Με το λύχνο του άστρου στους ουρανούς εβγήκα
στο αγιάζι των λειμώνων στη μόνη ακτή του κόσμου
που να βρω την ψυχή μου το τετράφυλλο δάκρυ!
Άξιον Εστί, Οδ. Ελύτης
Με το τετράστιχο αυτό ταπεινά αποχαιρετώ τον Μίκη Θεοδωράκη.
Αυτόν που αιχμαλώτισε τις μουσικές αναφορές και της δικής μου γενιάς. Είπε πέρυσι σε μια συνέντευξή του για τη μελοποίηση του Άξιον Εστί το 1964: «πίστευα και πιστεύω ότι, σμίγοντας τον συμφωνικό ήχο με τον λαϊκό, επιτελούσα μια επαναστατική πράξη, καθώς έριχνα τα τείχη που χώριζαν το λαό από την άρχουσα τάξη στον τομέα της τέχνης. Αυτή η τρίτη φορά προς την κατεύθυνση μιας καθαρά νεοελληνικής φόρμας ονομάζεται Άξιον Εστί».
Με τον θάνατο του Θεοδωράκη επιστρατεύτηκαν όλα τα επίθετα της εγκωμιαστικής λογοτεχνίας -εν πολλοίς δικαίως-, όπως συμβαίνει σε ανάλογες, αλλά και δυσανάλογες, περιπτώσεις. Είναι οι πρώτες αντιδράσεις μετά την απώλεια ενός τόσο μεγάλου καλλιτεχνικού δημιουργού και αγωνιστή πανανθρώπινων ιδανικών: της δημοκρατίας της ελευθερίας και της ειρήνης. Ενεργοποιήθηκαν όλοι οι μηχανισμοί ανάκλησης. Αφιερώματα, συνεντεύξεις, δηλώσεις, έρευνες. Οι μουσικές του, χειμαρρώδεις, πληθωρικές, πολύμορφες, εξαίσιες, κατέκλυσαν όλες τις συχνότητες του ραδιοτηλεοπτικού αέρα και του διαδικτυακού σύμπαντος.
Ο Θεοδωράκης υπήρξε συνθέτης, πολιτικός, στοχαστής. Πολιτικά είναι δύσκολα εξηγήσιμες κάποιες κατά καιρούς επιλογές και μεταβολισμοί του. Η Ιστορία θα τις αξιολογήσει, κοιτάζοντας την παρουσία του από πολλές οπτικές και ερευνητικές γωνίες, αρκεί να είναι καθαρή, έντιμη και τεκμηριωμένη η κάθε ιστορική ματιά. Αλλά αυτές τις πολιτικές στάσεις επισκίαζε ο πνευματικός και καλλιτεχνικός δημιουργός, η πολιτισμική προσφορά του, η κοινή μουσική γλώσσα συνεννόησης των ανθρώπων που θέλουν να ζουν ειρηνικά και δημιουργικά.
Μεγάλος απών, λοιπόν, για τις παλαιότερες γενιές. Κληροδότης πολλών πραγμάτων για τους νεότερους, που ζουν-και σωστά- τους δικούς τους μουσικούς κόσμους και θεωρούν υπερβολικά και ανιστόρητα ορισμένα κλισέ, όπως «ο τελευταίος των Μεγάλων»-το «μεγάλος» είναι μια σχετική έννοια. Ο συναισθηματισμός, όμως, των πρώτων ημερών της απώλειας μιας τέτοιας μεγάλης προσωπικότητας δικαιολογεί εξάρσεις του λόγου και του πάθους.
«Όπως είχε γραφτεί και για τον Παλαμά, “όλοι είχαμε ξεχάσει πως είναι θνητός”», δήλωσε ο πρωθυπουργός στις 2 Σεπτεμβρίου. Δεν μας είπαν, όμως, οι λογογράφοι του ποια έγραψε τη φράση. Αυτή ήταν η Ιωάννα Τσάτσου, που καταχώρησε στο προσωπικό της ημερολόγιο στις 28 Φεβρουαρίου 1943 : «… Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός…».
Το 2019 ο Μίμης Ανδρουλάκης κυκλοφόρησε το βιβλίο «Σαλός Θεού», μια αιρετική βιογραφία για την ζωή και το έργο του κορυφαίου Έλληνα συνθέτη. «Ο Μίκης-έγραψε- είναι ένας ιλιγγιώδης στροβιλισμός. Που σε αυτόν τον ιλιγγιώδη στροβιλισμό υπερβαίνει όλες τις πάγιες οριοθετήσεις και ο πολεμικός Μίκης γίνεται οικουμενικός. Δεν μπόρεσε η αριστερά να τον διαχειριστεί. Ήταν μικρή μπροστά στο μέγεθος και την εκρηκτικότητα του Μίκη. Δεν μπόρεσε να τον αφομοιώσει και να τον διαχειριστεί», δήλωνε τότε.
Ο Θεοδωράκης, ως ενοσίγαιον άροτρον ανέσκαψε την φρυγμένη γη της πνευματικής ξηρασίας, μαζί με άλλα φωτεινά πνεύματα της δεκαετίας του 1960. Ως ενοσίχθων θεός ταρακούνησε τα πολιτιστικά πράγματα και πέρα από την Ελλάδα. Διανοούμενος και καλλιτέχνης, υπηρέτησε πλείστες μορφές της νόησης και της πολιτικής πράξης.
Ο Θεοδωράκης, όμως, συνδέθηκε ειδικά και με τις Κυκλάδες. Επώδυνα στην πολιτική του διάσταση και δράση, ευεργετικά στη μουσική του έμπνευση και επίδοση. Επώδυνα, γιατί ένιωσε την εξορία σε ερημονήσια-εξορονήσια του νομού μας. Μουσικά, γιατί συναντήθηκε με τον Ελύτη, τον Ελευθερίου, τον Καμπανέλλη, Κυκλαδίτες που το ποιητικό τους έργο ανάβλυζε φως και ήλιο, αίσθημα και ανθρωπιά, κυκλαδικά χρώματα και ομορφιά.
Ήταν διονυσιακός και απολλώνιος. Και βέβαια συναγωνιστής με τον Μανώλη Γλέζο. Μαζί αγωνίζονταν μέχρι που στέκονταν όρθιοι για τα ιδανικά που τους ένωναν μια ζωή.
Δεν ξεχνούμε πως στις 12 Φεβρουαρίου 2012 ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μανώλης Γλέζος-ορίζοντας και αυτός λευκός της αστραπής και του ονείρου, όπως θα έλεγε ο Ελύτης-, κατέβηκαν στο Σύνταγμα για να διαδηλώσουν εναντίον των μνημονίων και έπεσαν θύματα των «χημικών» της αστυνομίας.
Ο δικός μας Ιάκωβος Καμπανέλλης τροφοδότησε την έμπνευση του Θεοδωράκη με πολλούς στίχους, εμπνευσμένους και από το νησί μας, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια. Ποιος δεν θυμάται τις Μικρές Κυκλάδες, δίσκο που κυκλοφόρησε το 1963.
«Από το παράθυρο σου
πέρασε το καλοκαίρι
πέρασε κι η συννεφιά
πέρασε όλη μας η αγάπη
πέρασε όλη μας η πίκρα
πέρασε και η χαρά».
Τώρα ο Μίκης-ο ουρανοΜΗΚΗΣ- λάμπει στο στερέωμα της Ιστορίας.
«Τώρα…» λίγνεψε το φως
πάνω στις στέγες και στα δέντρα»,
όπως θα έγραφε ο Γιάννης Ρίτσος, που έλεγε για τον Μίκη ότι ήταν «πάντα σε έξαρση […], μια τεντωμένη χορδή αέναα παλλόμενη, αδιάκοπα ανταποκρινόμενη στο πιο ανεπαίσθητο νεύμα της ιστορίας, σε κάθε νεύμα από το “μέσα” του κόσμου».
Μπορεί, τέλος, κάποιος να επικαλεστεί το ελύτειο “Όλα μένουν. Εγώ φεύγω. Εσείς να δούμε τώρα…” .
Ναι, αλλά η ζωή τραβά την ανηφόρα…
Επιχώριος
One Comment