Στην Ελλάδα πληρώσαμε σε έξι μήνες σχεδόν 600 εκατ. ευρώ για τραπεζικές προμήθειες

atm
Άκης Αξαόπουλος
17/11/2020 08:37
 
 
 

 

Ακριβά εξακολουθούν να πληρώνουν οι Έλληνες τις παντός τύπου υπηρεσίες των τραπεζών – από τις απλές συναλλαγές, όπως πληρωμές λογαριασμών, αποστολή εμβασμάτων, δάνεια και κάρτες, μέχρι και τις πιο εξειδικευμένες, ήτοι, διαχείριση περιουσίας και εν γένει επενδυτική τραπεζική – έχοντας καταβάλλει μόνον το πρώτο εξάμηνο του 2020 σχεδόν 600 εκατ. ευρώ σε προμήθειες.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις των τεσσάρων συστημικών Ομίλων, η υγειονομική κρίση και το επακόλουθο lockdown του περασμένου Μαρτίου μπορεί να… μόλυνε τον τομέα της λιανικής, με τις σχετικές συναλλαγές να είναι μειωμένες, εντούτοις δεν έκαμψε τα καθαρά έσοδα από προμήθειες, που είναι ενισχυμένα εν συγκρίσει με το α’ εξάμηνο του 2019. Προς επίρρωση:

Η Alpha Bank είδε τα καθαρά έσοδα από προμήθειες να μειώνονται κατά 13,1% ή 11,7 εκατ. ευρώ το β’ τρίμηνο του 2020, «αγγίζοντας» τα 77,5 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της χαμηλότερης συνεισφοράς των εργασιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου και των προμηθειών δανείων, τα οποία επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τον χαμηλότερο όγκο συναλλαγών και την έκδοση ομολόγων, ως αποτέλεσμα της πανδημίας Covid-19. Το α’ εξάμηνο 2020, ωστόσο, αυτά ανήλθαν σε 166,7 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 10,1% σε ετήσια βάση που προέρχεται κυρίως από την υψηλότερη συνεισφορά των καρτών, καθώς και από την θετική συνεισφορά των εργασιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου και τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων.

Η Τράπεζα Πειραιώς από την πλευρά της, εμφάνισε το επίμαχο διάστημα καθαρά έσοδα από προμήθειες 151 εκατ. ευρώ, ενισχυμένα κατά 3% σε ετήσια βάση. Ειδικότερα, αυτά αυξήθηκαν στα 80 εκατ. ευρώ το β’ τρίμηνο 2020, με τους κύριους συντελεστές της αύξησης να ήταν η εκταμίευση νέων δανείων, η διαχείριση περιουσίας, καθώς και η επενδυτική τραπεζική. Τα καθαρά έσοδα προμηθειών ως ποσοστό του ενεργητικού διαμορφώθηκαν σε 0,5% το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο, αυξημένα κατά τρεις μ.β. συγκρινόμενα με το α’ τρίμηνο 2020.

Η Eurobank εισέπραξε 130 εκατ. ευρώ για τις υπηρεσίες που προσέφερε στους πελάτες της τους πρώτους έξι μήνες του τρέχοντος έτους, ενώ εάν προστεθούν και οι δραστηριότητες του εξωτερικού τότε το ποσό «αγγίζει» τα 180 εκατ. ευρώ έναντι 156 εκατ. ευρώ το α’ εξάμηνο του 2019 (αύξηση 15,7%). Η ενίσχυση οφείλεται κατά κύριο λόγο στα έσοδα από ενοίκια, τις εργασίες στις κεφαλαιαγορές και τη διαχείριση περιουσίας. Σε επίπεδο τριμήνου, βέβαια, αυτά μειώθηκαν κατά περίπου 3%.

Τέλος, η Εθνική Τράπεζα κατέγραψε έσοδα 54 εκατ. ευρώ το β’ τρίμηνο 2020 από 63 εκατ. ευρώ το α’ τρίμηνο 2020, με τις προμήθειες από υπηρεσίες διαμεσολάβησης να σημειώνουν πτώση της τάξεως του 26,7% ή τρία εκατ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση. Σε επίπεδο εξαμήνου, ωστόσο, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 3,7% σε σχέση με το α’ εξάμηνο 2019, ανερχόμενα σε 118 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης των εσόδων από προμήθειες λιανικής τραπεζικής (+15,4% σε ετήσια βάση), αντανακλώντας την ενίσχυση των προμηθειών από κάρτες (+28,0% σε ετήσια βάση), υπηρεσίες διαμεσολάβησης (+17,2% σε ετήσια βάση) και δάνεια (+14,8% σε ετήσια βάση).

Το κάλεσμα του ΣτΚ, η παλαιότερη παρέμβαση Μητσοτάκη και η Επιτροπή Ανταγωνισμού

Κάλεσμα προς τις τράπεζες να προχωρήσουν σε μειώσεις των χρεώσεων – προμηθειών των διατραπεζικών συναλλαγών και των υπηρεσιών ηλεκτρονικής τραπεζικής, απηύθυνε χθες, Δευτέρα, ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» (ΣτΚ).

Παρά το γεγονός, άλλωστε, ότι τους τελευταίους μήνες η ελληνική οικονομία… νοσεί ως συνέπεια της πανδημίας και ενώσω τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ωθούν τους καταναλωτές μακριά από τα γκισέ προς διαφύλαξη της δημόσιας υγείας, οι χρεώσεις, τόσο στα μηχανήματα αυτόματων συναλλαγών, όσο και στο e-banking, εξακολουθούν να υφίστανται. Ενδεικτικά, το κόστος για τις e-πληρωμές των παγίων εξόδων μιας οικογένειας ή μιας επιχείρησης (ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, ίντερνετ) κυμαίνεται από 0,15 ευρώ έως και 1,20 ευρώ ανά συναλλαγή.

Στους λογαριασμούς, δηλαδή, που έτσι κι αλλιώς είναι… φουσκωμένοι λόγω ΦΠΑ και λοιπών κρατήσεων, προστίθεται και το «καπέλο», που βάζουν οι τράπεζες. «Αυτή την κρίσιμη περίοδο όλοι, καταναλωτές, αλλά και προμηθευτές, υφίστανται τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας και υποχρεώνονται σε θυσίες», τόνιζε σε ανακοίνωσή της η ανεξάρτητη αρχή, υπογραμμίζοντας πως με την κίνηση αυτή οι τράπεζες «θα διευκολύνουν τις συναλλαγές, συμβάλλοντας έτσι, με ουσιαστικό τρόπο στην κοινή προσπάθεια».

Το ζήτημα της τραπεζικών προμηθειών δεν είναι η πρώτη φορά που απασχολεί την επικαιρότητα. Υπενθυμίζεται πως ήδη από πέρυσι το καλοκαίρι τα ιδρύματα – μέλη του συστήματος ΔΙΑΣ ανέβασαν την… ταρίφα για τους χρήστες που χρησιμοποιούν το ATM άλλης τράπεζας σε έως και τρία ευρώ, σπάζοντας το άτυπο μορατόριουμ για χρεώσεις από 1,30 ευρώ έως και 2,20 ευρώ, γεγονός που προκάλεσε την παρέμβαση του ίδιου του πρωθυπουργού. Ειδικότερα, μιλώντας στο συνέδριο του Economist o κ. Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε ως άδικο το γεγονός ότι επιβαρύνεται ένας νησιώτης που αναγκαστικά εξυπηρετείται από το μηχάνημα μιας τράπεζας, επειδή στο χωριό του δεν υπάρχει άλλη, με τις τράπεζες να παίρνουν πίσω κατά το ήμισυ τις αυξήσεις: εξαίρεσαν, δηλαδή, μόνον τους κατοίκους ορισμένων απομακρυσμένων περιοχών, όπως Αστυπάλαια, Κάσο και Καστελόριζο.

Στο μεταξύ, ευρήματα, αναφορικά με την ύπαρξη καρτέλ στις προμήθειες, αναζητούσε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, κλιμάκια της οποίας έκαναν… ντου τον περασμένο Νοέμβριο στα γραφεία πέντε τραπεζών (Πειραιώς, Εθνικής, Alpha Bank, Eurobank και Αττικής) και της ΕΕΤ, «ξηλώνοντας» σκληρούς δίσκους και κατάσχοντας κινητά τηλέφωνα.

 

Πηγή: newmoney.gr

(Visited 113 times, 1 visits today)

Leave a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*