Η κήρυξη της επαναστάσεως στις 6 Μαΐου 1821 όπως αυτή καταγράφηκε στο ημερολόγιο του προξένου της Ολλανδίας στη Νάξο και δημοσίευσε στο περιοδικό Ναξιακά ο ιστορικός Μπεν Σλώτ στο τεύχος 16 Αύγουστος Σεπτέμβριος 1987.
4 Μαΐου 1821: Έφθασε εδώ Υδριώτικο πλοίο του πλοιάρχου Κωνσταντή, ο οποίος ανακοινώνει φανερά στους Ναξιώτες ότι πρέπει απολύτως να αναγνωρίσουν τη σημαία του νέου συντάγματος. Όλοι οι Έλληνες χαίρονται πολύ για την κατάσταση.
5 Μαΐου 1821: Ένας μουβακχίρ του Καπουδάν Πασά μαζί με 4 ανθρώπους από του οποίους οι 3 είναι Τούρκοι, κλήθηκε εδώ από έναν Στεκούλη, Άγγλο προστατευόμενο. Aπό την πρωτεύουσα για να τακτοποιήσουν χρέη. Μόλις επέστρεψαν από την Πάρο και ξεβαρκάρησαν εδώ στην Νάξο, οι Έλληνες και οι πριμάτοι τους υποχρέωσαν να φύγουν και να τους ξαναφέρουν στην Πάρο. Μόλις έφυγαν για εκεί, τους κυνήγησε μια άλλη βάρκα που αναχώρησε από το λιμάνι με μερικούς Νάξιους Έλληνες, μεταξύ των οποίων αρχηγός υπήρξε ένας Ιωάννης Χάμπας. Όταν έφθασαν στη βάρκα που υπήρχαν οι άτυχοι Τούρκοι, σε λίγη απόσταση από την Νάξο, τους συνέλαβαν και τους σκότωσαν όλους τους Τούρκους καθώς και έναν Έλληνα ονόματι Παντελή, που ήταν ο δραγουμάνος των.
6 Μαΐου 1821: Στις 9 το πρωί το σώμα των Ελλήνων πριμάτων έφθασε στον αρχιεπίσκοπο Veggeti, που είχαν συνέλθει όλοι οι Καθολικοί. Είπαν ότι έπρεπε απολύτως να εκτελεσθεί η διαταγή των Υδριωτών και να υψωθεί η καινούργια σημαία και να υπακούσουν. Έδειξαν γράμμα των κεφαλών (αρχηγών) των χωριών και ένα του Ορθόδοξου μητροπολίτη το οποίο γράφει ότι μετά το μεσημέρι θα ερχόταν στην πόλη με 2000 άτομα να υψώσουν τη σημαία και το ειδοποιούν ώστε οι άνθρωποι της πόλεως να πάνε να τους συναντήσουν.
Μετά από αυτή την έκθεση οι Έλληνες προσκάλεσαν τους Καθολικούς να ομογνωμήσουν. Οι Καθολικοί, βλέποντας το μικρό αριθμό των σε σύγκριση με τους Έλληνες και ότι ήταν όλα στην δύναμη των Ελλήνων και προβλέποντας την ολοκληρωτική καταστροφή των Λατίνων αν δεν συμμετείχαν, συμφώνησαν να μετάσχουν. Έτσι, στις 4 το απόγευμα, στον ήχο των κουδώνων όλοι οι Έλληνες κάτοικοι της πόλεως συνήρχοντο σαν όχλος κοντά στην μητρόπολη των και όλοι μαζί χωρίς εξαιρέσεις άνδρες και γυναίκες πήγαν μαζί με τους ιερείς των λειτουργικά προς τον δρόμον να περιμένουν τους χωριάτες. Όταν έφθασε το σώμα των χωριατών των οποίων αρχηγοί ήταν ο μητροπολίτης των Ελλήνων και Μιχαήλ Μαρκοπολίτης, έφεραν μπροστά τη σημαία. Όταν τους είδαν, όλος ο κόσμος έτρεμε από χαρά, ζητωκραύγαζαν τη δόξα αυτή την ευτυχισμένη συνάντηση και με κρότους τουφεκιών, πιστολιών κ.λ.π. προσέγγισαν προς την πόλη.
Έκαναν το γύρο της πόλεως ψάλλοντας Ελληνικά τραγούδια, συνέχισαν να ζητωκραυγάζουν από τη χαρά των και συνεχώς έριχναν τουφεκιές έως ότου έφθασαν στην Ελληνική μητρόπολη. Πριν να φθάσουν ένας Καθολικός αρμένιος σαράφης, ο οποίος ήταν όπως όλοι οι άλλοι στην συνοδεία, σκοτώθηκε από κτύπημα πιστολιού στο μάτι. Λέγεται ότι αυτό συνέβη γιατί ήταν εκείνος που είχε καλέσει τον μουμπακίρ. Σε όλη αυτή την τελετή, υπήρξε η σημαία υψωμένη, κρατούμενη από Έλληνα ιερέα της Ελληνικής μητρόπολης, και δύο άλλους. Ο σύγκελλος και ο σακελάριος πήγαιναν μπροστά από τη σημαία με γυμνά σπαθιά στο χέρι. Όταν έφθασαν στη μητρόπολη, ύψωσαν τη σημαία πάνω στο κουδωνοστάσιο και μετά δοξολόγησαν τον Θεό για αυτά τα ωραία γεγονότα. Ο Μητροπολίτης των Ελλήνων έκανε μεγάλη ομιλία στο λαό προσκαλώντας τον να πάει να πολεμήσει τον εχθρό, και ότι με αυτή την ανδρεία θα νικήσουν όλοι. Προσκάλεσε όλες τις γυναίκες να στέλνουν τους άνδρες των αμέσως στη μάχη. Έπειτα είπε ότι όλοι που ήθελαν να πάνε στα Ελληνικά πολεμικά πλοία θα ελάμβαναν τρία τάλιρα ο καθένας κάθε μήνα, εκτός αυτά που θα μπορούσαν να πάρουν από τη λεία. Ο Μητροπολίτης, κατευχαριστημένος και χαρούμενος είπε για την δολοφονία που έγινε την προηγούμενη μέρα ότι έπρεπε ακριβώς να γίνεται στην ολονυχτία της μεγάλης ημέρας. Ο αρχηγός των χωριατών επίσης έκανε μεγάλη ομιλία για την ίδια υπόθεση. Έτσι έγινε η επανάσταση στην Νάξο.
Πηγή: oreinosaxotis