Χθες άλλο ένα πτώμα εντοπίστηκε στην παραλία «Καμάρες» της Σίφνου. Ένας νεκρός πρόσφυγας, θύμα του ναυαγίου της 22ας Δεκεμβρίου στη Φολέγανδρο, από το οποίο αγνοούνται ή η θάλασσα εκβράζει στις παραλίες των κυκλαδονήσων νήπια, παιδιά, μεγαλύτερης ηλικίας άνθρώπους. Όλοι μέτοχοι της προσφυγικής δυστυχίας και απελπισίας της εποχής μας. Όλοι επιβάτες του νεοπροσφυγικού κύματος.
Είναι το έβδομο πτώμα που η θάλασσα εκβάλλει στις ταφικές αμμουδιές της Νάξου, της Φολεγάνδρου, της Πάρου και της Σίφνου από τις 4 Ιανουαρίου. «Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις», γράφει σε ομότιτλο ποίημά του ο Ντίνος Χριστιανόπουλος.
Εδώ το δράμα είναι διαφορετικό και μεγαλύτερο, γιατί δεν πρόκειται για ένα αμέριμνο κολύμπι, για ένα ξέγνοιαστο ταξίδι. Είναι η άσκηση μιας συγκεκριμένης πολιτικής συμφερόντων, που εκπρεμνίζει τους ανθρώπους από τις πατρογονικές εστίες τους.
Περίμενα να περάσουν λίγες μέρες για να δω αν υπάρξουν αντιδράσεις για τα νεκρά νήπια που η θάλασσα απόθεσε στις ελυτικές «αμμουδιές του Ομήρου», στο πολύφερνο Αιγαίο, που ένας σύγχρονος ωδός σαν τον Ανδρέα Κάλβο θα τραγουδούσε και σήμερα: «Χλωρά, μοσχοβολοῦντα/νησία τοῦ Αἰγαίου πελάγους,/εὐτυχισμένα χώματα/ὅπου ἡ χαρὰ κ᾿ ἡ εἰρήνη/πάντα ἐκατοίκουν». Ματαίως.
Τραγωδία δίχως τέλος στη Νάξο: Μία ακόμα σορός μικρού παιδιού στη Γλυφάδα
Το περασμένο μόλις Σάββατο ένας δικός μας Αϊλάν- ήταν δεν ήταν τριών χρονών, κατά τη λιμενική εκτίμηση-, με τη σαλιάρα και την πιπίλα του, την οποία συγκρατούσε ένα κορδονάκι με χάντρες, βρέθηκε στην παραλία Γλυφάδα του νησιού μας. Άλλους τρεις έφηβους και νέους ανθρώπους αντίκρυσαν απρόσμενα οι παραλίες Πυργάκι και Αγιασσός τις προηγούμενες μέρες.
Ούτε μια διαμαρτυρία (πού είναι η τοπική Αριστερά;) για το σύγχρονο δουλεμπόριο και την πολιτική κυβερνήσεων και της διεθνούς κοινότητας, συσσωματωμένης στον ΟΗΕ και σε άλλες διεθνείς οργανώσεις. Τι θα έλεγε πάλι για τους σύγχρονους δουλέμπορους και τους ετερόκλητους πάτρωνές τους ο Κάλβος; «Ἄμμετε, μὴν ἀφήσετε/ζῶντα κανένα· ἀπ᾿ αἷμα/τὰ αἰγαῖα νερὰ βαμμένα/κύματ᾿ ἂς ἔχουν γέμοντα/ἀπὸ σφαγάδια». Ο θάνατος, ανεξάρτητα από τα αίτιά του, έχει κοινό τόπο εκτέλεσης.
Το φαινόμενο είναι ανησυχητικό. Αποκαρδιωτικό, θα έλεγα. Όχι μόνο για την Αυτοδιοίκησή μας, που αρέσκεται σε ανώδυνα και χαρωπά ψηφίσματα, αλλά και για την Εκκλησία, για τα κοινωνικά υποκείμενα που για ψύλλου (ή άλλου απτέρου εντόμου) πήδημα καταγγέλλουν, εκβοούν και διαμαρτύρονται.
Θυμάστε τι έγινε στις αρχές Σεπτεμβρίου 2015, πριν από 5,5 περίπου χρόνια; Ο Αϊλάν ( Aylan Kurdi) από τη Συρία, τριών χρονών νήπιο, εκβράστηκε σε ακτή της Τουρκίας, απέναντι από την Κω. Αλικαρνασσός και Κως, ένας θάνατος δρόμος.
Ξεψύχησε μαζί με τον πεντάχρονο αδελφό του Γκαλίπ (γλίστρησαν από τα χέρια του πατέρα τους από τη βάρκα-κουρελού που επέβαιναν) και την 35χρονη μητέρα τους Ριχάν, στην ύστατη αγωνιώδη προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τις βόμβες της εμπόλεμης Συρίας. Η ιστορία του Αϊλάν (Κουρντί) «στοιχειώνει» την Ευρώπη, έγραφε τότε ο Τύπος.
Η σύγχρονη προσφυγιά σε όλο της το δράμα, τη χρονιά μάλιστα που «γιορτάζουμε» (;) το δικό μας προσφυγικό κύμα που έπνιξε ή έστειλε ασφαλείς, αλλά καθημαγμένους στη χώρα μας τους διωγμένους της Μικρασίας του 1922.
Το σύγχρονο δουλεμπόριο, που ανθεί κάτω από τα απαθή βλέμματα του δήθεν πολιτισμένου κόσμου.
Ο Αϊλάν ταυτοποιήθηκε. Δεν πέρασε στην αιωνιότητα σαν ένας αριθμός. Η εικόνα του, με το κόκκινο μπλουζάκι και το μπλε κοντό παντελονάκι, με το άσπιλο σώμα του μπρούμυτα στην ακτή, γύρισε σε όλο τον κόσμο και συνήγειρε προσωρινά, ως φαίνεται, τις ευαίσθητες ψυχικές χορδές. Έγινε σύμβολο της σημερινής προσφυγιάς.
Δύο μπλούζες, καφέ και μπορντό, μάλλον από τα ζεστά χέρια της θαλασσοπνιγμένης μάνας του, και χωρίς το ένα καλτσάκι του που το πήρε το κύμα, ήταν η φορεσιά του δικού μας Αϊλάν. Ίδια η μοίρα του Αϊλάν της Αλικαρνασσού και του Αϊλάν της Νάξου. Ίδιο το δάκρυ. Ίδιες οι εικόνες της μικρής ζωής τους.
Ο Αϊλάν είχε επιζώντα πατέρα να τον κλάψει. Ο δικός μας;
Η προσφυγική κρίση είναι εδώ. Βιώνουμε τα απόνερά της και στο νησί μας. Η δημοσιογραφική λέξη «τραγωδία» έχει χάσει το σημαινόμενό της από την πολυχρησία, τον πληθωρισμό και την ακυρολεξία.
Οι φτερούγες των νηπίων βράχηκαν στα νερά του Αιγαίου και δεν είχαν τη δύναμη τα σηκωθούν ψηλά, στο ύψος των ελπίδων και των ονείρων της οικογένειάς τους. Δεν πρόλαβαν να γράψουν «τ’ όνομά τους στον καθρέφτη του ουρανού».
Αρκεί η παροδική συγκίνησή μας; Αρκεί η θέαση της αποτρόπαιας εικόνας, που την προσπερνούμε σύντομα και την πνίγουμε, προχωρώντας στo «σκρολλάρισμα» της αδιαφορίας μας; Στην ανακύληση των περιεχομένων της οθόνης (και της ζωής) μας προς τα κάτω;
Δεν θα μάθουμε πόσα ήταν τα ναύλα (οβολός του Χάροντα στην Αχερουσία Λίμνη) για την απόδραση των νηπίων από τον πόλεμο και τη δυστυχία στον άχρονο και άγνωστο κόσμο.
Η φωτογραφία που είδαμε στις ναξιακές ακτές μας συγκλόνισαν. Δεν αφύπνισαν, όμως, συλλογικά τη ληθαργούσα κοινωνία μας. Όπως έγραψε ο Ν. Γκάτσος «μα της ζωής το κύμα το παράφορο/σάρωσε βάρκες και κουπιά/και στο μεγάλο κόσμο τον αδιάφορο/ποιος τη θυμάται τώρα πια».
Ποιος θα σε θυμηθεί μικρέ μας ναξιώτη Αϊλάν, που δεν πρόλαβες να δεις την πατρίδα που δεν διάλεξες, αλλά σε φιλοξένησε άψυχο στην αμμουδιά της!
Η αξία, όμως, της φωτογραφίας του Αϊλάν έχει μείνει και καλύπτει ή εκφράζει τα περιστατικά που είδαμε και δεν είχαν την αντίστοιχη δημοσιότητα και διέγερση του ανθρωπισμού και των ευαισθησιών μας. Με αυτόν εκπροσωπούνται και οι δικοί μας Αϊλάν της προσφυγιάς.
Δυστυχώς συνηθίσαμε στην τραγωδία. Στον θάνατο.
Πώς, όμως, θα ξεπλύνουμε αυτό το ευρωπαϊκό και διεθνές, αυτό το πολιτικό άγος; Μπορούμε να εξαγνιστούμε ως κοινωνία από το σύγχρονο, ιδιόρρυθμο κυλώνειο άγος, όταν τα νήπια-ικέτες στοιχειώνουν και θα στοιχειώνουν για πάντα τις σκέψεις και τις ζωές μας;
Ανατρέχω πάλι στις ωδές του Κάλβου:
«Η τρίμορφος Εκάτη/εθεώρει τα πλοία,/εις του Αιγαίου τους κόλπους/λάμνοντα αδόξως, φεύγοντα/διασκορπισμένα».
Όπως διασκορπισμένη είναι και η δική μας ατομική ευαισθησία. Δεν αφυπνίζουμε το συλλογικό Εγώ μας, το τόσο ευαίσθητο σε δευτερεύοντα και τριτεύοντα θέματα.
Κατά τα άλλα, ««Προανάκριση διενεργείται από το Λιμεναρχείο Νάξου», όπως αναφέρει το δελτίο Τύπου του Αρχηγείου του Λιμενικού Σώματος. Υπηρεσιακά, γραφειοκρατικά, παγερά, άψυχα έπεα. Όπως ο θάνατος.
Επιχώριος
Υστερόγραφο: Να μην το παραλείψω, γιατί αλλιώς θα έχω υποπέσει σε έγκλημα καθοσιώσεως. Ο Ν. Βαθρακοκοίλης κέρδισε το φλουρί της βασιλόπιτας του Δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων και μαζί ένα βιβλίο για τη στιβαρή, υποθέτω, βιβλιοθήκη του, αν και το θέμα του βιβλίου το παίζει στα δάκτυλα. Το υπέρλαμπρο γεγονός δεν αρκεί να φωτίσει τα «γιατί» πάνω από το άψυχο σώμα του δύσμοιρου μικρούλη Αϊλάν της Νάξου.