Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Με τον Μανώλη Γλέζο, όσοι διαφωνούμε, διαφωνούμε για πολλούς λόγους, εκ των οποίων ένας είναι ο βασικότερος:
Οτι επιθυμεί την ευθεία σύγκρουση με τους εταίρους, ακόμα και αν χρειαστεί να βγούμε από το ευρώ, ακόμα και αν χρειαστεί να χρεοκοπήσει η χώρα και όποιοι πολίτες δεν έχουν καταστραφεί ακόμα.
Το παράδοξο είναι ότι σε αυτό το σημείο μάλλον συμφωνεί με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία είναι οπαδός της ρήξης. Ομως, οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους υπηρετούν την ίδια ιδέα θα έκαναν ακόμα και τον πιο φανατικό οπαδό του ευρώ να συμμαχήσει άνευ όρων με τον Μανώλη Γλέζο. Το πολιτικό ήθος, ο σεβασμός με τον οποίο αντιμετωπίζει τους πολιτικούς του αντιπάλους και η ακμάδα του πνεύματός του τον έχουν απογειώσει σε φιγούρα δίχως ηλικία. Ενα χάρμα γενεών και αντιθέσεων.
ΣΤΑ 95 ΤΟΥ ο Μανώλης Γλέζος έχει ζήσει πολλές ζωές. Τρεις καταδίκες σε θάνατο, έντεκα χρόνια φυλακή, πέντε στην εξορία. Ο νεαρός που, μαζί με τον Απόστολο Σάντα, κατέβασε τη σβάστικα από την Ακρόπολη, θα μπορούσε να είχε αφήσει την πικρία και την οργή του να αλλοιώσουν το χαρακτήρα του, όμως είχε τη σοφία να κρατήσει αυτά τα συναισθήματα στις σωστές δόσεις: τόσο μεγάλες ώστε να παραμένει μάχιμος και τόσο μικρές ώστε να μη γίνεται άδικος και αλαζόνας. Ετσι, από όποιο σημείο του πολιτικού τόξου και αν στέκεται κάποιος, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει πως ο Μανώλης Γλέζος κατάφερε να σώσει την πολιτική τιμή της σύγχρονης Ελλάδας σε στιγμές που ο πολιτικός κόσμος έπιανε πάτο.
ΤΟ ΕΚΑΝΕ τον Δεκέμβρη του ’14 όταν αποκήρυξε πρώτος την επιχείρηση λάσπης που στήθηκε από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εναντίον συναδέλφων τους για χρηματισμό τους, χωρίς να διαθέτουν κανένα στοιχείο. Το έπραξε στο θάνατο του πολιτικού του αντιπάλου, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, με ένα τριαντάφυλλο και ένα σημείωμα στο χέρι. Το έκανε πριν από λίγες μέρες ξανά στο Δίστομο. Οταν σηκώθηκε και πήρε από το χέρι τον Γερμανό πρέσβη, επιτρέποντάς του να καταθέσει στεφάνι στο μνήμα των θυμάτων του ναζισμού.
ΕΙΔΙΚΑ η τελευταία του κίνηση, για την οποία δέχθηκε επίθεση από μια ολιγομελή, πικρόχολη και τυφλωμένη από οργή μειοψηφία, ήταν ίσως η μεγαλύτερη πράξη Δημοκρατίας που είδαμε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Διότι αυτό στο οποίο εναντιώθηκε ο Γλέζος δεν ήταν η Ζωή Κωνσταντοπούλου ως πρόσωπο, η οποία, άλλωστε, το 2015 δεν είχε κανένα πρόβλημα να συγχρωτίζεται με τους απεσταλμένους του γερμανικού κράτους, αλλά ο ολοκληρωτικός τρόπος έκφρασης που εκπροσωπεί. Αντιστάθηκε στην ισοπεδωτική, αντιδημοκρατική και επαχθή έκφραση που υπάρχει, η οποία δεν είναι άλλη από τη συλλογική ευθύνη των λαών.
Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΓΛΕΖΟΣ δεν εναπόθεσε τη σημαία του κατακτητή στο μνημείο των θυμάτων, όπως ανοίκεια έγραψε όψιμος συναγωνιστής της «Πλεύσις Ελευθερίας» και συνυπέγραψε η επικεφαλής της, προκαλώντας κύμα αντιδράσεων. Το αντίθετο. Ο Μανώλης Γλέζος ύψωσε τη σημαία της αξιοπρέπειας, εκεί όπου οι άλλοι ποντάρουν στη σκηνοθετημένη οργή και το άγριο θυμικό. Και αν μια τέτοια κίνηση πριν από μερικά χρόνια θα φαινόταν αδιάφορη, σήμερα που βλέπουμε τα πάθη να φουντώνουν, την κοινωνία να διαιρείται σε «πατριώτες» και «γερμανοτσολιάδες» και μια αριστερή κυβέρνηση να μας κουνά το δάκτυλο του ηθικού πλεονεκτήματος, μοιάζει σχεδόν ηρωική.
ΑΣ ΜΗΝ υπερβάλλουμε, βέβαια. Προσωπικότητες σαν τον Γλέζο δεν χρειάζονται αγιογραφίες ούτε αυτόκλητους υπερασπιστές. Από την άλλη, όμως, είναι τουλάχιστον απρέπεια να εμφανίζονται κάποιοι πιο αντιστασιακοί από τους πραγματικούς αντιστασιακούς. Ο Γλέζος πολέμησε, κυνηγήθηκε, φυλακίστηκε και έζησε την αγωνία του μελλοθάνατου. Δεν διάβασε την Ιστορία στα βιβλία, τη συνέγραψε μαζί με άλλους Ελληνες και Ευρωπαίους αγωνιστές, με τους οποίους ήξερε να ενώνεται απέναντι στο φασισμό, χωρίς να ρωτά αν ήταν δεξιοί ή αριστεροί, χριστιανοί ή άθεοι.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΗΜΗ «παρέα του Πικερμίου», όπως συνηθίζει να λέει τους συγκρατουμένους του την εποχή της χούντας, τους Παπανδρέου, τον Κύρκο, τον Μητσοτάκη, τον Αλευρά, έμεινε αυτός για να τιμά τους αγώνες τους. Γι’ αυτό και πήγε στο σπίτι του Μητσοτάκη, γι’ αυτό και αναφέρθηκε στη συμβολή που είχε για την αποφυγή του Εμφυλίου την περίοδο της Κατοχής. Οι νεόκοποι αριστεροί, που έμαθαν την Ιστορία στα γραφεία καθοδήγησης του κόμματος, το αμφισβήτησαν και αυτό, αναφερόμενοι εντέχνως στην περίοδο του ελληνικού Εμφυλίου. «Ακοινώνητοι, άγριοι και απάτριδες εκείνοι που τον φρικιαστικό Εμφύλιο αγαπούν».
Πηγή: eleftherostypos.greleftherostypos.gr