O δημοσιογράφος Γιώργος Παπαχρήστος σωστά επισημαίνει (ΤΑ ΝΕΑ, 24/7/2024) ότι κακώς ταυτίζεται η επάνοδος του Κ. Καραμανλή στην Ελλάδα με την κατάρρευση της χούντας των συνταγματαρχών. Η χούντα έπεσε στις 23 Ιουλίου 1974, ενώ η 24η είναι η ημέρα που ο Καραμανλής, ορκίστηκε από τον Φαίδωνα Γκιζίκη ως πρωθυπουργός της χώρας. «…Από το μεσημέρι της 23ης Ιουλίου 1974 τα τρομερά νέα που είχαν κυκλοφορήσει από στόμα σε στόμα, γιατί δεν υπήρχαν ούτε κανάλια, ούτε ραδιόφωνα, ούτε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, πολύ περισσότερο, έφεραν τον κόσμο στην πλατεία Συντάγματος να πανηγυρίζει…Ο Κ. Καραμανλής, που βρισκόταν στο Παρίσι, ταξίδεψε στην Ελλάδα μετά την πιστοποίηση ότι οι χουντικοί είχαν εξαφανιστεί από προσώπου γης, εξαιτίας των τραγικών λαθών που οδήγησαν στην τουρκική εισβολή. Ο Καραμανλής έφτασε στην Αθήνα (άγνωστο ιστορικά με παρότρυνση ποιων και πρόσκληση ποιου – πιθανολογείται του Ευ. Αβέρωφ και νατοϊκών παραγόντων μετά τα μεσάνυχτα της 23ης Ιουλίου. Κατευθύνθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο και ορκίστηκε πρωθυπουργός τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Ιουλίου…».
Οι ώρες αυτές σηματοδότησαν την έναρξη της λεγόμενης Μεταπολίτευσης, της μεγαλύτερης σε διάρκεια περιόδου πολιτικής ομαλότητας στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Για τον αμφιλεγόμενο όρο- πρόκειται για την Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία, κατά τον Ηλία Νικολακόπουλο– βλ. άρθρο του, με τίτλο «Συνέχειες και ρήξεις: Ο αμφίσημος όρος Μεταπολίτευση», στον συλλογικό τόμο Μεταπολίτευση, Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων, επιμ. Μάνος Αυγερίδης κ.λπ., Θεμέλιο, Αθήνα 2015, σ. 429-431). Η δημοκρατία προϋπήρχε και αποκαταστάθηκε, «η δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη».
Όσο για το εριζόμενο επίσης και επίδικο «τέλος της Μεταπολίτευσης»-την αρχή τη ξέρουμε-, βλ. μεταξύ άλλων, Γιάννης Βούλγαρης, «Πενήντα χρόνια Δημοκρατία, πόσο αλλάξαμε;», στον συλλογικό τόμο 50 χρόνια Δημοκρατία, τι άλλαξε, πόσο αλλάξαμε, επιστ. επιμ. Βασίλης Παναγιωτόπουλος κ.λπ., εκδ. ΤΟ ΒΗΜΑ 2024, σ. 7-8). Το κεφάλαιο Μεταπολίτευση έκλεισε ή συνεχίζεται; Και ποιο νόημα, εκτός από μια θεωρητική άσκηση, έχει το ερώτημα; Έχει σημασία το πώς αξιολογεί κανείς τα μεταπολιτευτικά γεγονότα αλλά και αυτήν καθαυτή την αλλαγή του θερμού εκείνου Ιουλίου, τις προσδοκίες που επένδυε με τη δραπέτευση του στρατοκρατικού εφιάλτη, τις συμβατικές ταξινομήσεις της ιστορικής πορείας, με τις συνέχειες και ασυνέχειές της.
Άλλοι θεωρούν το γεγονός στιγµιαίο, ακαριαίο, άλλοι προκρίνουν ως τέλος τις εκλογές της 17ης Νοεµβρίου 1974, άλλοι το δηµοψήφισµα της17ης Δεκεμβρίου 1974 για τη μορφή του πολιτεύματος, άλλοι τις δίκες των δικτατόρων το καλοκαίρι του 1975 ή το νέο Σύνταγµα, που ψηφίστηκε στις 7 Ιουνίου 1975, άλλοι την 18η Οκτωβρίου 1981 (με την πρώτη μετά τον πόλεμο ομαλή και ανθεκτική εναλλαγή στην κυβέρνηση κομμάτων, αντίπαλων ιστορικών παρατάξεων), άλλοι το 2004, άλλοι το 2010 (Δ. Τζιόβας, ΤΟ ΒΗΜΑ, 21/7/2024, ένθετο Βιβλία, σ. 12), που η οδυνηρή οικονομική και κοινωνική κρίση άλλαξε μεταπολιτευτικές παραμέτρους και αντιλήψεις (;), ενώ άλλοι πιστεύουν ότι η Μεταπολίτευση δεν έληξε ουσιαστικά ποτέ, αφού σφραγίζει, έστω με παλινωδίες, το δημοκρατικό και ευρωπαϊκό κεκτημένο. Δηλαδή χαρακτηρίζεται βραχεία, μακρά, ύστερη, αέναη, ανάλογα με το θεωρητικό σχήμα που υιοθετεί ο μελετητής των διαφόρων (και ποιων) φαινομένων της.
Ενδιαφέροντα είναι τα ευρήματα της δημοσκόπησης της Good Affairs, σύμφωνα με τα οποία η μεταπολίτευση τελείωσε το 2004, χρονιά του Euro και των Ολυμπιακών Αγώνων, τουλάχιστον για τις νεότερες ηλικίες (Δήμητρα Κρουστάλλη, ΤΟ ΒΗΜΑ, 24/7/2024). Εκεί θα βρει κανείς την αξιολόγηση διαφόρων σημαντικών γεγονότων της Μεταπολίτευσης (https://www.tovima.gr/2024/07/24/opinions/i-metapoliteysi-teleiose-to-2004/). Μια παρόμοια έρευνα θα είχε ενδιαφέρον και για τη Νάξο, αν δεν περιέχει η πιο πάνω και γι’ αυτήν ιδιαίτερες αναφορές ή αν μπορούν να εξαχθούν τέτοια στοιχεία δευτερογενώς. Σημειώνω τη σοβαρή υστέρηση ή μάλλον έλλειψη σύγχρονων κοινωνικών ερευνών για το νησί μας, με τα μεθοδολογικά εργαλεία που παρέχει σήμερα η επιστήμη.
1. Τα πρωτοσέλιδα των ΝΕΩΝ και του ΒΗΜΑΤΟΣ
Τα πρωτοσέλιδα των ημερήσιων εφημερίδων τη νύχτα της πολιτικής καμπής και αλλαγής ήταν θριαμβευτικά. Ο Τύπος- κάποιες εφημερίδες έκλεισαν με πρωτοβουλία των εκδοτών τους ή με πρωτοβουλία της χούντας- κυκλοφορεί φιμωμένος και με διαφορετική, αλλά περιορισμένη, ευελιξία, ανάλογα με την εφημερίδα και τους επιτελείς της. Ενδεικτικά, τα πρωτοσέλιδα των ΝΕΩΝ και του ΒΗΜΑΤΟΣ της 24ης Ιουλίου ήταν χαρακτηριστικά:
Σημειώνω ότι Τα Νέα αναδημοσίευσαν αυτούσιο το πρωτοσέλιδο άρθρο του ΒΗΜΑΤΟΣ με τίτλο «Ενωμένοι και ελεύθεροι». Το άρθρο εκφράζει με ευδιάκριτα αγχώδη γραφή την αγωνία των στιγμών. Άλλωστε, οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και συγκλονιστικές και δεν υπάρχει ο χρόνος και τα δεδομένα ψύχραιμης αξιολόγησης και ανάλυσης των γεγονότων. Το άρθρο κατέληγε: «…να ληφθούν αμέσως τα μέτρα εκείνα που θα ενώσουν ξανά την εθνική συνείδηση: πρώτο μεταξύ αυτών, η απελευθέρωση όσων κρατουμένων και η παύση διώξεως όσων διωκομένων κατηγορήθηκαν για προσπάθεια επαναφοράς του τόπου στη συνταγματική τάξη- κάτι δηλαδή που πραγματοποιείται ήδη, για τη σωτηρία του τόπου». Μέγιστο αίτημα, η ελευθερία.
2. Τα πρωτοσέλιδα του ναξιακού Τύπου
Στην Αθήνα, για ποικίλους λόγους, εκδίδονταν τότε οι μηνιαίες εφημερίδες Ναξιακόν Μέλλον (με ιδρυτή, όπως εμφανιζόταν, κυρίως πρωτοσέλιδα, τον Δημήτριο Ελ. Φραγκούλη, που ήταν, όμως, συνεχώς ο κινητήριος μοχλός, το άλφα και το ωμέγα της εφημερίδας) και Κορωνίδα (με εκδότη τον πρωτοπόρο σε πολλές πρωτοβουλίες Σύλλογο Κορωνίδος Νάξου). Στις εφημερίδες αυτές, που είχαν διαφορετική αφετηρία, εκδοτική μορφή και πολιτικό προσανατολισμό (γνωστών συντηρητικών, καραμανλικών και δη πρωτοπαπαδακικών προτιμήσεων η πρώτη, προοδευτική εφημερίδα η δεύτερη) εντυπώθηκαν τα γεγονότα από διαφορετική οπτική, αλλά με κοινό στοιχείο την έξαρση της επανόδου, της αποκατάστασης της δημοκρατίας, παρά την αναγκαστικά, πολλές φορές, εφεκτική έως υπερασπιστική, με αποχρώσεις και επικίνδυνες ισορροπίες και με διάφορες μεθόδους, στάση απέναντι στο χουντικό καθεστώς από το σύνολο των εφημερίδων της εποχής. Λόγω της μηνιαίας έκδοσής τους, οι εφημερίδες αυτές είχαν τον χρόνο διύλισης των ροών της πραγματικότητας, αφού τα γεγονότα καταστάλαζαν πλέον, αλλά και προβολής των τοπικών αντανακλάσεων και επιρροών τους.
2.1 Το Ναξιακόν Μέλλον καλύπτει το εξάστηλο πρωτοσέλιδό του (έτος 39ο, φύλλο 371/ Ιουλίου 1974) δεξιά με φωτογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή με υψωμένο το δεξί χέρι σε στάση χαιρετισμού και σαν λεζάντα ένα ενθουσιαστικό δίστιχο του Νίκου Σφυρόερα: «Ο γυρισμός σου Ανάστασις, Στρατός, Λαός δικοί σου/ ξημέρωμα αναγαλλίασης ξημέρωσε μαζί σου». Κάτω από τη φωτογραφία, τη λεζάντα και το δίστιχο υπήρχε το κύριο άρθρο, μάλλον του εκδότη της εφημερίδας Φραγκούλη, με τίτλο «Η σημασία του διαγγέλματος του κ. Κων. Καραμανλή».
Στο μεσαίο δίστηλο περιλαμβανόταν η υπουργοποίηση του Γεωργίου-Αλεξάνδρου Μαγκάκη, στη λεγόμενη κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος, και σχετικό σύντομο βιογραφικό του, δυο ποιήματα (ένα του Ν. Κεφαλληνιάδη με υποδόρια νύξη για την πολιτική αλλαγή και ένα του Ε. Ι. Δρύλλη, με έντονες εθνικιστικές εξάρσεις), καθώς και αποχαιρετιστήριο μήνυμα του τετραμηνίτη Νομάρχη Κυκλάδων Εμμ. Καραμανώλη.
Στο τελευταίο δίστηλο της πρώτης σελίδας δημοσιεύεται φωτογραφία του Αριστείδη Πρωτοπαπαδάκη, αγορεύοντος στη Βουλή, με αναπεπταμένην την αριστεράν χείρα και άρθρο με τίτλο «Ο μεγάλος απών».
Σημειώνω ότι ο εν λόγω πολιτικός και υπουργός σε πολλά Υπουργεία από το 1956 απεβίωσε στις 24 Σεπτεμβρίου 1966. Κάτω από αυτό το άρθρο φιλοξενείται μια ενδιαφέρουσα επιστολή του Μίκη Πρωτοπαπαδάκη με τον εύγλωττο τίτλο «Αυτοί που πάντοτε επιπλέουν», επισημαίνοντας τον κίνδυνο των πολιτικών χαμαιλεόντων, που θέλει να απομονώσει, με τη βοήθεια του κόσμου, κομίζοντας έτσι νέα πολιτικά ήθη για τον πολιτικό χώρο του, αλλά και διδασκόμενος προφανώς από την εμπειρία του από τη ζώσα πολιτική, δίπλα σε πολιτικό πρώτης γραμμής και το περιβάλλον του και από τη δική του συγκρότηση και αντίληψη των πραγμάτων. Η κατάληξη αυτών των θέσεων στην πράξη είναι γνωστή.
Στο φύλλο 373 του Σεπτεμβρίου 1974, προβάλλεται πρωτοσέλιδα η βουλευτική υποψηφιότητα του Μίκη Πρωτοπαπαδάκη, καθώς και η είδηση της διάθεσης σημαντικών πιστώσεων (12. 300.000 δραχμών) από τον υπουργό Δημοσίων Έργων Γ-Α. Μαγκάκη για οδοποιϊτικά έργα της Νάξου, μαζί με ένα σχετικό υπόμνημα του Νίκου Κεφαλληνιάδη.
2.2 Η δεύτερη εφημερίδα, η Κορωνίς Νάξου (έτος Γ΄, Ιούνιος-Ιούλιος 1974) δημοσιεύει κύριο εξάστηλο άρθρο, με τον εκτονωτικό τίτλο «Επί τέλους». Το άρθρο δημοσιεύω αυτούσιο:
Στην πρώτη σελίδα δημοσιεύεται και άρθρο με τίτλο «ΕΝΔΕΙΞΗ ΤΙΜΗΣ», αναφερόμενο στον Νικηφόρο Μανδηλαρά. Αυτός, κατά την Κορωνίδα, ήταν ο μεγάλος απών, ενώ για το Ναξιακόν Μέλλον ο Αριστείδης Πρωτοπαπαδάκης. Το βέβαιον είναι ότι και οι δύο απείχαν ακουσίως από τη γιορτή της δημοκρατίας. Ο δεύτερος δεν είδε την κατάλυσή της από τη χούντα και ο πρώτος ήταν από τα πρώτα θύματα των στυγνών στρατοκρατών. Και οι δύο απόντες από τη δημοκρατική ευωχία.
Στη λεγόμενη κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που ορκίστηκε στις 26 Ιουλίου 1974 και τελεύτησε τον πολιτικό βίο της στις 9 Οκτωβρίου 1974 συμμετείχαν ο ναξιώτης Γεώργιος – Αλέξανδρος Μαγκάκης (Ένωσις Κέντρου) ως υπουργός Δημοσίων Έργων και ο τηνιακός Κωνσταντίνος Ν. Αλαβάνος (ανεξάρτητος) ως υφυπουργός του ίδιου Υπουργείου. Ήταν μεταξύ εκείνων που «έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου» (Εμπειρίκος, «Εις την Οδόν των Φιλελλήνων», από την Oκτάνα, Ίκαρος 1980) κατά τη διάρκεια της χούντας.
Οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1974 έδωσαν στη Νέα Δημοκρατία την απόλυτη πλειοψηφία με ποσοστό 54,37%. Ένα μήνα μετά, με το Δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου του 1974, οι πολίτες επέλεξαν το πολίτευμα της αβασίλευτης δημοκρατίας με ποσοστό σχεδόν 70%.
3. Τι έχει μείνει από τη Μεταπολίτευση;
Η Έφη Γαζή αναφερόμενη στα ορόσημα της Μεταπολίτευσης γράφει: «Σε αυτές τις δεκαετίες η ελληνική κοινωνία σταδιακά άλλαξε. Πρόκειται για μια αργόσυρτη και βαθιά μεταβολή στο ευρύτερο πλαίσιο των δημοκρατικών μεταβάσεων, των ενεργειακών κρίσεων και της ανάδυσης του μετα-κομμουνιστικού κόσμου (εφημ. Το Βήμα, 24/7/2024) (https://www.tovima.gr/print/opinions/orosima-tis-metapoliteysis/)
Οι θεσμοί μας παρά τους κλυδωνισμούς κατάφεραν και άντεξαν, αλλά χρειάζονται διαρκή εκσυγχρονισμό, εμβάθυνση, με συνεχή προσπάθεια και αγώνα, με ισότητα, αλληλεγγύη και συνοχή. Από το 1981, κυρίως, δόθηκε φωνή σε όσους δεν μπορούσαν να την αναδείξουν, φωτίστηκαν αφώτιστες ή υποφωτισμένες πλευρές και προβλήματα ευάλωτων ανθρώπων και κοινωνιών.
Σήμερα η κλιματική κρίση, το δημογραφικό, ο κίνδυνος της ακροδεξιάς και της υποχώρησης του κοινωνικού κράτους, ο εφιάλτης του πολέμου και άλλα επτακτικά ζητήματα κουρταλούν τις θύρες των κοινωνιών μας και τις θύρες των συνειδήσεών μας.
Η Μεταπολίτευση στη Νάξο αποτυπώνεται κυρίως στον Τύπο της και στις σποραδικές ιστορικές αναλύσεις, που αντανακλούν με ιδιαιτερότητες και ιστορικά βιώματα σε τοπικό επίπεδο την ποιότητα της δημοκρατίας, την ανάπτυξη των θεσμών, την οικονομική πορεία και το παραγωγικό πρότυπο, τη διαστρωμάτωση της κοινωνίας, τον ρόλο των κομμάτων, την πολιτιστική εξέλιξη, τη συμβολή προσώπων και συλλογικών συσσωματώσεων στη γένεση και μόχλευση κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών φαινομένων.
Όπως παρατηρεί ο Κ. Μποτόπουλος, ΤΑ ΝΕΑ, 27/7/2024, (https://www.tanea.gr/print/2024/07/27/greece/i-metapoliteysi-simera/):
«“Μεταπολίτευση” σημαίνει, πέρα και πάνω απ’ όλα, πενήντα χρόνια αδιατάρακτου δημοκρατικού βίου»…. Οι ουκ ολίγες υστερήσεις (διατήρηση παλαιοκομματικών δομών, αύξηση αδικιών και ανισοτήτων, διαμόρφωση, σε πολλές περιπτώσεις, κλίματος διχόνοιας) και παρά τρίχα αποφυγές καταστροφών (σύγκρουση με την Τουρκία, ασύντακτη χρεοκοπία, έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμα και διάσωση των Ολυμπιακών Αγώνων) αποτελούν εγγενές στοιχείο της εικόνας. Η συλλογική επιτυχία δεν οδήγησε σε υπέρβαση: η αλλαγή πολιτικής και κοινωνικής νοοτροπίας δεν καρποφόρησε, οι δομές του κράτους παραμένουν ανεπαρκείς, ο πολιτισμός υποχώρησε, το αρχικό πάθος για συμμετοχή, για δράση, για ανύψωση έχει προ πολλού δώσει τη θέση του σε αδιαφορία και καχυποψία, ακόμα και σε απογοήτευση ή αποστροφή. Η Μεταπολίτευση, κατά την αντίληψή μου, είναι ένα είδος Ιανού: επιτυχίες και αποτυχίες, αναβάσεις και οπισθοχωρήσεις, κερδισμένες και χαμένες ευκαιρίες, παραδοσιακά και νέα χαρακτηριστικά αποτελούν αξεδιάλυτο σύνολο και όχι αντιμαχόμενες δυνάμεις…».
Ποιος δεν βλέπει στη Νάξο απολήξεις και παραφυάδες αυτών των παθογενειών; Για το «τι κρατώ και το τι πετώ» από τη Μεταπολίτευση των 50 χρόνων βλ. ενδεικτικά και παραδειγματικά Δ. Παπανικολάου «Η εποχή των αποσπασμάτων», η εφ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 21/07-2014.
Όπως ορθά υποστηρίζει ο Αντώνης Λιάκος «…οι επέτειοι δημιουργούν μια ζήτηση ιστορίας, στην οποία διαπιστώνουμε τις ετοιμότητες αλλά και τις ελλείψεις προετοιμασίας. Αλλά οι επέτειοι είναι και ευκαιρίες για χρήση της ιστορίας ως διαπαιδαγώγηση, για τη δημιουργία ταυτοτήτων με διαχρονικό βάθος. Από αυτή τη χρήση δύσκολα ξεφεύγει κανείς όταν συμμετέχει σε επετειακές εκδηλώσεις και αφιερώματα. Η τάση είναι να εκφέρει ένα λόγο περισσότερο ηθικό και διδακτικό παρά αναλυτικό. Ένα λόγο στρογγυλεμένο, χωρίς γωνίες και αγωνίες. Έναν λόγο κλειστό, χωρίς ανοιχτά ερωτήματα. Οι επέτειοι έχουν μια αμφίσημη σχέση με την ιστορία. Αν την αγνοήσουν, είναι στον αέρα. Αν κλειστούν μόνο την ιστορία, θα μαραζώσουν. Χρειάζεται μαστοριά, είναι τέχνη ο ιστορικός επετειακός λόγος που προσπαθεί και να ισορροπήσει αντίρροπες τάσεις, αλλά και να πει και κάτι ουσιαστικό…».
Επιχώριος
Ακολουθήστε το naxostimes.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις