Όταν η καθηγήτρια Μικροβιολογίας του ΑΠΘ Άννα Παπά-Κονιδάρη αντίκρισε για πρώτη φορά τον SARS-CoV-2, σε μικρή απόσταση από το εργαστήριό της εκείνη την ημέρα, 26 Φεβρουαρίου, διεξαγόταν η πιο ενδιαφέρουσα ημερίδα του χειμώνα από την Eλληνική Εταιρεία Ιολογίας. Μοναδικό της θέμα, ο νέος κορωνοϊός και το πώς έπρεπε να δράσουν οι υγειονομικοί φορείς και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό μόλις αυτός εμφανιστεί στην Ελλάδα.
Τέτοια σύμπτωση; «Τέτοια», απαντά η ίδια… «Βιβλίο μπορεί να γράψει κανείς για τον κορωνοϊό… Εκείνη τη μέρα βρισκόμουν στην ημερίδα της Εταιρείας (σ.σ. της οποία είναι πρόεδρος) και με ειδοποίησαν από το εργαστήριο ότι ένα από τα ύποπτα δείγματα ήταν μάλλον θετικό. Άφησα τις εργασίες και πήγα στο εργαστήριο να δω το αποτέλεσμα».
«You are not welcome!» (Δεν είσαι ευπρόσδεκτος!), αναφώνησε η κ. Παπά κοιτώντας την ένδειξη της μεθόδου PCR στον υπολογιστή του Εργαστηρίου, επιβεβαιώνοντας και «ιδίοις όμμασιν» ότι το δείγμα της γυναίκας από τη Θεσσαλονίκη, που είχε επιστρέψει από το Μιλάνο της Ιταλίας, ήταν χωρίς αμφιβολία θετικό.
«Eνημερώσαμε αμέσως τον ΕΟΔΥ (και το υπουργείο) και επέστρεψα στην αίθουσα της ημερίδας, όπου πληροφόρησα τους συνέδρους ότι έχουμε το πρώτο περιστατικό του νέου κορωνοϊού στην Ελλάδα. Όλοι έμειναν άναυδοι. Δεν έχει ξαναγίνει (κάτω απ αυτές τις συνθήκες) αυτή η σύμπτωση…». Λίγη ώρα αργότερα, οι βασικοί ομιλητές της επιστημονικής εκδήλωσης (λοιμωξιολόγοι και μικροβιολόγοι, οι ίδιοι που κλήθηκαν αργότερα να τον αντιμετωπίσουν στο ΑΧΕΠΑ με κάθε μέσο) πήγαν στο Εργαστήριο του ΑΠΘ για να δουν και αυτοί το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα του SARS-CoV-2 στην Ελλάδα.
Εβδομήντα πέντε μέρες μετά, το Εργαστήριο του τμήματος Μοριακής Διαγνωστικής και Ειδικών Παθογόνων Ιών έχει διερευνήσει περισσότερα από 8.000 δείγματα από όλη τη Βόρεια Ελλάδα, έχει εντοπίσει ένα μεγάλο μέρος του συνόλου των θετικών δειγμάτων στη χώρα και συνεχίζει να δίνει τη «μάχη» προσθέτοντας πολύτιμα ευρήματα που μπορεί να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του νέου κορωνoϊού.
«Κανένας δεν μπορεί να είναι να είναι σίγουρος», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Παπά απαντώντας στην ερώτηση, αν ο νέος κορωνοϊός κυκλοφορούσε στην Ελλάδα πριν από τις 26 Φεβρουαρίου που τον εντόπισε το εργαστήριο που διευθύνει. «Όμως γενικότερα -προσθέτει- από την επιδημιολογία φαίνεται ότι δεν υπήρχαν πολλά περιστατικά στη Θεσσαλονίκη. Ήταν αυτό και ακολούθησαν τα άλλα του συγγενικού περιβάλλοντος αλλά δεν φαίνεται να υπήρχε μεγάλη συρροή κρουσμάτων. Αυτό μας κάνει να πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να κυκλοφορούσε… Ωστόσο αυτό από μια φυλογενετική μελέτη μπορεί να φανεί…».
Στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου, η ανίχνευση πάντως των κρουσμάτων ήταν πιο δύσκολη καθώς ο ιός της γρίπης ήταν επίσης παρών. Η έξαρσή του είχε κορυφωθεί στα τέλη Ιανουαρίου και τελικά τη δεύτερη εβδομάδα του Μαρτίου σταμάτησε να κυκλοφορεί στη χώρα. Σύμφωνα με την κ. Παπά, οι δύο ιοί συνυπήρξαν για χρονικό διάστημα λιγότερο των τριών εβδομάδων αλλά για το ποιος θα μπορούσε να …κυριαρχήσει «αυτό δεν μπορεί να το πει κανείς αν δεν το δει να συμβαίνει. Είναι δύο ανεξάρτητοι ιοί», είπε η καθηγήτρια του ΑΠΘ, «και εκείνο που έχει σημασία να δούμε είναι εάν κάποιος μολυνθεί από τον έναν πόσο ευάλωτος είναι για τον άλλον».
Το Εργαστήριο (και κέντρο αναφοράς του ιού στη Β. Ελλάδα) έχει ξεκινήσει αυτή την περίοδο μία νέα μελέτη σχετικά με την κυκλοφορία του νέου κορωνοϊού στην Ελλάδα. Απαντώντας στην ερώτηση εάν έχει διαπιστωθεί να κυκλοφορεί ή να κυκλοφορούσε άλλο στέλεχος του SARS-CoV-2 στην Ελλάδα, η κ. Παππά εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως «σίγουρα υπάρχει και είναι αναμενόμενο γιατί είχαμε εισαγόμενα περιστατικά από διάφορες χώρες. Από την Ιταλία, την Αγγλία… Κάθε εισαγόμενο είναι διαφορετικό στέλεχος…». Όπως η ίδια διευκρίνισε, «μιλάμε για παραλλαγές μικρές του στελέχους, ένα είναι το στέλεχος, αλλά έχουν μικρές αλλαγές στο γονιδίωμά τους. Αυτές θα αναδειχθούν με μία μελέτη φυλογενετικής ανάλυσης και φυλο-γεωγραφίας. Σε αυτή βλέπει κανείς πόσο τα στελέχη μοιάζουν μεταξύ τους και με βάση τις αλληλουχίες της τράπεζας γονιδιακών πληροφοριών μπορεί να τα συσχετίσει και ανά χώρα. Αυτά τα αδιάγνωστα, (τα «ορφανά κρούσματα», όπως θέλουν να τα αποκαλούν κάποιοι) με μία τέτοια μελέτη βλέπουμε με ποια χώρα σχετίζονται. Αυτή η προσπάθεια βρίσκεται σε εξέλιξη και θα συμπληρωθεί από δεύτερη που θα ακτινογραφήσει την πορεία του ιού από τη στιγμή που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και κυρίως με το ρυθμό που αυτός εξελίχθηκε» και εξελίσσεται, συμπεράσματα κρίσιμα για τον πληθυσμό. Πάντως- συμπλήρωσε η κ. Παπά- «δεν φάνηκε να υπάρχει σαφής διαφορά μεταξύ των στελεχών εδώ…».
Παραπλήσια μελέτη έγινε στο παρελθόν και για τον ιό του δυτικού Νείλου (που μεταδίδεται στον άνθρωπο από μολυσμένα κουνούπια) προσδιορίζοντας το πότε και ποιες φορές ήρθε στη χώρα ο συγκεκριμένος ιός, κρούσματα του οποίου (και θάνατοι) καταγράφονται κάθε καλοκαίρι, από το 2010, σε διάφορες περιοχές στην Ελλάδα.
Με δεδομένο ότι σε μερικές εβδομάδες η χώρα θα βρεθεί στην περίοδο εμφάνισης του ιού του δυτικού Νείλου, η κ. Παπά ανέφερε ότι ενδεχομένως «θα υπάρχει πρόβλημα με τα ήπια περιστατικά, δηλαδή αυτά που έχουν μόνο ένα εμπύρετο σύμπτωμα. Εκεί -πρόσθεσε- δεν θα ξέρουμε εάν είναι εμπύρετο που οφείλεται στον “κορώνα” ή στον ιό του δυτικού Νείλου. Πρόκειται για δύο διαφορετικές καταστάσεις: ο ιός του δυτικού Νείλου προσβάλλει συνήθως το νευρικό σύστημα και προκαλεί εγκεφαλίτιδα ή μηνιγγίτιδα ενώ ο κορωνοϊός είναι ξεκάθαρο ότι προσβάλλει πιο πολύ το αναπνευστικό σύστημα… Κάποια ήπια περιστατικά, με μόνο τον πυρετό μπορεί να μας προβληματίσουν. Τέτοια θα πρέπει να τα ελέγχουμε και για τα δύο (και για το νέο κορωνοϊό και για ιό του Δυτικού Νείλου) και μπορεί -έσπευσε να σημειώσει- να μην είναι και τίποτα απ αυτά τα δύο…».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ