Η θεαματική κατολίσθηση στη νησίδα Θηρασιά το Σάββατο 27 Απριλίου έστρεψε την προσοχή κοινής γνώμης και επιστημόνων, για άλλη μία φορά, στην ευαίσθητη γεωλογική ισορροπία της Σαντορίνης.
Κατά σύμπτωση, μάλιστα, μερικές ημέρες πριν σημειωθεί η μεγάλη και επικίνδυνη -πλην αναίμακτη, ευτυχώς- κατολίσθηση της Θηρασιάς, διοργανώθηκε την Κυριακή 21 Απριλίου στα Φηρά της Θήρας μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση: τρεις ειδικοί επιστήμονες, πανεπιστημιακοί καθηγητές από τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ελλάδα, παρουσίασαν μια προεπισκόπηση των αποτελεσμάτων από τη διεθνή ωκεανογραφική έρευνα IODP Expedition 398 στο ηφαιστειακό συγκρότημα της Σαντορίνης.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, από τη μία υπήρξε μια πρωτότυπη -και συναρπαστική σε μεγάλο βαθμό- ανάλυση του «ηφαιστειακού βιογραφικού» της περιοχής χάρη στα ευρήματα που έφερε στην επιφάνεια ένα από τα μεγαλύτερα πλωτά γεωτρύπανα του κόσμου, ενώ από την άλλη εξελίχθηκε σε πραγματικό χρόνο ένα γεωλογικό φαινόμενο, το οποίο σχετίζεται άμεσα με τις εντελώς ειδικές συνθήκες που επικρατούν στη Σαντορίνη και τα πέριξ αυτής μικρότερα νησιά.
Θα έλεγε κανείς ότι η κατάπτωση της πλαγιάς στη Θηρασιά ήταν κάτι σαν αναπαράσταση, έστω και υπό κλίμακα, των κολοσσιαίων μετατοπίσεων που, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα, συντελέστηκαν στη γη της Θήρας πριν από 520.000 χρόνια. Αλλιώς, το «Big Bang» της Σαντορίνης, μια άγνωστη έως σήμερα αρχέγονη και γενεσιουργός έκρηξη, σε μια περίοδο εξαιρετικά βίαιων και κολοσσιαίου μεγέθους γεωλογικών αναμοχλεύσεων.
Η διάβρωση
Σε ό,τι αφορά στη Θηρασιά, πάντως, το περιστατικό της κατολίσθησης, μολονότι προκάλεσε εύλογη ανησυχία για την ασφάλεια κατοίκων και επισκεπτών, από τη σκοπιά της επιστήμης θεωρήθηκε ως κάτι φυσιολογικό. Υπό την έννοια ότι οι υποχωρήσεις του εδάφους και οι κατολισθήσεις είναι αναμενόμενες σε ένα κρημνοειδές ανάγλυφο, σε ένα μέρος δηλαδή όπου οι πλαγιές είναι απότομες, κομμένες από προηγούμενες ηφαιστειακές εκρήξεις και σεισμούς. Το έδαφος στο σημείο, δε, είναι εκτεθειμένο σε διάβρωση από τα στοιχεία της φύσης, λόγω και της σύνθεσής του από πετρώματα με διαφορετικά χαρακτηριστικά σκληρότητας, σταθερότητας, αντοχής κ.λπ.
Το ζήτημα της εδαφικής διάβρωσης επισημάνθηκε επίσης στην παρουσίαση μιας πρώτης εκδοχής των πορισμάτων από την επιχείρηση IODP Expedition 398. Συγκεκριμένα, ο δρ Τιμ Ντρούιτ του γαλλικού πανεπιστημίου Κλερμόν-Οβέρν, ένας από τους κορυφαίους ηφαιστειολόγους παγκοσμίως και θεωρούμενος ως «γκουρού» επί των γεωλογικών της Θήρας, τόνισε στην εισήγησή του ότι «η ιστορία της Σαντορίνης μπορεί να συμπληρωθεί – ή μάλλον να ξαναγραφεί από την αρχή.
Πλέον, μετά τις δειγματοληπτικές γεωτρήσεις που κάναμε σε 12 διαφορετικά σημεία της Καλντέρας, στον πυθμένα της θάλασσας, έχουμε πληρέστερη εικόνα από το τι έχει συμβεί στην πορεία του χρόνου. Και όχι μόνο αναλύοντας τη διαστρωμάτωση του εδάφους στην ξηρά. Όπου, όπως είναι αυτονόητο, τα δεδομένα αλλοιώνονται από τη βροχή και τη διάβρωση, ενώ στον βυθό της θάλασσας τα προϊόντα από τις εκρήξεις του ηφαιστείου εναποτίθενται στον πυθμένα και παραμένουν ανέπαφα».
Εκπληκτικά ευρήματα
Με τη συνδρομή της διακεκριμένης Ελληνίδας συναδέλφου του, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στο Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, Εύης Νομικού, ο δρ Ντρούιτ αποκάλυψε ότι ενώ η πολυμελής ομάδα ερευνητών βρισκόταν εν πλω με το σκάφος-γεωτρύπανο «JOIDES Resolution», προέκυψαν τρεις συνταρακτικές εκπλήξεις: η μία είχε να κάνει με τις ηφαιστειογενείς νησίδες Παλαιάς και Νέας Καμένης, δηλαδή τα ακανόνιστα κομμάτια γης που έχουν φωτογραφίσει εκατομμύρια τουρίστες από τα Φηρά και τη δυτική ακτή της Σαντορίνης.
Πρόκειται για τις δύο νησίδες, τη μικρότερη Παλαιά και τη μεγαλύτερη Νέα Καμένη που, όπως έχει καθιερωθεί, κατά συνεκδοχήν αποκαλούνται «Ηφαίστειο». Η υποθαλάσσια μελέτη έδειξε ότι το έδαφος της Καμένης δεν αποτελείται μόνο από στερεοποιημένη λάβα, όπως πίστευαν ανέκαθεν οι γεωλόγοι. Κάτω από τη λάβα υπάρχει ένα ενιαίο στρώμα ελαφρόπετρας, μια γεωλογική ζώνη πάχους έως και 40 μέτρων.
Αυτό διαπιστώθηκε μετά από γεώτρηση σε βάθος 120 μέτρων κάτω από τον πυθμένα της Καλντέρας, δηλαδή της υποθαλάσσιας χοάνης που ανοίχτηκε μετά την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης και την εκκένωσή του από το διάπυρο μάγμα. Επομένως, βάσει των νέων δεδομένων, η Καμένη είναι λάβα επικαθήμενη σε ελαφρόπετρα, ως αποτέλεσμα της τρομακτικής μινωικής έκρηξης του ηφαιστείου, περί το 1.600 π.Χ., ενώ οι διεργασίες σχηματισμού της Παλαιάς και Νέας Καμένης ως τη σημερινή μορφή τους, εξακολούθησαν για πάνω από μία χιλιετία. Εξάλλου, γύρω στο 1570 μ.Χ. δημιουργήθηκε η Μικρή Καμένη, αποτελώντας το τελευταίο χερσαίο τμήμα που άλλαξε τον χάρτη της Μεσογείου.
Προηγουμένως, ωστόσο, την περιοχή είχε συγκλονίσει το ηφαιστειακό γεγονός του 726 μ.Χ., μια υποθαλάσσια έκρηξη η οποία είχε συμπέσει με την κλιμάκωση της εικονομαχίας. Εξού και οι άνθρωποι της εποχής είχαν ερμηνεύσει το ξέσπασμα της Γης σαν οιωνό «οργής Θεού», κατά του «αντίχριστου», εικονομάχου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Λέοντος Γ’.
Πέραν αυτών όμως, στο πλαίσιο της δίμηνης έρευνάς τους (11 Δεκεμβρίου 2022 – 10 Φεβρουαρίου 2023) οι επιστήμονες της αποστολής IODP Expedition 398 συνειδητοποίησαν ότι η έκρηξη του 726 μ.Χ. ήταν εντέλει πολύ πιο ισχυρή απ’ ό,τι θεωρείτο έως σήμερα – και, μάλιστα, από 10 έως 100 φορές μεγαλύτερη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ελαφρόπετρα που εκτινάχθηκε από την εν λόγω υποθαλάσσια έκρηξη απλώθηκε σε έκταση η οποία ξεπέρασε τα 400 χλμ., φτάνοντας έως τα παράλια της Μικράς Ασίας.
Η δεύτερη μεγάλη έκπληξη που προέκυψε από τη νέα ηφαιστειολογική έρευνα στη Σαντορίνη, είναι η ανακάλυψη ενός πελώριου στρώματος, πάχους έως 300 μ., το οποίο έχει συντεθεί από τα υπολείμματα των λεγόμενων «πυροκλαστικών ροών». Με τον όρο αυτόν αποτυπώνεται στη γεωλογία ένα ρευστοποιημένο μείγμα από στερεά και ημιστερεά θραύσματα, ανάμεικτα με αέρια που εκλύονται στην ατμόσφαιρα από την έκρηξη ενός ηφαιστείου.
Οι πυροκλαστικές ροές είναι το πιο επικίνδυνο και καταστροφικό φαινόμενο που συνδέεται με ηφαιστειακή δραστηριότητα, καθώς τα νέφη που μοιάζουν να κατρακυλούν στις πλαγιές του ηφαιστειακού κώνου κινούνται με πολύ μεγάλη ταχύτητα, έως και πάνω από 100 χλμ./ώρα, είναι σχεδόν διάπυρες, με θερμοκρασίες 500 βαθμούς Κελσίου και άνω, ενώ είναι βαρύτερα από τον αέρα και θανάσιμα τοξικά.
Τα ίχνη, λοιπόν, τέτοιων πυροκλαστικών ροών εντοπίστηκαν από τους ερευνητές της IODP Expedition 398 σε διάφορα σημεία του πεδίου μελέτης. Ως προς τη χρονολόγηση, η έκρηξη που προκάλεσε αυτές τις ροές τοποθετείται πριν από 161.000 χρόνια, αλλά το πιο παράδοξο και απροσδόκητο στοιχείο του ευρήματος είναι ότι, ενώ τα ευρήματα προήλθαν από τη Σαντορίνη, η έκρηξη που προκάλεσε τις πυροκλαστικές ροές συνέβη στην Κω.
Προς μεγάλη έκπληξή τους, οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι ήταν το ηφαίστειο της Κω, δηλαδή ένα κέντρο 120 χλμ. μακριά από τη Θήρα, που άδειασε τα σωθικά του στη θάλασσα, με τόση δύναμη και ορμή, ώστε τα πυροκλαστικά νέφη να ταξιδέψουν έως τη Σαντορίνη. Όπως σημείωσε, δε, ο καθηγητής Ντρούιτ, «ξέρουμε ότι οι μεγάλες ηφαιστειακές εκρήξεις στη Μεσόγειο διαρκούσαν 1-2 ημέρες. Η συγκεκριμένη θα πρέπει να ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις μία ημέρα. Και παρ’ όλα αυτά ήταν τόσο δυνατή ώστε να δημιουργήσει ένα τόσο παχύ στρώμα, 200-300 μ., από το μείγμα των πυροκλαστικών ροών».
Η αρχέγονη έκρηξη
Τα προηγούμενα, όσο σημαντικά και αν είναι, θα μπορούσαν παρ’ όλα αυτά να θεωρηθούν έως και δευτερεύοντα σε σύγκριση με τη μεγαλύτερη ανακάλυψη της ερευνητικής αποστολής στο ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Σαντορίνης. Βυθίζοντας το γεωτρύπανο του σκάφους «JOIDES Resolution» στον θαλάσσιο πυθμένα, στην περιοχή της ηφαιστειογενούς νησίδας Χριστιανά, οι επιστήμονες μπόρεσαν να καταγράψουν την ύπαρξη ενός γεωλογικού «ορίζοντα», δηλαδή ενός στρώματος πάχους περίπου 150 μ., έκτασης 3.000 τ.μ. και όγκου 90 κυβ. χλμ., με πυκνότητα 10 φορές μεγαλύτερη από ό,τι έχει μετρηθεί στα ιζήματα της έκρηξης που αναδιαμόρφωσε το Αιγαίο κατά τη Μινωική Περίοδο.
Ο συγκεκριμένος γεωλογικός ορίζοντας παραπέμπει σε μια εξαιρετικά ισχυρή αλλά άγνωστη έως τώρα ηφαιστειακή έκρηξη, πιθανώς τη μεγαλύτερη όλων των εποχών σε ό,τι αφορά τη Σαντορίνη. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, το ηφαιστειακό αυτό γεγονός θα πρέπει να συνέβη πριν από 520.000 χρόνια, κάτι που αντανακλάται στην ονομασία που επέλεξαν οι ερευνητές για να το βαπτίσουν «Αρχαίος».
Σηματοδοτώντας τη μοναδική στιγμή της δημιουργίας, το χρονικό σημείο post quem για τη γεωλογία της Σαντορίνης – ή, αλλιώς, την υποθαλάσσια έκρηξη από την οποία άρχισαν όλα. Ως προς το μέγεθος και την ένταση του θηραϊκού «Big Bang», οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ήταν πελώρια, δεδομένου ότι τα ίδια υποθαλάσσια ευρήματα με αυτά της νησίδας Χριστιανά ανακαλύφθηκαν στην Πλάκα της Σαντορίνης, την Ανάφη και αλλού.
Η μνημειώδης μινωική έκρηξη
Ο δρ Ντρούιτ, ο οποίος έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του, επί 30 χρόνια και πλέον, στην ηφαιστειολογική μελέτη της Σαντορίνης και έχει συνθέσει τον πιο ακριβή και λεπτομερή γεωλογικό χάρτη της περιοχής, εξηγεί ότι «σε θαλάσσιες ζώνες όπως το ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Θήρας, δηλαδή στο τόξο Χριστιανά-Σαντορίνη-Κολούμπος, κατά το παρελθόν έχουν συμβεί υποβρύχιες εκρήξεις μεγάλης κλίμακας.
Αυτές ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τη δραστηριότητα που είχαμε τον Ιανουάριο του 2022 στο ηφαίστειο της Χούνγκα Τόνγκα, στον Ειρηνικό Ωκεανό. Το ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Σαντορίνης είναι ένα από τα πιο εκρηκτικά της υδρογείου. Στην Υστερη Εποχή του Χαλκού σημειώθηκε εκεί η μνημειώδης μινωική έκρηξη. Ωστόσο, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έχουν πολλαπλασιαστεί οι επιστημονικές έρευνες στο συγκεκριμένο πεδίο, εκτείνοντας τη χρονολόγηση των γεγονότων έως πριν από 300.000 χρόνια.
Ασφαλώς, το τι συνέβαινε πριν από αυτό το ορόσημο παρέμενε άγνωστο, αν και εικάζεται πως υπήρξε ένα αρχαϊκό υποθαλάσσιο ηφαίστειο που το ονομάζουμε “Ακρωτήρι”. Από αυτό προέκυψε το μετέπειτα ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Θήρας. Με την τελευταία αποστολή μας κατορθώσαμε να συμπληρώσουμε το ιστορικό της ηφαιστειογενούς ζώνης στη Σαντορίνη, χάρη στις γεωτρήσεις που εκτελέσαμε σε 12 διαφορετικά σημεία. Με βάση τα απολιθώματα που ανασύρθηκαν ανάμεσα στα γεωλογικά δείγματα, οι παλαιοντολόγοι που βρίσκονταν μεταξύ των επιστημόνων πάνω στο πλοίο “JOIDES Resolution”, προσδιόρισαν ότι η έκρηξη “Αρχαίος” έγινε πριν από 520.000 χρόνια.
Στενή παρακολούθηση
Η επιστημονική ερμηνεία είναι ότι το συγκεκριμένο γεγονός σηματοδότησε το αποκορύφωμα της ηφαιστειακής δραστηριότητας στην περιοχή, η οποία πιθανόν να είχε αρχίσει 1 εκατομμύριο χρόνια πριν από τον σχηματισμό της σύγχρονης Σαντορίνης. Συνδυάζοντας τα δεδομένα των ερευνών μας σε ξηρά και θάλασσα, πλέον μπορούμε να κατανοήσουμε βαθύτερα και πληρέστερα το τι συμβαίνει στο ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Θήρας. Είναι σαφές ότι η Καλντέρα της Σαντορίνης έχει τη δυνατότητα να “επαναφορτιστεί” με μάγμα και να παραγάγει εκρήξεις μεγάλου μεγέθους».
Παρ’ όλα αυτά, ο καθηγητής Ντρούιτ τονίζει πως «δεν υπάρχει κανένας λόγος πανικού. Η Σαντορίνη απειλείται από τον Κολούμπο και την Καμένη, τα ηφαίστεια που βρίσκονται μέσα στην Καλντέρα. Αμφότερα θα πρέπει να παρακολουθούνται με σύγχρονο επιστημονικό εξοπλισμό και διαρκώς, καθώς η Καμένη μπορεί να είναι πιο “κακιά” από ό,τι πιστεύαμε. Επί του παρόντος, βέβαια, τίποτα δεν έχει αλλάξει.
Επαναλαμβάνω, όμως, ότι η παρατήρηση και η παρακολούθηση δεν πρέπει να διακοπούν, παρότι είναι δαπανηρές. Ώστε να ανιχνεύσουμε οποιοδήποτε δείγμα αναζωογόνησης της ηφαιστειακής δράσης. Και σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα ηφαίστεια γύρω από τη Σαντορίνη παραμένουν ενεργά».
Πηγή: protothema.gr
Ακολουθήστε το naxostimes.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις