Ο αρχαιολόγος Γιάννος Κουράγιος μας παρουσιάζει το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πάρου
Ακολουθεί το κείμενο του αρχαιολόγου Γιάννου Κουράγιου
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πάρου
Η καλλιτεχνική παραγωγή της Πάρου κατά την αρχαιότητα αντιπροσωπεύεται από κομψοτεχνήματα της αγγειογραφίας και της πλαστικής. Η εξαιρετική ποιότητα και η μοναδική διαφάνεια του παριανού μαρμάρου, έδωσαν την ώθηση για την ανάπτυξη μιας πρωτοπόρας σχολής γλυπτικής ήδη από τα πρώιμα αρχαϊκά χρόνια. Ο παριανός λυχνίτης ήταν περιζήτητος για την κατασκευή γλυπτών και ναών στα μεγάλα ιερά της Δήλου, των Δελφών, της Ολυμπίας, στην Ακρόπολη των Αθηνών και έγινε το θείο δώρο στα χέρια των πρωτοπόρων παριανών γλυπτών για τη δημιουργία απαράμιλλων έργων. Η δραστηριότητα των εργαστηρίων του νησιού γνώρισε μεγάλη ακμή τον 6ο και τον 5ο αιώνα π.Χ. ενώ γνωστοί γλύπτες από την Πάρο ήταν ο Αριστίων, ο Θρασυμήδης, ο Πλάτθις, ο Κλένης, ο μαθητής του Φειδία Αγοράκριτος. Ο Πλίνιος όμως αναφέρει και τους ζωγράφους Αρκεσίλα και Νικάνορα.
Η συστηματική λατόμευση, ωστόσο, του πεντελικού μαρμάρου στην Αττική και ο οικονομικός μαρασμός των πόλεων της Ιωνίας με τις οποίες η Πάρος είχε στενή σχέση έφεραν την σταδιακή ύφεση της δραστηριότητας των παριανών εργαστηρίων μετά τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ.. Παρ΄ όλα αυτά η καλλιτεχνική παραγωγή συνεχίσθηκε αμείωτα στην Πάρο ως και την Ρωμαϊκή περίοδο, όπως μαρτυρούν τα μαρμάρινα ταφικά μνημεία και οι μαρμάρινες προτομές. Τον 4ο αιώνα π.Χ. εξάλλου, ξακουστός για τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του έγινε ο παριανός γλύπτης Σκόπας, ο οποίος εργάστηκε στο ναό της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα και στο Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού.
Σήμερα, εκτός από το αρχαιολογικό μουσείο του νησιού, τα έργα των παριανών εργαστηρίων κοσμούν τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου και είναι οι κοινωνοί ενός σπουδαίου πολιτισμού.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πάρου οικοδομήθηκε στην δεκαετία του 1950 μετά από ενέργειες του τότε Εφόρου Αρχαιοτήτων Ν. Ζαφειρόπουλου, ο οποίος είχε και την οργάνωση της έκθεσης. Το μουσείο περιλαμβάνει τρεις αίθουσες, μία μεγάλη αυλή και μία στεγασμένη στοά ενώ τα εκθέματά του αντιπροσωπεύουν όλες τις περιόδους της ιστορίας της αρχαίας Πάρου, έτσι η περιήγηση συνιστά ένα έντονα βιωματικό ταξίδι στο παρελθόν.
Τα σημαντικότερα εκθέματα του μουσείου
Η Γοργώ
Το έργο αποτελεί τρανταχτό δείγμα της πρωτοτυπίας στη σύλληψη νέων σχημάτων και μορφών, που χαρακτήρισε τους Παριανούς γλύπτες. Κι αυτό, γιατί είναι το πρώτο και μόνο έργο σε φυσική κλίμακα με ολόκληρο το σώμα στην ίδια κατεύθυνση να προσγειώνεται από τον ουρανό με ορμητική κίνηση, καθώς η μορφή σταματά απότομα με τα φτερά της να ενώνονται πίσω στην πλάτη της. Πρόκειται έτσι, για μια δημιουργία φωτογραφικής αποτύπωσης του στιγμιαίου.
Η ανακάλυψη ενός τέτοιου σπουδαίου έργου αποτελεί μια σημαντική μαρτυρία για την ανάπτυξη ήδη από τα πρώιμα αρχαϊκά χρόνια μιας έντονης καλλιτεχνικής δραστηριότητας στο νησί.
Λατρευτικό είδωλο του Απόλλωνα
Το σημαντικότερο εύρημα από το δωμάτιο Α2 του ναού του Δεσποτικού είναι το άνω τμήμα του δαιδαλικού ειδώλου, το οποίο είχε τοποθετηθεί με ιδιαίτερη φροντίδα κάτω από το δάπεδο μαζί με αλλά 300 περίπου αντικείμενα. Έχει ύψος 25 εκατοστά, στο κεφάλι φοράει πόλο δηλαδή το ιερατικό καπέλο, έχει μακριά μαλλιά που αποδίδονται ζωγραφικά και φορά ποδήρη χιτώνα, περίτεχνα διακοσμημένο με ρόμβους.
Η αγγειογραφία του 7ου αιώνα π.Χ. αποτελεί βασικό οδηγό στην προσπάθεια ανασύστασής του ενώ, να σημειωθεί, τα χαρακτηριστικά της μορφής έχουν πολλά κοινά στοιχεία με τις προτομές των λεγόμενων «μηλιακών» και τώρα πλέον παριανών υδριών, που βρέθηκαν στο βόθρο της καθάρσεως στο νησάκι Ρήνεια απέναντι από τη Δήλο. Το είδωλο του Δεσποτικού, που προέρχεται από παριανό εργαστήριο είναι άμεσα επηρεασμένο και αποτελεί τη μεταφορά τους σε τρισδιάστατη μορφή. Οι Παριανοί αγγειογράφοι μετέφεραν τη μέθοδο διακόσμησης των υδριών στο είδωλο δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο τεχνούργημα, το οποίο αντανακλά τη δημιουργική διαδικασία των παριανών εργαστηρίων των μέσων του 7ου π.Χ. αιώνα.
Το λατρευτικό είδωλο του Απόλλωνα χρονολογείται στα 675 – 650 π.Χ. και είναι το πρωιμότερο λατρευτικό είδωλο του ιερού με την αναπαράσταση του θεού.
Ανάγλυφα Αρχιλόχειου ηρώου
Δύο αριστουργηματικές μαρμάρινες πλάκες του 500 π.Χ. που βρέθηκαν στην Εκατονταπυλιανή κατά τις αναστηλωτικές εργασίες του 1962, η μία με σκηνή νεκρόδειπνου και η άλλη λιονταριού που κατασπαράζει ταύρο, έχουν αποδοθεί στην ζωφόρο του μνημείου/ηρώου του Αρχίλοχου, που υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα ηρώα της πόλης και βρισκόταν έξω από το τείχος, πιθανόν στη θέση Έλητας.
Λυρικός ποιητής που γεννήθηκε στην Πάρο, ο Αρχίλοχος έζησε τον 7ο π.Χ. αιώνα και έχει θεωρηθεί ο πατέρας του λόγιου ίαμβου. Στο μουσείο εκτίθεται και το ιωνικό κιονόκρανο του 6ου π.Χ. αιώνα, ανάθημα από τον τάφο του αλλά με νεώτερη την επιγραφή του 4ου π.Χ. αιώνα όταν ανακαινίσθηκε το μνημείο. Η επιγραφή αναφέρει ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ ΠΑΡΙΟΣ ΤΕΛΕΣΙΚΛΕΟΣ ΕΝΘΑΔΑΙ ΚΕΙΤΑΙ
H Νίκη της Πάρου
Το αριστουργηματικό άγαλμα τη Νίκης, που χρονολογείται περί το 480 – 470 π.Χ. ερμηνεύεται ως τρόπαιο που στήθηκε σε ανάμνηση της νίκης των Παριανών κατά των Αθηναίων. Δημιούργημα παριανού εργαστηρίου, το άγαλμα βρέθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στο Κάστρο της Παροικιάς.
Κούρος από Δεσποτικό
Ο κούρος αυτός αποκαλύφθηκε τεμαχισμένος σε τρία τμήματα και εντοιχισμένος σε έναν τοίχο της Υστεροβυζαντινής εποχής στην νησίδα του Δεσποτικού, όπου έχει έρθει στο φως το ιερό του Απόλλωνα. Ο κούρος εντοπίσθηκε στην περιοχή του λεγόμενου πρόπυλου του ιερού, μαζί με άλλα αγάλματα και βάσεις αναθημάτων.
Το έργο, που χρονολογείται στο 530 π.Χ. έχει όλα τα χαρακτηριστικά των παριανών κούρων, και σήμερα εκτίθεται μαζί με άλλα γλυπτά στη μεγάλη αίθουσα γλυπτικής του μουσείου μας.
Μαρμάρινο ανάγλυφο γυναικείας μορφής
Άλλο ένα εξαιρετικό εύρημα, που μας προκάλεσε έντονη συγκίνηση και μεγάλη χαρά ήταν η εύρεση του μεγάλου ανάγλυφου με παράσταση όρθιας γυναικείας μορφής. Το έργο, που σώζεται αποσπασματικά, βρέθηκε σε οικόπεδο ιδιώτη, όπου έχει αποκαλυφθεί η συνέχεια του μεγάλου νεκροταφείου της πόλης με σημαντικά ευρήματα. Η γυναίκα στέκεται κατά μέτωπο και είναι ντυμένη με διάφανο πέπλο, που αφήνει να διαφανεί η διάπλαση του γυμνού της σώματος, ενώ παράλληλα ανεμίζει με πολλές πτυχώσεις προς τα πίσω. Με το δεξί της χέρι κρατά ένα δυσερμήνευτο, στρογγυλό αντικείμενο πάνω στο οποίο σώζεται η παλάμη του χεριού της ενώ με το προτεταμένο αριστερό χέρι, που έχει αποδοθεί έξεργα κρατά ένα άλλο κυλινδρικό αντικείμενο, ίσως τελετουργικό κάνιστρο.
Το ανάγλυφο προέρχεται πιθανότατα από το Θεσμοφόρειο της Πάρου.
Η ομοιότητα της στάσης, η απόδοση του ενδύματος και η τεχνοτροπία των πτυχώσεων αυτού του ανάγλυφου μπορεί να συγκριθεί με το θωράκιο του ναού της Αθηνάς Νίκης της Ακρόπολης στην Αθήνα, που χρονολογείται στα τέλη της δεκαετίας του 420 π.Χ. και έχει φιλοτεχνηθεί από κορυφαίο παριανό γλύπτη του πλούσιου ρυθμού, τον Αγοράκριτο. Οι ομοιότητες και των δύο ανάγλυφων δεν μας αφήνει αμφιβολίες, ότι οφείλονται στον ίδιο γλύπτη.
Γεωμετρικοί αμφορείς
Η συγκίνηση για έναν αρχαιολόγο είναι μεγάλη όταν βρίσκεται μπροστά σε σημαντικά ευρήματα, όπως η ανασκαφή του αρχαίου νεκροταφείου της Παροικιάς, που επί πολλά χρόνια μας έδωσε πολλές εκπλήξεις και συγκινήσεις, φέρνοντας στο φως ανέγγιχτες ταφές αιώνων. Για μένα όμως, η ανασκαφή των δύο πολυάνδριων από τα τέλη του 8ου π.Χ. αιώνα ήταν κάτι το μοναδικό, καθώς αυτοί οι ομαδικοί τάφοι περιείχαν τα καμένα οστά μέσα σε αμφορείς από συνολικά εκατό άτομα, ηλικίας από 16 έως 30 ετών, που έπεσαν σε μάχη και, αφού τα σώματά τους κάηκαν, οι στάχτες τους τοποθετήθηκαν σε ζωγραφισμένα αγγεία.
Δύο από αυτά τα οστεοδοχεία είναι διακοσμημένα με εξαιρετικές παραστάσεις σκηνών μάχης, που αποδίδονται με πρωτότυπο και ζωντανό τρόπο: Στον έναν αμφορέα αναπτύσσεται η σκηνή ενός πεδίου μάχης με τον αρχηγό σε μεγαλύτερη κλίμακα από τις άλλες μορφές, όρθιο μπροστά στο άρμα να κρατά σπαθί και ασπίδα ενώ δόρατα αιωρούνται στο έδαφος και γύρω του είναι πεσμένοι νεκροί οι εχθροί. Στην ίδια σκηνή και μέσα σε όλο αυτό το πολεμικό τοπίο μία κατσίκα βόσκει αμέριμνη!
Στον δεύτερο αμφορέα υπάρχει για πρώτη φορά μια συνεχής διηγηματική εξιστόρηση ενός συμβάντος. Στην κοιλιά του αγγείου εικονίζεται ο νεκρός, πάνω από τον οποίο μεγάλα βέλη εκτοξεύονται από τοξότες, οι οποίοι είναι αντιμέτωποι με σφενδονιστές ενώ ακολουθούν πεζοί και οι ιππείς.
Στον ώμο του αγγείου τέλος, με άσπρο χρώμα εικονίζεται ο νεκρός ανάμεσα σε δύο πάνοπλους στρατιώτες ενώ στο λαιμό παριστάνεται η τελευταία πράξη της αφήγησης, δηλαδή η καύση του νεκρού πάνω στην κλίνη, με γυναίκες δίπλα του, που ολοφύρονται.
Κρατηρόσχημος αμφορέας
Αυτός ο αμφορέας προέρχεται από το επίσημο νεκροταφείο της Παροικιάς στη θέση Βίτζι και είχε επαναχρησιμοποιηθεί ως εγχυτρισμός στα ελληνιστικά χρόνια, δηλαδή για τον ενταφιασμό ενός μικρού παιδιού. Προέρχεται από εργαστήριο που λειτουργούσε στην Πάρο επί έναν περίπου αιώνα (α΄ τέταρτο 7ου π.Χ. – β΄ τέταρτο 6ου π.Χ) παράλληλα με το αντίστοιχο αττικό.
Το αγγείο διακοσμείται με μυθολογική σκηνή, που περιλαμβάνει την ασαφή παράσταση Χίμαιρας, μία ανδρική μορφή, τρεις γυναικείες θεότητες αλλά και μία ακόμη ανδρική μορφή, που αποδίδει ίσως τον Απόλλωνα. Στον λαιμό του αγγείου βρίσκεται ένας έφιππος πολεμιστής, στην πίσω πλευρά του άλογα και στο σύνολο διάφορα διακοσμητικά θέματα όπως έλικες. Σύμφωνα με μία θεωρία αυτοί οι μεγάλοι κρατηρόσχημοι αμφορείς ήταν ταφικά μνημεία, που τοποθετούνταν ως σήματα στις ταφές των πλουσίων οικογενειών.
Οι προσωπικές επιλογές
Άγαλμα Κούρου με τη βάση του
Ο κούρος αυτός που ανακαλύψαμε τη δεκαετία του 1990 ήταν για μένα άλλη μια μεγάλη έκπληξη αφού βρέθηκε εντοιχισμένος στο μεγάλο, υπαίθριο ιερό στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα σε μικρή απόσταση από το μουσείο, στα όρια της αρχαίας πόλης. Ιδιαιτερότητά του είναι, ότι δεν έχει το εύρος του θώρακα και το μυώδες δυνατό σώμα που χαρακτηρίζει τους παριανούς κούρους ενώ πολύ σημαντικό είναι το γεγονός, ότι στον ίδιο αρχαίο τοίχο του οικοδομήματος βρέθηκε και η βάση στην οποία ήταν στημένος.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όταν ως νέος αρχαιολόγος τότε, εξέφρασα την άποψη στον Νικόλαο Ζαφειρόπουλου, ότι πρόκειται για την βάση του κούρου, κάτι που απέρριψε, και δικαιολογημένα, διότι δεν υπήρχαν, άλλα τέτοια παραδείγματα.
Αυτή η βάση είναι μοναδική θυμίζοντας σπόνδυλο δωρικού κίονα με έξι ραβδώσεις σε κάθε ημικυκλική πλευρά ενώ οι στενές πλαγιές όψεις, επίπεδες και λείες καταλήγουν στην βάση σε δύο ημισφαιρικά εξάρματα. Είμαστε τυχεροί επίσης, που σώζει τμήμα επιγραφής, μάλλον το όνομα του αναθέτη ή κατασκευαστή Χέλωνος. Η ιδιόμορφη βάση ίσως να ήταν ενσωματωμένη σε κάποιο άλλο μαρμάρινο στέλεχος ώστε να είναι ορατή από παντού ή ακόμη σε ένα παραπλήσιο, κυκλικό ταφικό μνημείο, που αποκαλύψαμε τις ίδιες χρονιές, παρόμοιο με αυτό του ολυμπιονίκη Θεαγένους στην Θάσο, η οποία υπήρξε αποικία της Πάρου.
Μαρμάρινος αναθηματικός δίσκος
Ένα από τα πιο σπάνια και μοναδικά εκθέματα είναι ο γραπτός δίσκος του 5ου π.Χ. αιώνα με μορφή δισκοβόλου σε κίνηση για να πετάξει τον δίσκο του. Βρέθηκε στο επίσημο νεκροταφείο της πόλης στη θέση Βίτσι, που ανασκάψαμε με την αρχαιολόγο Φωτεινή Ζαφειρόπουλου πριν πολλά χρόνια και ήταν κτέρισμα σε μια μαρμάρινη τεφροδόχο κάλπη. Υποδηλώνει έτσι, ότι οι στάχτες του νεκρού ανήκαν σε κάποιο αθλητή του δίσκου.
Αρχαϊκά κεφάλια κούρων από το Δεσποτικό
Το πρώτο κεφάλι βρέθηκε πριν από αρκετά χρόνια στο ιερό του Απόλλωνα στο Δεσποτικό, κομμένο περίπου κάτω από το στήθος, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί εκ νέου ως τμήμα σε ένα από τα πολλά κτήρια του ιερού. Το εξαιρετικό αυτό τμήμα αγάλματος χρονολογείται στο 530 π.Χ. και έχει επιρροές από τους κούρους της Μικράς Ασίας και της Σάμου, όπως προδίδουν τα μαλλιά του, τραβηγμένα προς τα πίσω.
Ο δεύτερος κούρος προέρχεται κι αυτός από το Δεσποτικό, όπου βρέθηκε ανάμεσα στα μεταγενέστερα κτήρια του ιερού. Αποτελεί ένα υπέροχο δείγμα ναξιακού εργαστηρίου με τα σγουρά μαλλιά του δεμένα πίσω με τον Ηράκλειο κόμπο, όπως συνηθιζόταν στην Αρχαϊκή εποχή.
Τα δύο αυτά κεφάλια από το ιερό του Δεσποτικού, ευρέως αποκαλούμενο και «νησί των Κούρων» είναι ένα μέρος μόνον των περίπου 130 θραυσμάτων από αγάλματα -κεφάλια χέρια, πόδια, κορμούς- και περισσότερων από 45 μαρμάρινων βάσεων, που μας έχει δώσει ως σήμερα η ανασκαφή στο ιερό.
Γυμνό άγαλμα νέου
Το άγαλμα βρέθηκε το 2023 στο Δεσποτικό στο λεγόμενο πρόπυλο, μαζί με άλλους δύο αρχαϊκούς κούρους, μαρμάρινες βάσεις και τμήματα άλλων γλυπτών. Το έργο, που στήθηκε φέτος στο μουσείο είναι ένα εξαίρετο δείγμα γλυπτικής του 470 π.Χ. της περιόδου, που σηματοδοτεί την μετάβαση από την Αρχαϊκή στην Κλασική εποχή, όταν ξεκινά η κίνηση των γλυπτών, αφήνοντας πίσω τη στατικότητα.
Το καλύτερο παράλληλό του είναι το Παιδί του Κριτίου από το Μουσείο Ακρόπολης, που ήταν αφιέρωμα στη θέα Αθήνα ενώ ο δικός μας κούρος ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα.
Μικρό κεφάλι αρχαϊκού Κούρου
Ένα μικρό γλυπτό, που αγαπώ ιδιαίτερα είναι αυτό το μικρό κεφάλι κούρου, που προέρχεται από το ιερό του Απόλλωνα στο Δήλιο της Πάρου, αφιερωμένο στην Δηλία Αρτέμιδα και τον Απόλλωνα, καθώς από τον λόφο όπου είχε ιδρυθεί, είναι ορατό το ιερό νησί της Δήλου.
Το κεφάλι, που έχει το χαρακτηριστικό αρχαϊκό χαμόγελο, τα αμυγδαλωτά μάτια και περίτεχνη κόμη φέρει μηνίσκο (χάλκινο μικρό στέλεχος προστασίας), που σημαίνει ότι ήταν τοποθετημένο σε υπαίθριο χώρο και έπρεπε να προφυλάσσεται από τα περιττώματα των πτηνών.
Βιογραφικό
Ο Γιάννος Κουράγιος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Aρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας και έλαβε δίπλωμα συντήρησης αρχαιοτήτων στην ιδιωτική σχολή «Lo Sprone». Ως φοιτητής συμμετείχε σε πολλές ανασκαφές στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Από το 1986 έως σήμερα εργάζεται ως αρχαιολόγος του υπουργείου Πολιτισμού. Έχει διατελέσει υπεύθυνος αρχαιολόγος για τα νησιά Πάρος, Αντίπαρος και Δεσποτικό της νυν Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, ενώ το διάστημα 2006-2010 εργάστηκε στην ΚΣΤ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ως υπεύθυνος αρχαιολόγος στις περιοχές της Βούλας και της Βουλιαγμένης. Στην Πάρο, όπου εργάζεται τα τελευταία 35 χρόνια έχει διεξάγει πλήθος σωστικών ανασκαφών φέρνοντας στο φως σημαντικά μνημεία της αρχαίας πόλης. Έργο ζωής για αυτόν αποτελεί η ανασκαφή στη νήσο Δεσποτικό και στο Τσιμηντήρι. Από το 2014 διευθύνει και το αναστηλωτικό πρόγραμμα στον αρχαιολογικό χώρο του ιερού του Απόλλωνα στο Δεσποτικό.
Τα επιστημονικά ενδιαφέροντά του επικεντρώνονται στην αρχαϊκή και κλασική περίοδο στις Κυκλάδες και κυρίως στο ιερό του Δεσποτικού και στην τοπογραφία, την οργάνωση, τη θρησκεία και την καλλιτεχνική παραγωγή της Πάρου. Έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων σε αρχαιολογικούς τόμους και περιοδικά και έχει συμμετάσχει με ανακοινώσεις για την Πάρο και το Δεσποτικό σε πολλά αρχαιολογικά συνέδρια.
Έχει εκδώσει δύο αρχαιολογικούς οδηγούς για την Πάρο και τρεις για το Δεσποτικό, ενώ φέτος σε συνεπιμέλεια με τους συνεργάτες του εκδόθηκε ο τόμος «Despotiko I. The Temple complex and its deposits».
Πηγή: mononews.gr
Ακολουθήστε το naxostimes.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις