικοί μετανάστες, νέα οικονομία,…..
• Ο ρόλος του αγοριού κατασκευάζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να συμβάλλει στη βία.
• Το κλίμα στην οικογένεια: χωρισμένοι ή σε διάσταση γονείς, οικονομικά προβλήματα, ενδοοικογενειακή βία, έλλειψη ποιοτικού οικογενειακού χρόνου…
• Ατίθασα παιδιά, από τη φύση τους, στα οποία οι εκπαιδευτικοί δε μπορούν να επιβληθούν.
• Η επίδραση της τηλεόρασης με τη βία που προωθείται καθώς και η χρήση διαδικτύου που υποθάλπει τον ψηφιακό τραμπουκισμό
• Έλλειψη υπηρεσιών στις σχολικές μονάδες με ειδικευμένο προσωπικό για να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν δυσπροσάρμοστα και συναισθηματικά διαταραγμένα παιδιά.
• Σε μερικό βαθμό η σχολική αποτυχία και η έλλειψη δημοκρατίας στο σχολείο που συνάδει με την ανάληψη ευθυνών.
• Στην έλλειψη καλλιέργειας κοινωνικών δεξιοτήτων και τρόπων διαχείρισης συγκρούσεων, άγχους, φόβου και θυμού.
• Στην έλλειψη διαχείρισης της πολυπολιτισμικότητας του σχολείου.
• Η έλλειψη ουσιαστικής συνεργασίας εκπαιδευτικής κοινότητας, συλλόγων γονέων και κηδεμόνων και εκπροσώπων των μαθητών.
• Η ακαταλληλότητα του συστήματος που περικλείει τον εσωτερικό σχολικό κανονισμό.
• Η έλλειψη επικοινωνίας σχολείου και πολιτείας, μαθητών-δασκάλων και εκλεγμένων εκπροσώπων των πολιτών.
• Η αναγκαιότητα επαναπροσδιορισμού του κοινωνικού-πολιτειακού ρόλου του σχολείου και της πολιτικής αγωγής.
Δράσεις για την καταπολέμηση της σχολικής βίας
Η σχολική βία δεν αποτελεί ένα μοιραίο γεγονός, πρέπει δε να καταπολεμηθεί με αποφασιστικότητα.
Οι προβλεπόμενες δράσεις πρέπει να προσβλέπουν σε πολλά επίπεδα, όπως στην πρόληψη, στη διάγνωση και στη γνωστοποίηση, στην αρωγή για τα θύματα, στην αποκατάσταση των κανόνων, στην εκπαίδευση των γονέων, στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών, στην καταπολέμηση της σχολικής αποτυχίας, στη διαπαιδαγώγηση των μαθητών στην πολιτειακή συμπεριφορά, στην κινητοποίηση των μαθητών να βρουν κίνητρα και να αγαπήσουν το σχολείο.
Το γενικό πλαίσιο
Είναι ανάγκη ο κοινωνικός επαναπροσδιορισμός του σχολείου.
Το σχολείο οφείλει να αναλάβει μια διπλή αποστολή:
• Να διδάσκει γνώσεις
• Να εκπαιδεύει πολίτες
Εάν η βία είναι ένα φυσιολογικό, πρωτόγονο φαινόμενο, η μη-βία είναι το αποτέλεσμα μιας παιδείας που διδάχθηκε.
Για να εκλείψει το αίσθημα της ανασφάλειας που νοιώθουν εκπαιδευτικοί, γονείς και παιδιά μπροστά στην εκδηλούμενη βία, το σχολείο οφείλει να δραστηριοποιηθεί ως παράγοντας ρύθμισης των διαφορών και διενέξεων αλλά και ως παράγοντας κοινωνικοποίησης του μαθητή.
Σχετικά με το σεβασμό στο δίκαιο και στον κανόνα
Είναι απαραίτητη η δημιουργία, με συμμετοχική διαδικασία (εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών), ενός σχολικού κώδικα δεοντολογίας, συστηματικού σημείου αναφοράς, που θα προσφέρει διαφάνεια, συνοχή και σταθερότητα στη σχολική ζωή.
Η έννοια της πειθαρχίας είναι αλληλένδετη μ’ αυτήν του σεβασμού και «διδάσκονται» από την πιο νεαρή ηλικία. Ο σεβασμός θα πρέπει να διακατέχει τις σχέσεις παιδιών-γονέων-εκπαιδευτικών.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αποκατάσταση του θεσμού της ιεραρχίας καθώς επίσης και η αποκατάσταση των ξεχωριστών ρόλων και λειτουργιών των μελών που αποτελούν την εκπαιδευτική κοινότητα στην ευρύτερη έννοιά της (πολιτειακοί, εκπαιδευτικοί, γονείς, μαθητές).
Είναι, κοινά, παραδεκτό ότι η χαλαρότητα στη συμπεριφορά (και εννοώ τόσο τους μαθητές όσο και τους εκπαιδευτικούς και γονείς) δε βοηθά στην πειθαρχία (=υπακοή και αποδοχή των κανόνων) αλλά και δεν επιτρέπει τη λειτουργία των δημοκρατικών αρχών στο σχολείο, η οποία λειτουργία βασίζεται στο σεβασμό και την αναγνώριση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλήλων.
Οι μαθητές έχουν ανάγκη ενός πλαισίου (=κανόνες λειτουργίας και συμπεριφοράς) που, όμως, δεν τους επιβάλλεται άνωθεν, αλλά που συμμετέχουν στη δημιουργία του και στη λειτουργία του.
Είναι κοινότοπο να ισχυριζόμαστε ότι ο μαθητής είναι στο κέντρο ή είναι το κέντρο του εκπαιδευτικού συστήματος κι ότι οι εκπαιδευτικοί είναι στην υπηρεσία του και ότι σαν «πελάτης» του σχολείου ο μαθητής έχει πάντα δίκιο!
Οι εκπαιδευτικοί έχουν περάσει, σε λίγα χρόνια, από τη χειροδικία και τις αποβολές στην αδυναμία να επιβάλλουν, ακόμα και δικαιολογημένα, ποινές εξαιτίας της ανασφάλειας (βλ. φόβο) που νοιώθουν ότι θα έχουν να αντιμετωπίσουν τις απειλές μαθητών και γονέων αλλά και το ότι το σύστημα (=η ιεραρχία τους) δε θα τους στηρίξει.
Το πρόβλημα της ανυπακοής (=παραβίαση του κανόνα) έχει να κάνει και με τη σχέση που ο καθένας μας έχει με τον κανόνα:
Πόσοι μαθητές δεν «αντιλαμβάνονται» τους κανόνες;
Πόσοι εκπαιδευτικοί «προσθέτουν», στους ήδη υπάρχοντες κανόνες, άλλους κανόνες χωρίς αυτοί να υπάγονται στο νομικό πλαίσιο λειτουργίας του σχολείου;
Πόσοι μαθητές και εκπαιδευτικοί δεν «περιπαίζουν» κάποιους κανόνες για ίδιο όφελος;
Δυστυχώς, η αντιπαράθεση των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας, που περιλαμβάνει
εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς και πολιτειακούς, κυμαίνεται ανάμεσα στον αυταρχισμό και στη χαλαρότητα, λες και δε μπορούμε να βγούμε από αυτή τη στείρα διχοτομία!
Η αντιπαράθεση «παίζεται» ανάμεσα σ’ έναν εκπαιδευτικό-εξουσιαστή που σκέπτεται, αποφασίζει και διατάσσει και σ’ ένα μαθητή-τύραννο που κάνει ότι θέλει μέσα στην τάξη, ο δε γονέας να σηκώνει ψηλά τα χέρια και να παραδίδεται αμαχητί!
Ο κώδικας δεοντολογίας (=κανόνες συμπεριφοράς) είναι ο μόνος εγγυητής για μια ειρηνική και αποτελεσματική συνύπαρξη στο σχολείο.
Η ενσωμάτωση του κώδικα δεοντολογίας περνά από την εθελούσια απόρριψη της ατομικής παντοδυναμίας, από την αποδοχή των κανόνων που τον αποτελούν, από την προοπτική παραχώρησης προσωπικών θέσεων και αποδοχής των άλλων, όπως και από την επιθυμία συνεργασίας, σύναψης κοινών στόχων και την, από κοινού, πραγμάτωσή τους.
Οι κανόνες, στο σχολείο, πρέπει να συντάσσονται από κοινού (μαθητές, εκπαιδευτικοί, γονείς, πολιτειακοί) και να αποτελούν συμβόλαιο στο οποίο όλοι εναποθέτουν την υπογραφή τους.
Το συμβόλαιο οφείλει να προβλέπει «αυτό που επιτρέπεται» και «αυτό που απαγορεύεται» και να ενσωματώνει τις θετικές και αρνητικές επιπτώσεις σε περίπτωση σεβασμού αλλά και παραβίασης του συμβολαίου.
Όλα τα «συμβαλλόμενα» μέρη θα οφείλουν να αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.
Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ο κανόνας έχει άμεση σχέση με το διάλογο, κοινώς, με τη δυνατότητα της έκφρασης (απόψεων, συναισθημάτων, προτάσεων, κρίσης….)
Έτσι, ο εκπαιδευτικός, ο γονιός που προβάλλουν, που διευκολύνουν το διάλογο-έκφραση βοηθούν το μαθητή-παιδί να ενσωματώνει και να αποδεχτεί τον κανόνα.
Πρόληψη
Η πρόληψη αποτελεί το πρώτο και βασικότερο επίπεδο αντιμετώπισης και διαχείρισης της βίας στο σχολείο.
Οι βασικές αρχές στις οποίες στηρίζεται η πολιτική της πρόληψης είναι η επαναβεβαίωση του ρόλου του σχολείου να προωθεί ίσες ευκαιρίες για όλους τους μαθητές καθώς, επίσης, και να διασφαλίζει τη σχολική επιτυχία και τις προοπτικές για κοινωνική και επαγγελματική ένταξη.
Οι επιμέρους δράσεις για την προώθηση της πρόληψης (σε συνεργασία με όλα τα μέλη: πολιτειακοί, γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί), μεταξύ άλλων, θα πρέπει να περιλαμβάνουν:
Μαθήματα πολιτικής και πολιτιστικής αγωγής, από το δημοτικό, με στόχο την εμπέδωση της δημοκρατικής συνείδησης μέσα από βιωματικές διαδικασίες και συμμετοχή στα κοινά.
Τακτές συναντήσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων, οι μαθητές ασκούνται στις τεχνικές της διαπραγμάτευσης και της διαμεσολάβησης με στόχο τη «ρύθμιση» των διαφορών και αντεκκλίσεων καθώς και την αποφόρτιση από τα έντονα συναισθήματα που δημιουργούνται κατά περιόδους.
Τη δυνατότητα να παραμένουν τα σχολεία ανοιχτά και κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών αλλά και τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες με στόχο την «ενίσχυση» μαθητών που δεν έχουν τις δυνατότητες (οικονομικές, οικογενειακές…) να απασχολούνται εποικοδομητικά (=ενισχυτική διδασκαλία, καλλιτεχνικές δραστηριότητες, διαδίκτυο, αθλητικά δρώμενα…). Η «ενίσχυση» των μαθητών θα αποσκοπεί στην απόκτηση γνώσεων, στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων, στην ανάληψη πρωτοβουλιών και ευθυνών.
Τη δημιουργία και λειτουργία μιας μεικτής επιτροπής (μαθητές-εκπαιδευτικοί-γονείς-εξωσχολικοί παράγοντες) πολιτικής αγωγής και αγωγής της υγείας σε κάθε σχολική μονάδα. Η επιτροπή θα συμβάλλει, μέσα από μία ολιστική παιδαγωγική προσέγγιση και λαμβάνοντας υπ’ όψη τις ανάγκες των μαθητών μέσα και έξω από το σχολείο, στην ανάπτυξη της δημοκρατικής συμπεριφοράς, στην πρόληψη σχετικά με τις εξαρτησιογόνες ουσίες (αλκοόλ, ναρκωτικά….) καθώς και στην πρόληψη των επικίνδυνων συμπεριφορών και της βίας.
Τη δημιουργία και λειτουργία μιας μεικτής επιτροπής συμβουλευτικής και αρωγής σχετικά με τις δυσκολίες προσαρμογής και φοίτησης που παρουσιάζουν κάποιοι μαθητές ώστε να αποφευχθούν, όσο το δυνατόν, οι σχολικές αποτυχίες και η έλλειψη κινήτρων για συνέχιση των σπουδών. Η επιτροπή θα συμβάλλει στη στήριξη τόσο των μαθητών όσο και των εκπαιδευτικών και γονιών, μέσα από την αναζήτηση ενός ατομικού προγράμματος για τον ενδιαφερόμενο μαθητή.
Τη συγγραφή ενός πρωτοκόλλου συνεργασίας μεταξύ σχολείου, 15μελούς μαθητικής επιτροπής, συλλόγου γονέων και κηδεμόνων, αστυνομικής διεύθυνσης, εισαγγελικής αρχής και δημοτικής αρχής που θα προβλέπει δράσεις πληροφόρησης-ενημέρωσης και πρόληψης σε θέματα που αφορούν εκβιασμό, αποπλάνηση, ρατσισμό, ναρκωτικά, οδική ασφάλεια κ.ά.
Την ενίσχυση της συνεργασίας εκπαιδευτικών και γονέων σε θέματα που αφορούν τη γενικότερη λειτουργία της σχολικής μονάδας, σε θέματα ανάπτυξης κοινών δραστηριοτήτων καθώς και στην εκπαίδευση των γονέων σχετικά με τη βοήθεια που προσφέρουν στο διάβασμα των παιδιών τους.
Την εκπαίδευση (μέσα από βιωματικά σεμινάρια) των εκπαιδευτών σε θέματα διαχείρισης της βίας στο σχολείο.
Κυρώσεις, τιμωρία, επανόρθωση
Είναι απαραίτητο, για να αποφύγουμε τις παρεξηγήσεις, να ορίσουμε τους παραπάνω όρους:
Κυρώσεις: είναι η απάντηση, στερητικού τύπου, σε μία παραβίαση. Μπορεί να χρησιμεύσει σαν παιδαγωγικό σημείο αναφοράς με την έννοια ότι βάζει το άτομο (μαθητή-εκπαιδευτικό-γονέα) μπροστά στις προσωπικές του ευθύνες.
Για να μπει μια παρόμοια δυναμική κυρώσεων σ’ ένα σχολείο απαιτούνται τουλάχιστον 4 προϋποθέσεις:
• H ύπαρξη ενός σημείου αναφοράς (κανόνας-συναίνεση)
• Η εκ των προτέρων γνώση ύπαρξης των κυρώσεων για τη συγκεκριμένη παραβίαση.
• Η εκ των προτέρων γνώση ύπαρξης ενός «εγγυητή» (εκπαιδευτικός, διευθυντής, αρχή) επιφορτισμένου να εγγυάται το σεβασμό στον κανόνα και τις προβλεπόμενες κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης.
• Μία εθελούσια παραβίαση (η μη γνώση του κανόνα και η άθελη παραβίαση του αποτελεί λάθος).
Τιμωρία: είναι κύρωση επενδυμένη με την υποκειμενικότητα του ατόμου που την επιβάλλει, γι’ αυτό και στις περισσότερες περιπτώσεις θεωρείται ως άδικη.
Η τιμωρία είναι μία αντίδραση (συναισθηματική παρόρμηση) σε μία συμπεριφορά που θεωρείται παραβίαση ή λάθος.
Συχνά η τιμωρία επιβάλλεται όχι τόσο για επανόρθωση αλλά μάλλον για να ενισχύει την ενοχή ή για να χρησιμεύσει ως παράδειγμα. (π.χ. «έτσι δε θα τολμήσει να το ξανακάνει…).
Συχνά η βαρύτητα της τιμωρίας εξαρτάται περισσότερο από την επίπτωση που προκάλεσε η ανακάλυψη της παραβίασης παρά από το γεγονός αυτό καθαυτό.
• Επιβάλλω κυρώσεις υποδηλώνει αυστηρότητα βάζοντας τον παραβάτη μπροστά στην πραγματικότητα της ευθύνης του
• Επιβάλλω τιμωρία υποδηλώνει άσκηση εξουσίας και παντοδυναμίας βάζοντας τον παραβάτη σε αδυναμία και υποταγή.
Επανόρθωση: δεν έχει μόνο έννοια νομική αλλά και ψυχαναλυτική (ασυνείδητη διαδικασία μέσω της οποίας το άτομο προσπαθεί να αποκαταστήσει την καταστροφή που προκάλεσε η συμπεριφορά του, ακριβώς για να αντιμετωπίσει το άγχος και την ενοχή που συνυπάρχουν μέσα του).
Πολλοί πιστεύουν, και μεταξύ αυτών εκπαιδευτικοί αλλά και γονείς και παιδιά, ότι υπάρχει μια ατιμωρησία που, κατά κάποιον τρόπο, προστατεύει τους παραβάτες των κανόνων.
Η ατιμωρησία προέρχεται είτε διότι δεν επιβάλλονται οι προβλεπόμενες ποινές είτε διότι δεν προβλέπονται ποινές για κάποιες παραβιάσεις κανόνων.
Το μέτρο της επανόρθωσης συνιστά κοινωνικό αίτημα που επιβάλλεται στο άτομο (κυρίως ανήλικο) μέσω της δικαιοσύνης ή μέσω του εγγυητή όπως αυτό προαναφέρθηκε.
Η επανόρθωση, σαν στοιχείο διαπαιδαγώγησης, μπορεί να εφαρμόζεται σε καταστάσεις-γεγονότα της καθημερινής σχολικής ζωής και, έτσι, συμβάλλει σε μία ηθική της ευθύνης και της αλληλεγγύης, του σεβασμού προς εαυτόν και προς τους άλλους.
Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία κατά της Σχολικής Βίας
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πήρε την πρωτοβουλία, μετά από τη Σύμβαση που συντάχθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού, ότι για κάθε παιδί πρέπει να εξασφαλίζεται ένα «ασφαλές σχολικό περιβάλλον», για τη σύνταξη μιας Ευρωπαϊκής χάρτας για ένα δημοκρατικό σχολείο χωρίς βία.
Η χάρτα συντάχθηκε με τη συμμετοχή μαθητών από 40 σχολεία από 19 χώρες της Ευρώπης και γίνηκε αποδεκτή, το 2004, από 17.000 μαθητές σ’ όλη την Ευρώπη!
Αυτή η χάρτα ορίζει τις μεθόδους που οφείλουν να υιοθετήσουν τα σχολεία για την καταπολέμηση της βίας με συμμετοχή εκπαιδευτικών, μαθητών και της τοπικής κοινωνίας.
Η ΧΑΡΤΑ
(σε μετάφραση από το γαλλικό πρωτότυπο)
1. Όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας έχουν το δικαίωμα να ζουν σ’ ένα ασφαλές σχολικό περιβάλλον και χωρίς βία.
2. Όλοι, χωρίς εξαίρεση, έχουν δικαίωμα στο σεβασμό και στην ίση μεταχείριση. Καθένας πρέπει να δύναται να χαίρει της ελευθερίας του λόγου χωρίς κίνδυνο διάκρισης ή καταστολής.
3. Η Σχολική Κοινότητα φροντίζει ώστε καθένας να έχει συνείδηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών του.
4. Κάθε δημοκρατική, σχολική μονάδα, οφείλει να διαθέτει Επιτροπή, δημοκρατικά εκλεγμένη, που να αποφασίζει, αποτελούμενη από μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς καθώς και άλλα μέλη, εφ’ όσον υπάρχουν της σχολικής κοινότητας. Όλα τα μέλη, αυτής της επιτροπής, έχουν δικαίωμα ψήφου.
5. Σε μία δημοκρατική, σχολική μονάδα, οι συγκρούσεις επιλύονται χωρίς βία και με τρόπο εποικοδομητικό, με συμμετοχή, όλων των μελών της σχολικής κοινότητας. Σ ε κάθε σχολική μονάδα, τα μέλη του προσωπικού και οι μαθητές έχουν διδαχθεί να προλαμβάνουν και να επιλύουν τις συγκρούσεις μέσα από τεχνικές διαπραγμάτευσης και διαμεσολάβησης.
6. Κάθε πράξη βίας εξετάζεται, άμεσα, και λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα όσον αφορά μαθητές ή και άλλα μέλη της σχολικής κοινότητας.
7. Η σχολική μονάδα αποτελεί μέρος της τοπικής κοινωνίας. Είναι απαραίτητο να συνεργάζεται και να ανταλλάσσει πληροφορίες με τους τοπικούς εταίρους για να προλαμβάνει και να επιλύει τα προβλήματα.
Παραίνεση του Συνηγόρου του Πολίτη-Συνηγόρου του Παιδιού
Παραθέτω, αυτούσιο, το κείμενο της Ανεξάρτητης Αρχής που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 11/09/2006 και που έφερε σαν τίτλο: «ας βγάλουμε τη βία από τα σχολεία μας».
Στο ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς 2006-2007 ο Συνήγορος του Πολίτη, με την ιδιότητά του ως Συνήγορος του Παιδιού, καλεί μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς σε μια κοινή προσπάθεια, με στόχο την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας στα σχολεία.
Η βία είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο που συνδέεται με την ανισότητα, την αποξένωση, τις διακρίσεις, τη φτώχεια, τον αποκλεισμό, την κρίση στις οικογενειακές σχέσεις, το άγχος, τις συγκρουόμενες αξίες και διάφορα κοινωνικά προβλήματα. Η ανεπάρκεια των υπηρεσιών στήριξης, ιδίως των αδυνάτων, και η ελλιπής παιδεία δημοκρατίας και συνδιαλλαγής συντείνουν στην αναπαραγωγή της βίας.
Η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την προστασία των παιδιών από κάθε μορφή βίας. Θεσμοί και λειτουργοί της Πολιτείας έχουν υποχρέωση να μεσολαβούν για την προστασία κάθε παιδιού που βρίσκεται αντιμέτωπο με σωματική, λεκτική, ψυχολογική, σεξουαλική ή άλλης μορφής βία. Κρίσιμη είναι και η συμβολή όλων των πολιτών, ενηλίκων και ανηλίκων σε μια τέτοια προσπάθεια.
Ο Συνήγορος του Παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη του τις διαστάσεις που λαμβάνει η βία στα σχολεία – για την οποία ενημερώνεται μέσω αναφορών, από τα ίδια τα παιδιά που επισκέπτεται στα σχολεία και από υποθέσεις που έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη – θεωρεί ότι είναι απαραίτητο εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την θωράκιση των σχολικών κοινοτήτων από φαινόμενα βίας. Συγκεκριμένα, με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, καλεί όλα τα μέλη των σχολικών κοινοτήτων να συμβάλλουν ώστε:
• Μέσα σε κάθε σχολική μονάδα και σε κάθε τάξη να αναπτύσσεται διαρκής διάλογος και να συμφωνούνται κανόνες για την ειρηνική συνύπαρξη και για την επίλυση των διαφορών.
• Οποιεσδήποτε πράξεις βίας εκδηλώνονται μέσα ή έξω από το χώρο του σχολείου και έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία του ή στην αίσθηση ασφάλειας των μελών της σχολικής κοινότητας, να αντιμετωπίζονται μέσα από διαδικασίες συνδιαλλαγής και κατανόησης. Η επιβολή κυρώσεων πρέπει να είναι το έσχατο μέτρο που λαμβάνεται, αφού έχει προηγηθεί ο ανοικτός διάλογος, η υποστήριξη των εμπλεκόμενων μερών με σεβασμό στις ανάγκες τους και η αναζήτηση συμφωνιών που διευκολύνουν την καλή λειτουργία των ομάδων και των εκπαιδευτικών διαδικασιών.
• Όταν ο χειρισμός συγκεκριμένων υποθέσεων ξεφεύγει από την αρμοδιότητα των εκπαιδευτικών, χρειάζεται να καλούνται οι γονείς και να αξιοποιούνται, μέσω των αρμοδίων υπηρεσιών, ειδικοί επαγγελματίες (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί κλπ) που θα ανατρέξουν στα βαθύτερα αίτια συμπεριφορών και θα προσφέρουν συμβουλευτική και υποστήριξη σε όσους την έχουν ανάγκη. Σε περιπτώσεις διαπίστωσης ενδοοικογενειακής βίας, υπάρχει μάλιστα υποχρέωση των εκπαιδευτικών να αναφέρονται στις αρμόδιες αρχές.
• Η συμμετοχή των ίδιων των μαθητών στην επίλυση των συγκρούσεων και στην καταπολέμηση των φαινομένων βίας είναι απαραίτητη, και πρέπει να καλλιεργείται και να ενισχύεται από το εκπαιδευτικό σύστημα. Τα μέλη των μαθητικών κοινοτήτων μπορούν να αναδείξουν υπερασπιστές του δικαιώματός τους για μια δημοκρατική και ασφαλή σχολική ζωή.
Ο Συνήγορος του Πολίτη, ως Συνήγορος του Παιδιού, μπορεί να διαμεσολαβεί προς τις αρμόδιες αρχές, ύστερα από αίτημα των ενδιαφερομένων, σε κάθε περίπτωση που οι αρμόδιοι θεσμοί και λειτουργοί αδυνατούν να προστατεύσουν επαρκώς τα δικαιώματα των παιδιών για μια ειρηνική σχολική ζωή, που παράλληλα είναι και δικαίωμα των εκπαιδευτικών, των γονέων και όλης της κοινωνίας.
Με το Συνήγορο μπορούν να επικοινωνούν απ’ ευθείας οι ενδιαφερόμενοι ανήλικοι στην τηλεφωνική γραμμή χωρίς χρέωση 800.11.32000 και οι ενήλικοι στο τηλέφωνο 210.7289600.
Επίλογος
Η (αυτο)γνωσία και η (αυτο)εκτίμηση είναι δύο από τους πιο σημαντικούς παράγοντες ενάντια στις βίαιες συμπεριφορές καθώς και στις παραβατικές συνήθειες.
Οι δράσεις πρόληψης κατά της βίας ξεκινούν και αφορούν, συνήθως, την εφηβεία. Η πραγματικότητα, όμως, μας δείχνει ότι η πρόληψη ξεκινά κάπως αργά, αφού, από τα 10-12 χρόνια τους, πολλοί προ-έφηβοι, έχουν, ήδη αρχίσει να σχηματίζουν συνήθειες και συμπεριφορές που τους καθιστούν ανήμπορους να δεχθούν, φιλικά, τα μηνύματα πρόληψης που εκπέμπονται από τους ενήλικους.
Στόχος των ενήλικων (εκπαιδευτικοί, γονείς, παράγοντες της τοπικής κοινωνίας…) θα έπρεπε να είναι η ενίσχυση, (από το νηπιαγωγείο) των προσωπικών δυνατοτήτων του παιδιού καθώς και των ικανοτήτων του να επικοινωνεί και να συνάπτει σχέσεις.
Το παραπάνω μπορεί να επιτευχθεί μέσα από μία τριπλή διαδικασία:
1. Να μάθει το παιδί τον εαυτό του (το γνωστό γνώθι σ’ αυτόν)
2. Να μάθει το παιδί να επιβεβαιώνεται μέσα από τη σχέση του με τους άλλους
3. Να μάθει το παιδί να ανακαλύπτει τις ανάγκες του και να τις εκφράζει εποικοδομητικά.
Η έρευνα, σχετικά με τη βία στα σχολεία, φέρνει στο φως το έντονο στοιχείο της αμφιλεγόμενης στάσης των μαθητών-εφήβων που αναζητούν την αναγνώριση τους από το σχολείο ενώ, παράλληλα, αδυνατούν να συμμορφωθούν στις απαιτήσεις του σχολικού συστήματος.
Για τους εκπαιδευτικούς, η άτακτη συμπεριφορά των μαθητών γεννά μια φόρτιση στην καρδιά των παιδαγωγικών πρακτικών τους. Η φόρτιση, αυτή, οφείλεται στην απόσταση που χωρίζει την παιδαγωγική λογική των εκπαιδευτικών με τη συμπεριφορά των μαθητών.
Οφείλεται, επίσης, και στην ανασφάλεια που νοιώθουν οι εκπαιδευτικοί κατά τη διάρκεια της διδακτικής ώρας στην τάξη, εφ’ όσον το ενδιαφέρον των μαθητών δεν είναι δεδομένο και η πειθαρχία είναι αβέβαιη.
Η έρευνα καταδεικνύει, επίσης, μια έντονη απόσταση κοινωνική και συμβολική ανάμεσα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, μια αντίθεση στον τρόπο ύπαρξης.
Πράγματι, ο τρόπος ομιλίας των εφήβων-μαθητών, η στάση του σώματός τους, ο τρόπος που ντύνονται, τα ενδιαφέροντα που επιδεικνύουν αντανακλούν αρνητικά σε πολλούς εκπαιδευτικούς.
Αυτή η φόρτιση, αυτή η αντίθεση, αυτή η απόσταση συντελούν στην αποδυνάμωση της επαγγελματικής ταυτότητας των εκπαιδευτικών που οδηγούνται είτε στον αυταρχισμό (για να επιβληθούν) είτε στην αδιαφορία (για να επιβιώνουν).
Η κατάσταση αυτή οδηγεί σ’ ένα διαχωρισμό της διπλής αποστολής που οφείλει να επιτελεί το σχολείο, δηλαδή της κοινωνικοποίησης και της μετάδοσης γνώσεων.
Σημαντικός, όμως, αριθμός εκπαιδευτικών, κυρίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, θεωρεί ότι η κοινωνικοποίηση δεν είναι, πλέον, δική τους δουλειά.
Τέλος, οφείλουμε να ξεπεράσουμε το κοινωνικό-παιδαγωγικό μοντέλο:
Σφάλμα → ενοχή → παραδοχή → τιμωρία → μετάνοια.
Για να εναγκαλιστούμε έναν άλλον τύπο συμμετοχής των ενηλίκων στην ανέλιξη – εξέλιξη των ανηλίκων-μαθητών:
Σφάλμα → δεξιότητες → ανάληψη ευθύνης → νέα πληροφόρηση → δημιουργικότητα και ανεύρεση λύσης.
Σημείωση : το κείμενο συντάχθηκε τον Φεβρουάριο του 2007. Εκτοτε, δυστυχώς, παραμένει πάντα επίκαιρο!
Ακολουθήστε το naxostimes.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις