Ήταν 23 Ιουνίου του 1996. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, μετά από σοβαρά προβλήματα υγείας, καταλήγει, στο σπίτι του στην Εκάλη, από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο, σε ηλικία 77 ετών προκαλώντας θλίψη στον πολιτικό κόσμο και σε όλους εκείνους που υπήρξαν θερμοί υποστηρικτές του. Αναμφισβήτητα ο Ανδρέας Παπανδρέου, ήταν ο τελευταίος ηγέτης της χώρας, με τόση μεγάλη επιρροή.
Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου (5 Φεβρουαρίου 1919 – 23 Ιουνίου 1996) ήταν Έλληνας πολιτικός, πρόεδρος και ιδρυτής του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ) και αργότερα του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), του οποίου η ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή Κυριαρχία – Κοινωνική Απελευθέρωση».
Διετέλεσε πρωθυπουργός τις περιόδους 1981-1989 και 1993-1996. Ήταν γιος του επίσης πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος ήταν γνωστός και ως «Γέρος της Δημοκρατίας». Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο κόρη του Πολωνού Ζίγκμουντ Μινέικο.
Υπήρξε ηγέτης με ευρύτατη λαϊκή αποδοχή: σε έρευνα της εφημερίδας Καθημερινή το 2007, η πρώτη κυβέρνησή του αναδείχθηκε η καλύτερη της Μεταπολίτευσης και ο ίδιος ο σημαντικότερος πρωθυπουργός της περιόδου. Ομοίως, σε δημοσκόπηση για την εφημερίδα Real News το 2010 και σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 2013, ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος πρωθυπουργός μετά το 1974.
Από την άλλη δημιούργησε πολλούς φανατικούς εχθρούς στο εσωτερικό, και προκάλεσε συχνά την αγανάκτηση της δυτικής κοινής γνώμης και σωρεία επικριτικών κειμένων στα δυτικά ΜΜΕ.
Ήταν ίσως ο πολιτικός με τη μεγαλύτερη συμβολή στη διαμόρφωση του πολιτικού και κομματικού συστήματος στη σύγχρονη Ελλάδα. Ανέτρεψε τον κυρίαρχο πολιτικό διαχωρισμό «Εθνικόφρονες-Κομμουνιστές» και στη θέση του επέβαλλε το δίπολο «Δεξιά-Αντιδεξιά».
Το ΠΑΣΟΚ που δημιούργησε ήταν το πρώτο κόμμα εξουσίας στην ελληνική ιστορία με μαζική οργάνωση (στα πρότυπα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας), αντί του παραδοσιακού κόμματος στελεχών, ένα πρότυπο οργάνωσης που θα υιοθετούσε από τον Παπανδρέου και η Νέα Δημοκρατία. Από το κυβερνητικό του έργο ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική πολιτική ιστορία έχουν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) και η συνταγματική αναθεώρηση του 1985-1986, η οποία παγίωσε το σύστημα κοινοβουλευτικής εξουσίας που ισχύει έως και σήμερα, περιορίζοντας δραστικά τις «βασιλικές» εξουσίες του Προέδρου.
Άλλες σημαντικές τομές των κυβερνήσεών του ήταν η νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, η ψήφος στα 18, η εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος γραφής (1982), η κατάργηση της σχολικής ενδυμασίας (1982), η θέσπιση των επιδομάτων (τέκνων, αναπηρίας κτλ), η αναγνώριση του εργατικού ατυχήματος, οι αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο όπως η καθιέρωση της ισότητας των δύο φύλων και η απαγόρευση του αναχρονιστικού θεσμού της προίκας, η κατάργηση πλείστων μεταξικών και μετεμφυλιακών νόμων, όπως αυτοί του τεντιμποϊσμού και της κατασκοπείας, η άσκηση ακηδεμόνευτης και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και η μεγάλη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, η αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και η παραχώρηση άδειας επιστροφής στην Ελλάδα στους πολιτικούς πρόσφυγες του Δημοκρατικού Στρατού.
Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου από τον συντηρητικό και τον φιλελεύθερο χώρο αναγνώρισαν τις προσπάθειές του να αποκαταστήσει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που είχαν υποστεί διώξεις και ταπεινώσεις από το αυταρχικό μετεμφυλιακό κατεστημένο και να χτίσει κράτος πρόνοιας, αλλά επέκριναν την μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους στην οικονομική του διαχείριση, την προσπάθεια επιβολής στη δημόσια διοίκηση που του καταλόγισαν και την εξωτερική του πολιτική, την οποία θεωρούσαν μαξιμαλιστική και επικίνδυνη στις μεθόδους και τους στόχους της, ενώ από τον χώρο της Αριστεράς υπήρξαν επικρίσεις για την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων καθώς και για το καθεστώς προσωπολατρίας με το οποίο τον περιέβαλλαν τα πλήθη των πολιτικών οπαδών του.
Εκτός από πολιτικός, ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν και «σταρ» και συχνά απασχολούσε τα ΜΜΕ με την κοινωνική του ζωή, ενώ πτυχές από το προσωπικό «στυλ ζωής» του έγιναν αντικείμενο μίμησης από πολλούς Έλληνες.
Γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1919 στην Χίο και ήταν γιος του Γεωργίου Παπανδρέου, Γενικού Διοικητή Αιγαίου τότε και μετέπειτα πρωθυπουργού, και της Σοφίας Μινέικο, κόρης του Ζίγκμουντ Μινέικο, Πολωνού αριστοκράτη και στρατιωτικού μηχανικού. Μεγάλωσε στην Αθήνα και φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου μεταξύ άλλων ήταν συμμαθητής με τους Πέτρο Σιφναίο, Πάρι Κωνσταντινίδη, Γεώργιο Σκιαδαρέση, εργολάβο, και Λεωνίδα Αδάμ. Με τους τελευταίους τρεις θα δημιουργήσει, σε ηλικία δεκαπέντε ετών, το 1934, το Μαρξιστικό περιοδικό «Ξεκίνημα», όπου και δημοσίευσε πολλά άρθρα για το Σοσιαλισμό. Κάθε τεύχος του περιοδικού είχε στην προμετωπίδα του τους στίχους του Κωστή Παλαμά «Δουλέψτε τον ξανά τον κόσμο στη φωτιά!».
Η «Εστία», η πιο σημαντική τότε εφημερίδα της Δεξιάς παράταξης, αντέδρασε απαιτώντας τον εξοβελισμό του νεαρού Ανδρέα Παπανδρέου από την ελληνική κοινωνία γιατί «θα καθίστατο επικίνδυνος για τη χώρα». Το Υπουργείο Παιδείας – στο οποίο δύο χρόνια νωρίτερα Υπουργός ήταν ο πατέρας του – διέταξε ανακρίσεις και οι «παρεκτραπέντες» μαθητές τιμωρήθηκαν με διαγωγή «επίμεμπτο» στο ενδεικτικό τους.
Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε γνωριστεί με τρεις σημαντικές μορφές του σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, τον Παντελή Πουλιόπουλο (αργότερα εντάχθηκε και στην οργάνωσή του, την ΕΟΚΔΕ), τον Μιχάλη Ράπτη («Πάμπλο») και τον Πλάτωνα Δρακούλη.
Η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ
Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου. Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος.
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Kινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε.
Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του ΠΑΚ Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, αργότερα βουλευτή νομού Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον Κώστα Σημίτη. Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ, αγωνιστές διωχθέντες από τη Χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στη διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος.
Από τη Μεταπολίτευση στην Αλλαγή
Οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου του 1974, όπου λαμβάνει 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές.[32] Είναι η περίοδος που κυριαρχεί η αντιαμερικανική και αντιΝΑΤΟϊκή χροιά στην πολιτική του. Παράλληλα καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (κάτι στο οποίο συνέβαλαν και οι διαγραφές διαφωνούντων από το Κόμμα, όπως στελεχών της «Δημοκρατικής Άμυνας» και τη νεολαίας).
Στις 11 Δεκεμβρίου 1974 ο Kωνσταντίνος Kαραμανλής λέει στη Bουλή «H Eλλάς ανήκει εις τον δυτικόν κόσμο». Ο Παπανδρέου του απαντά «Προτιμούμε να ανήκουμε εις τους Έλληνας».
Στις εκλογές της 20 Δεκεμβρίου 1977 οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στην αξιωματική αντιπολίτευση, λαμβάνοντας το 25,34% των ψήφων και εκλέγοντας 93 βουλευτές, για να το οδηγήσει τελικά στην εξουσία το 1981.
Το διάστημα 1974-1981, το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα έχουν μία θεαματική, μοναδική στην ελληνική πολιτική ιστορία άνοδο. Από το 13,58% των ψήφων το Νοέμβριο του 1974, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα εκτιναχθεί στο 48,1% τον Οκτώβριο του 1981. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από τα δεξιά, αλλά ούτε και ο Χαρίλαος Φλωράκης από τα αριστερά μπόρεσαν να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά στον Ανδρέα Παπανδρέου.
Στα δεξιά του, ο Ανδρέας Παπανδρέου επέκρινε την υποχωρητική εξωτερική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας σε σχέση με τις τουρκικές διεκδικήσεις, κατήγγειλε συνεχώς τη δεξιά παράταξη για την τραγωδία και απώλεια της Κύπρου (αδέξια Δεξιά, όπως έλεγε), ζητούσε Ελληνοποίηση του Υπουργείου Εξωτερικών και παράλληλα οι δικές του σκληρές θέσεις στα εθνικά θέματα βρήκαν μεγάλη απήχηση σε πολλούς εθνικιστές.
Στα αριστερά του, επέκρινε το ΚΚΕ για την δειλή στάση του σε διάφορες απεργίες και κινητοποιήσεις, και οι συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ ήταν αυτοί που διακρίθηκαν περισσότερο στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις της περιόδου 1975-1977 έχοντας σχεδόν πάντα πιο αριστερές και επιθετικές απόψεις από τους αντίστοιχους του ΚΚΕ.[38] Κυρίως όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που μπόρεσε πειστικά να εγγυηθεί στους ΕΑΜογενείς πολίτες το τέλος της κοινωνικο-πολιτικής απομόνωσής τους, ότι θα πάψουν να είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας, κάτι που τελικά και έγινε μετά το 1981, με μέτρα όπως την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης των ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τη διάλυση της Χωροφυλακής.
Ο φόβος ότι ενδεχομένως οι Ένοπλες Δυνάμεις θα σταματούσαν την άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην εξουσία εκμηδενίστηκε από την πολύ μεγάλη απήχηση που είχε σε αυτόν το χώρο το ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει την ομάδα των χουντικών αξιωματικών για βιασμό της δημοκρατίας, βαρβαρότητα και εγκληματική ηλιθιότητα σε σχέση με την απώλεια της Κύπρου, αλλά πίστευε πως, απαλλαγμένο από τους χουντικούς, το σώμα των αξιωματικών ήταν «η αιχμή του οράματος της εθνικής αναγέννησης»: ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός πολιτευτών του ΠΑΣΟΚ επί Ανδρέα Παπανδρέου ήταν απόστρατοι αξιωματικοί, και μετά το 1981 μερικοί ανέλαβαν και Υπουργοί (Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος, Αντώνης Δροσογιάννης, Νικόλαος Κουρής).
Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48,1% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας. Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού. Η προεκλογική εκστρατεία του Α. Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· συνήθως προσφωνούνταν, από φίλους και αντίπαλους, με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».
Αναθεώρηση του Συντάγματος
Στις 9 Μαρτίου του 1985 και καθώς πλησίαζε το τέλος της πρώτης θητείας του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου, (παρότι λέγεται ότι είχε δώσει διαβεβαιώσεις ιδιωτικώς ότι θα ξαναπρότεινε τον Καραμανλή), πρότεινε αιφνιδιαστικά για Πρόεδρο τον Αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη (γνωστό από τη γενναία στάση του στην υπόθεση δολοφονίας Λαμπράκη) και ταυτόχρονα ανακοίνωσε το ξεκίνημα διαδικασίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με στόχο την πλήρη καθιέρωση του κοινοβουλευτισμού. Αυτή η ξαφνική πρωτοβουλία προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού στους υποστηρικτές του, αλλά και ξέσπασμα οργής στους αντιπάλους του.
Είχε προηγηθεί περίδος αβεβαιότητας, καθώς πολλοί πίστευαν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πρότεινε τον Καραμανλή για δεύτερη θητεία, κάτι για το οποίο πίεζαν έντονα και όλα τα εκδοτικά συγκροτήματα, ορισμένα στελέχη της μετριoπαθούς αριστεράς και φυσικά η δεξιά αντιπολίτευση. Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν είχε πάρει δημοσίως όμως ξεκάθαρα θέση.
Στην εισήγησή του στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ ο Ανδρέας Παπανδρέου δήλωσε ότι επιτέλους με την αναθεώρηση θα καθιερωνόταν πραγματική κοινοβουλευτική δημοκρατία στον τόπο, με τα αντιδημοκρατικά στοιχεία του συντάγματος του 1975 να εκλείπουν: «Μ’ αυτή την πρόταση που κάναμε, είπαμε όχι στην ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ στο σύστημα. Επιβεβαιώσαμε για μια φορά ακόμα, το βαθειά δημοκρατικό και ριζοσπαστικό χαρακτήρα αυτού του Κινήματος, που λυτρώνει το λαό από τα δεσμά τα οποία χαλκεύτηκαν από την ολιγαρχία, ξένη και ντόπια, και τους εκφραστές της.
Πράγματι, οι διαστάσεις της απόφασής μας γίνονται τώρα ανάγλυφες. Αντιμετωπίζαμε ίσως, στο πρόβλημα της επιλογής Προέδρου Δημοκρατίας, το πιο σημαντικό ερώτημα των τελευταίων δεκαετιών. Με την πρότασή μας επίσης, για την αναθεώρηση του Συντάγματος, των διατάξεων εκείνων κυρίως του Συντάγματος που προσδιορίζουν τις Προεδρικές εξουσίες και αντίστοιχα τις εξουσίες του Κοινοβουλίου και της λαοπρόβλητης Κυβέρνησης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας γίνεται πραγματικά υπερκομματικός, γίνεται το σύμβολο της ενότητας του Έθνους.
Οι εξουσίες τις οποίες το Σύνταγμα του 1975 είχε δώσει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον καθιστούσαν, εν μέρει, όχι μόνο ανώτατο άρχοντα ουδέτερο απέναντι στα κόμματα, αλλά του έδιναν και σημαντικότατη αποφασιστική πολιτική εξουσία, η οποία στα Κοινοβουλευτικά πολιτεύματα διαφυλάσσεται για τα Κοινοβούλια, και τις Κυβερνήσεις που τα Κοινοβούλια στηρίζουν».
Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου τον κατηγόρησαν για «πολιτικό πραξικόπημα» και «εξαπάτηση» του Καραμανλή, και επέκριναν τον τρόπο λήψης της απόφασής του, που πάρθηκε από τον ίδιο και στενό κύκλο συνεργατών του (Μένιος Κουτσόγιωργας, Αντώνης Λιβάνης) χωρίς ανάμειξη της κυβέρνησης και του κόμματος, του οποίου βέβαια η βάση δεν ήθελε με τίποτα τον Καραμανλή. Η διαδικασία μάλιστα εκλογής του νέου Προέδρου (τα περίφημα «ροζ ψηφοδέλτια») ήταν ακόμα μια περίπτωση έντονης κριτικής από την αντιπολίτευση. Στον αντίποδα, οι υποστηρικτές του Παπανδρέου αλλά και το ΚΚΕ (μέλη του οποίου είχαν διωχθεί, φυλακισθεί και εξορισθεί από τις κυβερνήσεις Καραμανλή 1955-1963) επικρότησαν την κίνηση του Ανδρέα ως σημαντικό βήμα εκδημοκρατισμού της πολιτικής ζωής και ως αποκαθήλωση του μετεμφυλιακού συστήματος εξουσίας: ο Σαρτζετάκης τελικά εκλέχθηκε Πρόεδρος και το Σύνταγμα αναθεωρήθηκε με τις ψήφους ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ. Η απομάκρυνση του Καραμανλή από το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα βοήθησε πολύ στη νίκη του Ανδρέα Παπανδρέου στις εκλογές του Ιουνίου 1985, με την έννοια της συσπείρωσης των αντιδεξιών ψηφοφόρων.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά και η πτώση της κυβέρνησης
Το 1988 ξεσπά το οικονομικό σκάνδαλο Κοσκωτά στο οποίο κατηγορήθηκαν ότι ενεπλάκησαν στελέχη της τότε κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου χαρακτήρισε τις κατηγορίες εναντίον του ως μια συνωμοσία των «σκοτεινών αντιδραστικών δυνάμεων» και των «ξένων κύκλων» για να «αποσταθεροποιήσουν» την Ελλάδα. Ακολουθεί περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά ο Ανδρέας Παπανδρέου οδηγείται εσπευσμένα στο Νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υποβάλλεται σε σοβαρή εγχείρηση καρδιάς από τον διάσημο Αιγύπτιο καρδιοχειρουργό Μαχντί Γιακούμπ. Τα γεγονότα αυτά οδηγούν στην πτώση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου του 1989.
Την περίοδο της συγκυβέρνησης Τζαννή Τζαννετάκη οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. και του Συνασπισμού παραπέμπουν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο τον αθωώνει οριακά για τις κατηγορίες περί εμπλοκής του στο σκάνδαλο Κοσκωτά, αλλά και για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Η δίκη για το σκάνδαλο Κοσκωτά άρχισε στις 16 Μαρτίου 1991, στην οποία δεν παρέστη ο ίδιος, καταγγέλλοντάς την ως μεθόδευση των πολιτικών του αντιπάλων και σκευωρία εις βάρος του και εις βάρος του ΠΑΣΟΚ. Στη δίκη αυτή καταδικάστηκαν ο Δημήτρης Τσοβόλας και ο Γιώργος Πέτσος, ενώ ο συγκατηγορούμενός τους Μένιος Κουτσόγιωργας απεβίωσε κατά τη διάρκεια της δίκης.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέλαβε το μερίδιο της πολιτικής του ευθύνης όχι μόνο διότι στην περίοδο που δραστηριοποιήθηκε ο Γιώργος Κοσκωτάς ήταν πρωθυπουργός, αλλά και διότι σύμφωνα με τον ίδιο «η κυβέρνησή του δεν κατόρθωσε να εμποδίσει την οικονομική αναρρίχηση ενός ανθρώπου χωρίς επιφάνεια, που αποδείχθηκε εκ των υστέρων απατεώνας». Αρνήθηκε, όμως, την οποιαδήποτε σχέση με την ποινική πλευρά της υπόθεσης.
Χρόνια αργότερα στην τηλεοπτική εκπομπή «Ανατροπή» του δημοσιογράφου Γιάννη Πρετεντέρη στον τηλεοπτικό σταθμό Mega Channel, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δήλωσε ότι μετάνιωσε για την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, αλλά τόνισε ότι προχώρησε σ’ αυτή την πράξη, καθώς ήθελε να τηρήσει την προεκλογική του υπόσχεση.
Η επιστροφή στην εξουσία και το τέλος
Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου του 1993, ο Ανδρέας Παπανδρέου, απαλλαγμένος πλέον από τις κατηγορίες, επιστρέφει θριαμβευτικά στην εξουσία με άνετη πλειοψηφίατης τάξης του 47%.[86] Αποφασίζεται η μεταστροφή της οικονομικής πολιτικής της χώρας, μπαίνοντας έτσι ουσιαστικά σε πορεία προς την ΟΝΕ. Επίσης, αναγνωρίζεται η γενοκτονία των Ποντίων, δημιουργείται το ΑΣΕΠ (νόμος Πεπονή), ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στα Σκόπια.
Όμως, η περιπέτεια του σκανδάλου Κοσκωτά και η πολιτική ένταση των περασμένων χρόνων έχουν επιβαρύνει πλέον σοβαρά την υγεία του και στις 21 Νοεμβρίου του 1995 εισάγεται εσπευσμένα στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας,(αρχή πνευμονίας). Οι πιέσεις που του ασκούνται τον αναγκάζουν να υπογράψει τον Ιανουάριο του 1996 την παραίτησή του, δηλώνοντας ότι «τα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν να περιμένουν».
Στις 23 Ιουνίου 1996 ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει μετά από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο στο σπίτι του στην Εκάλη. Κηδεύεται στις 26 Ιουνίου 1996 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών με τιμές εν ενεργεία αρχηγού κράτους, κάτι που τελευταία φορά στην Ελλάδα είχε συμβεί το 1964, όταν είχε πεθάνει ο τότε βασιλέας Παύλος.
Ο θάνατός του προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλη τη χώρα, και πλήθη κόσμου, που κυμαίνονταν από «εκατοντάδες χιλιάδες» έως «εκατομμύρια» παρευρέθησαν στη κηδεία του Ανδρέα Παπανδρέου. Εκφωνήθηκαν συνολικά 12 επικήδειοι λόγοι από Έλληνες και ξένους αξιωματούχους, με πρώτο αυτόν του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη και τελευταίο αυτόν του γιου του Ανδρέα Παπανδρέου και τότε υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Γιώργου Παπανδρέου, ενώ παρευρέθησαν σχεδόν 100 πολιτικές προσωπικότητες από όλο τον κόσμο, πρωτοφανές για Έλληνα πολιτικό.
Μεταξύ τους ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Ρόμπερτ Ρούμπιν (εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο Μπιλ Κλίντον), ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Κλάους Χενς, ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Πιέρ Μωρουά (που εκφώνησε και έναν από τους επικήδειους) ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης, ο πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, ο πρωθυπουργός της ΟλλανδίαςΒιμ Κοκ, ο πρώην πρωθυπουργός της Ισπανίας και στενός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου Φελίπε Γκονθάλεθ, ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Αλεξάντερ Μέξι, ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Ζαν Βίντενοφ, ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Χραντ Μπαγκρατιάν, ο πρωθυπουργός της Σλοβενίας Γιάνεζ Ντρνόβσεκ, ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Κλάους Κίνκελ, ο υπουργός Άμυνας της Μεγάλης Βρετανίας Μάικλ Πορτίλο, ο αντιπρόεδρος της Ρωσικής κυβέρνησης Βιτάλι Ιγκνατένκο, ο υπουργός Εξωτερικών του Καναδά Λόυντ Αξγουόρθι, ο αντιπρόεδρος της Ουκρανίας Ιβάν Κάδρας, ο αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών της Μάλτας Γκουίντο Ντε Μάρκο, υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου Ερίκ Ντερικέ, ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Εμρέ Γκιονενσάι και ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος της Τουρκίας Ερντάλ Ινονού, ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν Αλί Αχμάρ Βελαγιατί, ο γενικός γραμματέας του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Λιονέλ Ζοσπέν, ο πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) Όσκαρ Λαφοντέν, η πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Πωλίν Γκρην και πολλοί άλλοι.
Διάσημες φράσεις του
Μερικές από τις πιο διάσημες ρήσεις του:
• Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες (βασικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ ως και το 1996)
• Το κοινωνικό κράτος δεν χαρίζεται, με αγώνα κερδίζεται
• Το ΠΑΣΟΚ στη κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία
• Στις 18, Σοσιαλισμός (το 1981)
• Βυθίσατε το Χόρα
• Ο Λαός εμίλησε
• Απόψε πεθαίνει η δεξιά (το 1981)
• Ο λαός δε ξεχνά τι σημαίνει δεξιά
• Δεν υπάρχουν θεσμοί, μόνο λαός
• Τσοβόλα δώστα όλα (φράση που ειπώθηκε σε προεκλογική συγκέντρωση στο Περιστέρι, στις 20 Απριλίου 1989. Οι αντίπαλοι του Παπανδρέου την χαρακτήρισαν ψηφοθηρική και δημαγωγική, ενώ οι υποστηρικτές του ως απόδειξη ότι μετά το σταθεροποιητικό πρόγραμμα 1985 – 1987, η Κυβέρνηση μπορούσε να ασκήσει πολιτική παροχών)
• Το όνομά μας είναι η ψυχή μας (εξηγώντας τη σκληρή στάση του και το εμπάργκο που επέβαλλε στα Σκόπια)
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν επίσης υπεύθυνος για την εισαγωγή νέων όρων στο ελληνικό πολιτικό λεξικό, όπως λαοθάλασσα, ετεροχρονισμός, αιθεροβάμων, αναδόμηση, χρονοντούλαπο της ιστορίας
Πηγή πληροφοριών: Wikipedia
Πηγή: newsbomb.gr