,
Αφού φορτώνουν την Αφροδίτη στη γαλλική κορβέτα «Estafette» και αφήνουν πίσω τους το νησί, ο γραμματέας της πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, υποκόμης ντε Μαρσελλούς (de Marcellus), δίνει εντολή για τελικό προορισμό την Κωσταντινούπολη, όπου πρέπει να παραδοθεί το άγαλμα. Προηγουμένως όμως έχει να διεκπεραιώσει κάτι ….μικροδουλειές.
ΜΙΑ ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΜΕ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
Έτσι, το πλοίο με το πολύτιμο απόκτημα στ΄ αμπάρι του προσεγγίζει πρώτα τη Σιδώνα, όπου ο διπλωμάτης επισκέπτεται τη γοητευτική λαίδη Έστερ Στάνχοουπ (Hester Stanhope) κι έπειτα, μέσω Συρίας, Παλαιστίνης, Αιγύπτου, Ρόδου και Κυκλάδων, μπαίνει στον Πειραιά, όπου «δένει», με στόχο να επισκεφθεί στο σπίτι του, στα πόδια της Ακρόπολης, τον συμπατριώτη του, πρόξενο Φοβέλ (Louis-François-Sébastien Fauvel). Οι δυο τους μοιράζονται την ίδια εμμονή για τις ελληνικές αρχαιότητες. Ο Φοβέλ με το πρόσχημα της λήψης εκμαγείων, που θα βοηθήσουν στην παραγωγή πιστών αντιγράφων για την πατρίδα του, έχει πλημμυρίσει το σπίτι του με πολύτιμα ευρήματα, που έχουν φέρει στο φως ερασιτεχνικές ανασκαφές στην ελληνική γη. Κάμποσα από τα αυθεντικά θα τα φυγαδεύσει στη Γαλλία. Η εποχή της κατάρρευσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προσφέρει μοναδική ευκαιρία στους ξένους αρχαιοθήρες, που επισκέπτονται σωρηδόν την Ελλάδα. Ο τόπος είναι καθημαγμένος, ο λαός ταλαιπωρημένος, ακαλλιέργητος, αγνοεί την αξία της κληρονομιάς των προγόνων του, την οποία βλέπει ως μέσο βιοπορισμού. Τα χωράφια «ξεβράζουν» πολύτιμα σπαράγματα των αρχαίων χρόνων. Έως ότου η χώρα αποδεσμευτεί από τον οθωμανικό ζυγό και στηθεί ένα στοιχειώδες κράτος για να μπουν οι πρώτοι κανόνες προστασίας της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς και αποτροπής της διασποράς της, οι γεωργοί πουλούν τα ευρήματα όσο όσο στους ενδιαφερόμενους μουστερήδες του εξωτερικού. Το πρώτο μισό του αιώνα στην άρτι απελευθερωθείσα Ελλάδα εγκαινιάζεται η συστηματική αρχαιολογία από τις ξένες σχολές. Η ιστορία, βέβαια, θα περιγράψει αργότερα αυτές τις ανασκαφές με έναν ακριβέστερο όρο: «αριστοκρατικές θησαυροθηρίες». Ο ντε Μαρσελλούς, πάντως, στο ξέχειλο από αρχαιοελληνικά ευρήματα σαλόνι του Φοβέλ, νιώθει σαν σε παιδική χαρά… Μελετά, θαυμάζει, καταγράφει. Η παραμονή του στην Αθήνα θα πάρει καιρό.
Μία πρόσκληση του άρχοντα Θωμά Χωματιανού Λογοθέτη προς τον υποκόμη να επισκεφθεί την εξοχική του κατοικία στο Δρακονήσι (Λαγονήσι, κατά τον Καμπούρογλου) γίνεται με χαρά αποδεκτή και ο Γάλλος βρίσκεται για κάμποσες μέρες να απολαμβάνει τη συντροφιά των θυγατέρων του Έλληνα οικοδεσπότη. Όταν θα επιστρέψει στον Πειραιά για να αποπλεύσει, το καλοκαίρι θα βαδίζει πια προς το τέλος του και στο μεταξύ, η όμορφη Αφροδίτη θα εξακολουθεί τον μακάριο ύπνο στο τόσο ευαίσθητο για κείνη υγρό αμπάρι της κορβέτας… Αλλά και πάλι, δεν μπαίνει φρένο στην περιπέτειά της. Γιατί ο ντε Μαρσελλούς βρίσκει την ευκαιρία να πλεύσει ως την Πελοπόννησο και να επισκεφθεί την Ελευσίνα και την Κόρινθο. Στην επιστροφή, θα κάνει πάλι μια μακρά στάση στον Πειραιά, επειδή κατά την προηγούμενη επίσκεψή του στην Αθήνα δεν είχε προλάβει να αναρριχηθεί στο τρελοβούνι, τον Υμηττό, ούτε και να πάει στον Μαραθώνα, που τόση αίγλη κουβαλάει από την αρχαιότητα…
Κι όταν όλα αυτά τελειώσουν, έρχεται πια η σειρά της ξεσπιτωμένης θεάς. Ύστερα από περιπλάνηση μηνών που μοιάζουν με αιωνιότητα, η «Estafette» θα βάλει ρότα προς το λιμάνι της Σμύρνης, όπου Αφροδίτη και λοιπά πολύτιμα ευρήματα θα μεταφορτωθούν στο πλοίο «Lionne» για να ταξιδέψουν επιτέλους για την Κωνσταντινούπολη. Αλλά εκείνη δεν θα καταλήξει στους Οθωμανούς. Άλλωστε, η Υψηλή Πύλη έχει ήδη τροφοδοτήσει τους Γάλλους με φιρμάνι, που τους αναγνωρίζει ως ιδιοκτήτες της. Την 1η Μαρτίου, η ακριβή, η πολύτιμη θεά, που όλον αυτόν τον καιρό «όργωνε» το Αιγαίο, θα παραδοθεί στον Γάλλο πρέσβη, Σαρλ Φρανσουά ντε Ριφαρντώ, μαρκήσιο του Ριβιέρ (Charles François de Riffardeau, marquis de Rivière) κι από κει στον αρχαιόφιλο βασιλιά Λουδοβίκο ΙΗ΄, ο οποίος δεν χάνει ευκαιρία να αυξήσει το γόητρο της Γαλλίας, εμπλουτίζοντας τις προθήκες του Λούβρου…
Αυτό το τελευταίο απόκτημά του, η Αφροδίτη, που έχει σηκωθεί σχεδόν ακέραιη από τον μακραίωνο ύπνο της στη γη της Μήλου, θα έχει ήδη υποστεί τον πρώτο ακρωτηριασμό της, ώσπου να καταλήξει στην αυλή του Λουδοβίκου. Κι εκεί, θα την… αποτελειώσει ο ίδιος ο Γάλλος βασιλιάς με έναν δραματικό τρόπο. Η περιπέτεια του περίφημου αρχαιοελληνικού αγάλματος ξεκινά ένα ανοιξιάτικο πρωινό…
ΠΟΛΥΦΕΡΝΗ ΝΥΦΗ ΓΙΑ ΠΑΘΙΑΣΜΕΝΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΘΗΡΕΣ
Στις αρχές του Απριλίου του 1820 ο Μηλιός αγρότης, Γιώργος Κεντρωτάς, προετοιμάζοντας για σπορά το χωράφι του (κοντά στο τμήμα των τειχών της αρχαίας πόλης του νησιού), ξεριζώνει ξερούς κορμούς δένδρων. Χτυπώντας με την τσάπα του μια ρίζα, ακούει έναν «κούφιο» ήχο και διαπιστώνει ότι από κάτω χάσκει υπόγεια στοά, όπου μπαίνει για εξερεύνηση. Στο βάθος της στοάς στέκει ένα θηριώδες γυναικείο άγαλμα (το ύψος του ξεπερνά τα δύο μέτρα) από μάρμαρο σε εξαιρετική κατάσταση, με τους προεξέχοντες βραχίονές του να διατηρούνται άθικτοι. Τα άκρα κάτω από τους αγκώνες λείπουν. Το επάνω μέρος του σώματος είναι γυμνό. Το κάτω καλύπτεται από ένα λεπτό ρούχο. Ο Κεντρωτάς ψάχνει για τους αποκολλημένους πήχεις του αγάλματος, ή και για άλλα αρχαία ευρήματα, αλλά δεν βρίσκει τίποτα.
Σε δημοσίευμά της τής 25ης Απριλίου του 1929, με το οποίο περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο αποκαλύφθηκε το άγαλμα, η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» αποφαίνεται: «…Το σπήλαιον δεν ήτο προφανώς τόπος λατρείας, αλλά κρύπτη εις την οποίαν κάποιος πλούσιος προ χιλιετηρίδων έκρυψε την Αφροδίτην του, όταν είδε τα πανιά των βαρβάρων πειρατών να προβάλλουν εις τον ορίζοντα…».
Ο συντάκτης του άρθρου υποθέτει ότι ο πλούσιος ιδιοκτήτης του αγάλματος και οι οικείοι του πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τους πειρατές ή και σφαγιάσθηκαν, αφήνοντας «ορφανό» και απροστάτευτο το κρυμμένο γλυπτό έως ότου το εντοπίσουν κάποιοι άλλοι, που μπήκαν στη στοά από άγνωστη δίοδο, και το συλήσουν, καθώς όπως αποφάνθηκαν οι μελετητές της Αφροδίτης, η θεά έφερε στ΄ αφτιά της ακριβά σκουλαρίκια.
Η είδηση ανεύρεσης του αγάλματος κυκλοφορεί στο νησί με ταχύτητα φωτός. Η Μήλος είναι τόπος με εντυπωσιακή «παραγωγή» σε αρχαία ευρήματα, γεγονός που οφείλεται στην άνω του μέσου όρου οικονομική κατάσταση των κατοίκων της από τους αρχαϊκούς χρόνους (7ος – 6ος αι. π.Χ.) όταν αποτελούσε το κέντρο δημιουργίας σφραγιδόλιθων από στεατίτη. Αλλά κι ακόμη παλιότερα, από τη μυκηναϊκή ακόμη εποχή, η Μήλος με κύριο οικισμό τη Φυλακωπή, θα γνωρίσει τεράστια ακμή ως κέντρο του κυκλαδικού πολιτισμού. Και τώρα, στα χρόνια της εκπνοής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα καλλιτεχνήματα του παρελθόντος της έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων αρχαιολατρών, που σπεύδουν να ανακαλύψουν και να καρπωθούν ό,τι προλαβαίνουν. Και αμφορείς και αγαλματίδια και νομίσματα… Το πρώτο μισό του 19ου αι. η διασπορά ελληνικών αρχαιοτήτων της Μήλου στα διεθνή μουσεία είναι ήδη εντυπωσιακή. Σκάβουν ανεξέλεγκτα και ό,τι βρίσκουν, το παίρνουν, εξασφαλίζοντας εύκολα μία άδεια από την Υψηλή Πύλη. Αλλά και να μην εξασφαλίσουν την άδεια, δεν πτοούνται… Ωστόσο, ένα τέτοιο άγαλμα! Ούτε που μπορούσαν να φανταστούν ότι θα κρύβεται στα σπλάχνα του νησιού!
Το άγαλμα χωρίζεται σε δύο κομμάτια (με σημείο τομής τους μηρούς) που προσαρμόζονται σ΄ έναν σιδερένιο άξονα. Ο Κεντρωτάς, με τη βοήθεια γεωργών των παρακείμενων χωραφιών, «σπάει» τα δύο μέλη και τα μεταφέρει στον στάβλο του. Η είδηση του ευρήματος έχει διαρρεύσει σε όλο το νησί και κάποιοι περίεργοι χωρικοί, σπεύδουν στον στάβλο να το δουν. «Μα, δύο μέτρα άγαλμα;». Αυτή την εποχή, ήπια άνοιξη στο Αιγαίο, το νησί βρίθει ξένων θησαυροθήρων. Τα εδάφη του είναι ανασκαλεμένα από λαθρανασκαφές ή έστω, ανασκαφές με άδειες των Οθωμανών.
«Ακριβώς επί τα ίχνη της ανακαλύψεως αυτής» καταπλέει στο λιμάνι της Μήλου ένα γαλλικό πλοίο και ανάμεσα στους αξιωματικούς που βγαίνουν στην ξηρά είναι ο σημαιοφόρος του σκάφους, βοτανολόγος στο επάγγελμα Ζιλ Ντυμόν ντ΄ Ουρβίλ (Jules Dumont d’ Urville). Με το πρόσχημα της αναζήτησης σπάνιων φυτών, «απλώνει» την έρευνά του προς τον στάβλο του Κεντρωτά και μένει έκθαμβος από το εύρημα (όταν σε λίγο η χώρα απελευθερώνεται, ο ελληνικός Τύπος πλημμυρίζει δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία, «ο ντ΄ Ουρβίλ υπήρξε πράκτωρ των Γάλλων, με αποστολή τον εντοπισμό και τη συλλογή αρχαίων θησαυρών προς εμπλουτισμόν της συλλογής του βασιλέως»). Το ποσό που θέλει ο Κεντρωτάς για να δώσει το άγαλμα είναι 1200 φράγκα, αλλά ο Γάλλος δεν τα έχει. Δίνει 400 που κρατά επάνω του ως αρραβώνα και σπεύδει να βρει τα υπόλοιπα. Ζητά δανεικά από τον καπετάνιο του πλοίου του, αλλά εκείνος του ξεκαθαρίζει πως δεν ήρθε στη Μήλο για να αγοράσει αγάλματα κι επιπλέον πως έχει ήδη ένα βαρύ φορτίο στο σκάφος και δεν προτίθεται να του προσθέσει κι έναν τέτοιο μαρμάρινο όγκο! Πείθεται όμως να τον αφήσει να φύγει αμέσως για την Κωνσταντινούπολη και να ενημερώσει τον Γάλλο πρέσβη.
Αλλά το ταξίδι του ντ΄ Ουρβίλ διαρκεί περισσότερο απ΄ όσο μπορεί ο νησιώτης γεωργός να περιμένει. Καθώς έχουν εμφανιστεί κάμποσοι πελάτες για το πολύτιμο εύρημά του, αθετεί την υπόσχεση στον Γάλλο σημαιοφόρο και το πουλάει σε έναν Έλληνα ιερέα, ο οποίος στο μεταξύ το έχει δει, έχει υπολογίσει την τεράστια αξία του κι έχει πάρει «το πράσινο φως» από τον προκαθήμενο της ελληνορθόδοξης εκκλησίας να το αγοράσει, ακόμα και σε ποσό μεγαλύτερο των 1200 φράγκων, που ζητούσε από τον Γάλλο ο αγρότης. Ο ιερέας πληρώνει και στέλνει ένα πλοιάριο να φορτώσουν το άγαλμα.
ΜΑΧΗ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ – «ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΧΩΡΙΣ ΧΕΡΙΑ»…
Όταν ο νέος απεσταλμένος της Γαλλίας, υποκόμης ντε Μαρσελλούς (de Marcellus), γραμματέας της πρεσβείας, φτάνει στο λιμάνι της Μήλου με το ζητούμενο ποσό και τις ευλογίες του πρέσβη, το κάτω κομμάτι της Αφροδίτης έχει ήδη φορτωθεί στο πλοίο της εκκλησίας. Το επάνω, περιμένει τη σειρά του στην παραλία… Άνθρωποι του νησιού παρακολουθούν τη φόρτωση, αλλά οι Γάλλοι, διαμαρτυρόμενοι ότι εκείνοι «έκλεισαν» πρώτοι το εύρημα και συνεπώς τους ανήκε, ορμούν με τη βία να το αρπάξουν. Και τότε επεμβαίνουν οι ντόπιοι για να εμποδίσουν την αρπαγή. Λίγα χρόνια μετά, δημοσιεύματα του Τύπου περιγράφουν: «η παραλία της Μήλου έγινε σκηνή μιας από τας πρώτας μάχας της απελευθερώσεως. Ίσως έσπασαν μερικά κεφάλια και μύτες, αλλά ατυχώς! Η Αφροδίτη έχασε τους βραχίονάς της μέσα εις τον θόρυβον και την συμπλοκήν». Για εκατοντάδες νεκρούς κατά την συγκεκριμένη εμπλοκή, θα κάνει αναφορά στο έργο του ο ιστορικός Δ. Φωτιάδης, γεγονός που δεν επιβεβαιώνεται από άλλη σωζόμενη πηγή.
Όσο για την κατάληξη, παρότι τα ημερολόγια τόσο του ελληνικού, όσο και του γαλλικού πλοίου δεν αναφέρουν κάτι για το περιστατικό, μαρτυρίες των χρονικογράφων της εποχής θέλουν τους Γάλλους ναύτες να ορμούν στο ελληνικό και να αρπάζουν με τη βία το επάνω κομμάτι του αγάλματος, φορτώνοντας ταυτόχρονα συνάδελφοί τους στην κορβέτα και το κάτω. Μέσα στον πανικό, σπάει στο ύψος του μπράτσου ο δεξιός βραχίονας της θεάς και πέφτει στη θάλασσα, ενώ ο αριστερός υφίσταται σοβαρές φθορές. Γρήγορα γρήγορα οι Γάλλοι ναύτες σηκώνουν άγκυρα και απομακρύνονται από την ακτή. Τώρα που άφησαν τη Μήλο με το άγαλμα στην κατοχή τους, δεν κινδυνεύουν. Θα ακολουθήσουν το μακρύ δρομολόγιο με τις πάμπολλες στάσεις, που χάραξε ο ντε Μαρσελλούς. Άνοιξη του 1820 φεύγουν από τη Μήλο, μία χειμωνιάτικη νύχτα του 1821 θα φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη! Λέγεται μάλιστα ότι ο πρέσβης εκείνο το ίδιο βράδυ της άφιξης ανεβαίνει στο πλοίο και μένοντας έκθαμβος από το γλυπτό, δίνει εντολή στον κυβερνήτη να αποπλεύσει χωρίς χρονοτριβή για τη Γαλλία, φοβούμενος ενδεχόμενη απώλεια…
Με τούτα και με κείνα μπαίνει Μάιος και κάποτε πια η Αφροδίτη, ταλαιπωρημένη, πληγωμένη από την περιπέτεια, καταλήγει στο παλάτι του Λουδοβίκου ΙΗ’. «Ο νεαρός ναυτικός, Ντυμόν ντ’ Ουρβίλ, ο “ηθικός αυτουργός” όλης αυτής της περιπέτειας της Αφροδίτης, εκλήθη ενώπιον του μονάρχου, όστις του απένειμε το παράσημον του ιππότου του αγίου Λουδοβίκου και του εδώρισεν ένα καλλιτεχνικώς τυπωμένον και χρυσόδετον βιβλίον περί αιγυπτιακής τέχνης. Συνέστησε, δε, την ταχείαν προαγωγήν του νεαρού σημαιοφόρου, όστις κατά το μετέπειτα στάδιον ανεδείχθη εις ιστορικόν πρόσωπον» δημοσιεύει το «Ελεύθερον Βήμα».
Σχετικά δε με το θαυμαστό απόκτημά του, ο Λουβοδίκος παίρνει μία εντελώς ανερμήνευτη, αψυχολόγητη απόφαση… Προσέχοντας τις βλάβες στον αριστερό βραχίονα του αγάλματος, και λίγο πριν το στείλει στο μουσείου του Λούβρου, δίνει εντολή να αποκολληθεί εντελώς από τον κορμό ο τραυματισμένος βραχίονας! «Θα ήταν ωραιότερο χωρίς βραχίονες, παρά με πρόσθετα μέλη (!)» αποφαίνεται…
Έκτοτε, διακόσια και πλέον χρόνια, η Ελληνίδα θεά κοσμεί το βάθρο της στο ξένο μουσείο. Πριν από καμμία 15αριά χρόνια, έρευνα για τη δημοφιλία των εκθεμάτων του Λούβρου, αποκάλυψε ότι ο κύριος όγκος των επισκεπτών του μουσείου έρχονταν πρώτα για τη Μόνα Λίζα κι ύστερα για την Αφροδίτη της Μήλου. Την επόμενη χρονιά, το άγαλμα αποσύρθηκε για συντήρηση. Για καιρό πολύ, η θεά δεν κοσμούσε την περίοπτη θέση στην οποία ήταν τοποθετημένη για να διευκολύνει την πρόσβαση των επισκεπτών. Η μέτρηση δημοφιλίας, ωστόσο, έδινε πάντα το ίδιο αποτέλεσμα. Οι επισκέπτες έρχονταν πια για να δουν έστω το βάθρο της!
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
«Οι αρχαιότητες στα χρόνια της επανάστασης», Σοφία Ματθαίου-Αθηνά Χατζηδημητρίου (Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών/Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Αθήνα 2022)
«Ελληνικός Πολιτισμός», Brian A. Sparkes (Ινστιτούτο Βιβλίου – Α. Καρδαμήτσα, Αθήνα 2002)
«Το έθνος και τα ερείπιά του – Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα», Γιάννης Χαμηλάκης (Εκδόσεις του εικοστού πρώτου, Αθήνα 2012)
«Ιστορία των Αθηναίων», Δημητρίου Γρ. Καμπούρογλου (Εκδόσεις ΠΑΛΜΟΣ, Αθήνα 1995
Αρχείο Τ. Α. Μανιατέα
ΑΠΕ – ΜΠΕ
Ακολουθήστε το naxostimes.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις