Με σημαντικές καθυστερήσεις πάνε το …γράμμα τα ΕΛΤΑ, τα οποία μπορεί να έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία του ψηφιακού μετασχηματισμού, αλλά επί του παρόντος φαίνεται να επιβεβαιώνουν τη ρήση «κάθε πέρσι και καλύτερα» καθώς και το 2020 σημείωσαν σημαντική υστέρηση τόσο στον δείκτη ταχύτητας όσο και στο δείκτη αξιοπιστίας.
Περισσότερο αδικημένοι είναι οι κάτοικοι των νησιωτικών, αλλά και των απομακρυσμένων από τα αστικά κέντρα περιοχών, ενώ και οι ιδιώτες φαίνεται ότι παραλαμβάνουν την αλληλογραφία τους αρκετά βραδύτερα συγκριτικά με τις επιχειρήσεις. Δεν είναι άλλωστε λίγα τα παράπονα πολιτών που κάνουν μέρες να δουν ταχυδρόμο με αποτέλεσμα να λαμβάνουν ακόμα και ληγμένους λογαριασμούς ή λογαριασμούς των οποίων η προθεσμία πληρωμής εκπνέει σε ελάχιστες ημέρες από την ημέρα που φτάνουν στα χέρια τους.
Το 2020 χαρακτηρίστηκε από καθυστερήσεις από εταιρείες κούριερ
Την ίδια στιγμή η πρώτη πανδημική χρονιά του 2020 χαρακτηρίστηκε και από τον υψηλό αριθμό καταγγελιών κυρίως για καθυστερήσεις στην επίδοση ταχυδρομικών αντικειμένων από πολλές εταιρίες ταχυμεταφορών. Από το σύνολο των 3.008 καταγγελιών που δέχτηκε η Ανεξάρτητη Αρχή, ποσοστό 86% αφορούσε τις καθυστερήσεις.
Τα παραπάνω προκύπτουν από την έκθεση πεπραγμένων της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιων και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) για το 2020, την οποία παρέδωσε σήμερα Πέμπτη στον πρόεδρο της Βουλής, Κωνσταντίνο Τασούλα ο πρόεδρος της Αρχής, Κωνσταντίνος Μασέλος.
Κι όσο κι αν η κατάσταση έχει βελτιωθεί σε ό,τι αφορά τις υπηρεσίες ταχυμεταφορών, οι καθυστερήσεις στην επίδοση της αλληλογραφίας όχι μόνο δε μειώνονται χρόνο με το χρόνο, αλλά η κατάσταση επιδεινώνεται.
Πτώση σε ταχύτητα και αξιοπιστία
Αναφορικά με τη μέτρηση της ποιότητας της καθολικής υπηρεσίας για την αλληλογραφία εσωτερικού Α’ προτεραιότητας, ο δείκτης ταχύτητας για το 2020 εκτιμήθηκε στο 59,8%, παρουσιάζοντας σημαντική πτώση, σε σχέση με το 2019. Αντίστοιχα, ο δείκτης αξιοπιστίας εκτιμήθηκε στο 91,0%, ελαφρώς μειωμένος, σε σχέση με το 2019. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο φορέας παροχής της καθολικής υπηρεσίας, δηλαδή τα ΕΛΤΑ, υπολειπόταν των στόχων ποιότητας που όφειλε να επιτύχει και για το 2019.
Κι αυτό τη στιγμή που τόσο το 2020 όσο και το 2019 στα Ελληνικά Ταχυδρομεία υπηρετούσε το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού του δεδομένου ότι το πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου με το οποίο αποχώρησαν 2.000 ταχυδρομικοί από την εταιρία υλοποιήθηκε τη φετινή χρονιά.
Αναλυτικά τα αποτελέσματα
Σύμφωνα με την έκθεση πεπραγμένων της ΕΕΤΤ, από τα αποτελέσματα μέτρησης ποιότητας για το 2020, προκύπτει, ενδεικτικά, ότι η αλληλογραφία που:
Αποστέλλεται από επιχειρήσεις, επιδίδεται κατά 5,1% ταχύτερα, σε σύγκριση με εκείνη που αποστέλλεται από ιδιώτες.
Προορίζεται για επιχειρήσεις, διακινείται κατά 2,6% ταχύτερα, σε σχέση με εκείνη που απευθύνεται σε ιδιώτες.
Κατατίθεται και επιδίδεται σε μη αστικές περιοχές, διακινείται κατά 8,6% βραδύτερα από αυτή στα αστικά κέντρα.
Κατατίθεται σε απόσταση μεγαλύτερη των 200 χλμ. από το σημείο επίδοσης, καθυστερεί να επιδοθεί κατά 31,0% περισσότερο, σε σχέση με μία τοπική αποστολή.
Συγκεκριμένα, αναφορικά με την ταχύτητα επίδοσης της εγχώριας εξερχόμενης αλληλογραφίας για το 2020, εμφανίζεται μειωμένη κατά μέσο όρο κατά 16,7%, σε σχέση με το 2019. Οι χαμηλότερες επιδόσεις για το 2020 (κάτω από 30%) παρατηρήθηκαν στη νησιωτική Ελλάδα, ενώ σημαντική επιδείνωση, καταγράφηκε στις περιφέρειες Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (-21,4%), και Κρήτης (-21,2%), καθώς και στον Ν. Θεσσαλονίκης (-30,2%). Μικρότερη μείωση παρατηρήθηκε στην Πελοπόννησο (-8,9%).
Αντίθετα, στον Ν. Αττικής καταγράφηκε η υψηλότερη ταχύτητα διακίνησης εξερχόμενης αλληλογραφίας στη χώρα (65,3%), παρά τη μείωση κατά 14,4%, σε σχέση με το 2019.
Σε ό,τι αφορά την εισερχόμενη αλληλογραφία, η ταχύτητα επίδοσης μειώθηκε κατά μέσο όρο 13,0%, σε σχέση με το 2019. Ειδικότερα, οι χαμηλότερες επιδόσεις (κάτω από 30,0%) καταγράφηκαν στο Βόρειο και Νότιο Αιγαίο. Σημαντική επιδείνωση όμως παρατηρήθηκε στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αττικής (-17,3%) και της Θεσσαλονίκης (-30,6%), καθώς και στην Πελοπόννησο (-18,9%) και τη Δυτική Μακεδονία (-17,4%).
Αντίθετα, στη Στερεά Ελλάδα, σημειώθηκε μικρή μείωση (5,2%), με αποτέλεσμα να καταγραφεί η καλύτερη ταχύτητα επίδοσης εισερχόμενης αλληλογραφίας στη χώρα (79,3%), με την Αττική (68,8%) να έπεται.
Οπως επισημαίνεται και στην έκθεση της ΕΕΤΤ, «το 2020, παρατηρήθηκε σημαντική υποχώρηση στην ποιότητα διακίνησης της αλληλογραφίας εσωτερικού Α’ προτεραιότητας, σε σχέση με το 2019, σύμφωνα με τους δείκτες ταχύτητας και αξιοπιστίας».
Σύμφωνα με την Αρχή, η απόκλιση θα μπορούσε να αποδοθεί είτε σε εξωγενείς παράγοντες (π.χ. επίπτωση της πανδημίας στην ταχυδρομική εξυπηρέτηση, μη εκτέλεση δρομολογίων πλοίων λόγω καιρικών ή άλλων εκτάκτων συνθηκών, μη παραλαβή αεροπορικών ταχυδρομικών αποστολών, έλλειψη σωστής οδαρίθμησης), είτε σε ενδογενείς αδυναμίες λειτουργίας του ΦΠΚΥ (π.χ. υποστελέχωση δικτύου, πεπαλαιωμένες υποδομές).
Η πανδημία ωστόσο αν και αποτέλεσε αναμφίβολα έναν επιβαρυντικό παράγοντα για τους δείκτες των ταχυδρομικών υπηρεσιών το 2020 δεν μπορεί να κατηγορηθεί για το 2019, χρονιά κατά την οποία οι εν λόγω δείκτες ειχαν επίσης εμφανίσει υστέρηση.
Αλληλογραφία εξωτερικού
Σχετικά µε τη διεθνή εξερχόμενη, από την Ελλάδα, αλληλογραφία, το 2020, διεξήχθησαν μετρήσεις σε 26 χώρες. Οι δείκτες ταχύτητας και αξιοπιστίας υπολείπονταν του στόχου, που υποχρεούται να επιτυγχάνει ο Φορέας της Καθολικής Υπηρεσίας και επιδεινώθηκαν σημαντικά στις 26 χώρες που συμμετείχαν στις μετρήσεις, σε σχέση με το 2019.
Την ίδια στιγμή, ο μέσος χρόνος ημερών επίδοσης, από άκρο σε άκρο, επιμηκύνθηκε σημαντικά, σε σχέση με το 2019.
Συγκεκριμένα οι μετρήσεις έδειξαν:
Δείκτης ταχύτητας: Η μέση απόκλιση από τον στόχο διαμορφώθηκε στο 59,3%, από 32,1% που ήταν το 2019. Η μέση μείωση, σε σχέση με το 2019, εκτιμάται σε 26,2%.
Δείκτης αξιοπιστίας: Η μέση απόκλιση από τον στόχο διαμορφώθηκε σε 50,6%, από 13,9% που ήταν το 2019. Η μέση μείωση, σε σχέση με το 2019, ήταν 35,6%.
Οι δείκτες υπολείπονταν του στόχου και στη διεθνή εισερχόμενη, στην Ελλάδα, αλληλογραφία, το 2020 και μάλιστα σε μεγαλύτερα ποσοστά (75,9%, από 47,6% για το δείκτη ταχύτητας και 67,2%, από 20,2% για τον δείκτη αξιοπιστίας).
Κατά συνέπεια η ΕΕΤΤ διαπιστώνει «περαιτέρω πτώση στην ποιότητα της εξερχόμενης/ εισερχόμενης διεθνούς αλληλογραφίας στη χώρα μας, σε σχέση με το 2019».
Πηγή: ethnos.gr