Σχεδόν μισό εκατομμύριο ευρώ για την προβολή της ελληνικής γαστρονομίας στο εξωτερικό, πρόκειται να διαθέσει ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού στον μεγαλύτερο παγκόσμιο οδηγό γαστρονομίας Michelin Guide.
Ο ΕΟΤ εξέδωσε πριν από λίγες ημέρες δύο αποφάσεις στις οποίες αναφέρεται ο σκοπός της συνεργασίας με τον όμιλο Michelin, που έχει έδρα την Γαλλία, που είναι η προβολή της γαστρονομίας της χώρας μας, αλλά και η επιτροπή από στελέχη του Οργανισμού που θα παρακολουθούν τις διάφορες ενέργειες. Η συνεργασία θα έχει διάρκεια 2 έτη.
Ο οδηγός Michelin, που τα τελευταία χρόνια συμπεριλαμβάνει στις προτάσεις του εκτός από εστιατόρια και ξενοδοχεία, είναι ο πιο αναγνωρισμένος σε ολόκληρο τον κόσμο, με παρουσία σε πολλές χώρες, με πλήρης οδηγούς και περιεχόμενο σχετικό με την εστίαση, προτάσεις, κ.α.
Τα «Αστέρια Michelin» αποτελούν εδώ και δεκαετίες τον διακαή πόθο όλων των εστιατορίων, αφού μια τέτοια διάκριση απογειώνει τη φήμη τους, που γίνεται παγκόσμια αλλά και την πελατεία τους.
Στην Ελλάδα η παρουσία του Michelin Guide είναι εδώ και πολλά χρόνια ισχνή και αφορά αποκλειστικά την Αθήνα όσον αφορά τα εστιατόρια. Από πέρυσι 20 ξενοδοχεία σε όλη τη χώρα μπήκαν στα προτεινόμενα του οδηγού, ένας κλάδος που προφανώς θα αναπτυχθεί περισσότερο από τη γαλλική εταιρεία. Η Αθήνα έχει παρουσία στον υψηλού κύρους οδηγό με ελάχιστα αθηναϊκά εστιατόρια, ένα βραβευμένο με δύο αστέρια Michelin, πέντε με ένα αστέρι, δύο εστιατόρια με τη διάκριση Bib Gourmand και πέντε προτεινόμενα. Η όλη διαδικασία είναι μυστική, αφού κανείς δεν γνωρίζει ποιοι είναι οι επιθεωρητές – γευσιγνώστες του οδηγού, πότε έρχονται και σε ποια εστιατόρια πάνε. Τα κριτήρια είναι ιδιαίτερα αυστηρά και δεν επιδέχονται παρεμβάσεις.
Η αναγνωρισημότητα του οδηγού Michelin στους ταξιδιώτες σε όλο τον κόσμο είναι πολύ μεγάλη, αφού καταφέρνει να βάζει στον χάρτη ολόκληρους προορισμούς, ειδικά είνους που θέλουν να προσθέσουν επιπλέον σημαντικούς λόγους για να προσελκύσουν τουρίστες. Φέτος, αμερικανικές πολιτείες όπως η Φλόριντα, καλωσόρισαν τον οδηγό Michelin, όπου σε συνεργασία με τους κρατικούς φορείς του τουρισμού υπέγραψε συμφωνίες, ώστε να αξιολογήσει και να εκδώσει οδηγούς εστιατορίων και να δημιουργήσει περιεχόμενο με τουριστικές προτάσεις με θέμα τη γαστρονομία.
Ποια θα είναι η συμφωνία Michelin – ΕΟΤ
Καθώς αναμένεται η ανακοίνωση με το πλήρες περιεχόμενο της σύμβασης με τον όμιλο Michelin από τον ΕΟΤ, πληροφορίες του NEWS 24/7 αναφέρουν ότι η συζήτηση για αυτή την συνεργασία είχε ξεκινήσει ήδη από πέρυσι και καθυστέρησε αρκετά προκειμένου να βρεθεί ο νόμιμος τρόπος μιας τέτοιας σύμβασης. Οι ίδιες πληροφορίες κάνουν λόγο για την παραγωγή διαφόρων επικοινωνιακών υλικών, κειμένων, βίντεο, οδηγών κ.α.
Στην απόφαση του ΕΟΤ αναφέρεται ότι στο ποσό της σύμβασης δεν περιλαμβάνονται τα έξοδα που θα προκύψουν για την εκδήλωση προβολής της ελληνικής γαστρονομίας, η οποία θα λάβει χώρα στο εξωτερικό. Άγνωστο είναι το αν ο οδηγός θα ασχοληθεί μόνο με τις μεγάλες πόλεις της χώρας, ή και με τους κύριους τουριστικούς προορισμούς, σίγουρα όμως θα πρέπει να καλύπτει σημαντικές γεωγραφικές περιφέρειες που έχουν να επιδείξουν τη γαστρονομική τους σκηνή. Τα ελληνικά προϊόντα, οι συνταγές και η γενικότερη γαστρονομική κουλτούρα του τόπου, μπορούν να προβληθούν μέσα από τον οδηγό, που δεν απευθύνεται μόνο σε πλούσιους τουρίστες, αλλά σε όλους εκείνους που αναζητούν τα εστιατόρια που προσφέρουν το καλύτερο φαγητό σε κάθε προορισμό.
Ο Γαστρονομικός τουρισμός στην Ελλάδα
Η γαστρονομία είναι ένας από τους κύριους λόγους που οι ταξιδιώτες επιλέγουν κάποιοι προορισμό, με τη χώρα μας να διατηρεί καλή φήμη σε αυτό τον τομέα, παρόλο που δεν έχουν γίνει οργανωμένες και συντονισμένες προσπάθειες από το κεντρικό κράτος. Προορισμοί όπως η Σαντορίνη, που ενώ παράγει μόλις 2-3 τοπικά προϊόντα, έχει καταφέρει να γίνει γνωστή και ως γαστρονομικός προορισμός, χάρη τις πολυετείς προσπάθειες συγκεκριμένων ανθρώπων, με πρωτεργάτη τον αείμνηστο Γιώργο Χατζηγιαννάκη, που ένωσε ουσιαστικά τον αγροτικό και τον τουριστικό τομέα.
Κορυφαίοι προορισμοί, όπως η Κρήτη, ενώ υπάρχει η γενική παραδοχή ότι γέννησε την μεσογειακή διατροφή, δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει ενιαία γαστρονομική ταυτότητα, προβάλλοντας τον πλούτο των τοπικών προϊόντων και των συνταγών της και βέβαια τον πολιτισμό της γαστρονομίας της.
Προορισμοί που αντιμετωπίζουν προβλήματα «ταυτότητας» τουριστικού προϊόντος, όπως η Λέσβος, θα μπορούσαν κάλλιστα να εξελιχθούν σε κορυφαίους παγκόσμιους γαστρονομικούς προορισμούς, φτάνει να υπάρχει σχέδιο και οργάνωση και βεβαίως προβολή. Η Λέσβος σήμερα, χωρίς να είναι γνωστό ακόμα και σε πολλούς εγχώριους επισκέπτες της, είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες και πλήρης προορισμούς γαστρονομίας της Ελλάδας.