Η ιστορία της λαγάνας, που αποτελεί από τους κύριους πρωταγωνιστές του νηστίσιμου τραπεζιού της Καθαράς Δευτέρας, έχει τις ρίζες της από την αρχαιότητα.
Το έθιμο της διατηρείται αναλλοίωτο ανά τους αιώνες με τους Έλληνες να ανυπομονούν πώς και πώς για τη μέρα που θα γευτούν το λαχταριστό έδεσμα.
Το όνομα της προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό «λάγανον», μια πλακωτή, δηλαδή, ζύμη που παρασκευάζονταν από αλεύρι και νερό.
Η λαγάνα αναφέρεται, μάλιστα, ως έδεσμα σε πολλά κείμενα της Αρχαιότητας, όπως είναι οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη, όπου αναφέρεται η φράση «λαγάνα πέττεται» δηλαδή λαγάνες γίνονται.
Το έθιμο διατηρείται αναλλοίωτο ανά τους αιώνες, με τη λαγάνα να καταναλώνεται την Καθαρά Δευτέρα, την πρώτη ημέρα της Σαρακοστής.
Η λαγάνα, δεν θα μπορούσε να ταιριάξει καλύτερα για την Καθαρά Δευτέρα, καθώς είναι ένα ψωμί που φτιάχνεται χωρίς προζύμι, συμβολίζοντας τη βοήθεια που πρόσφερε ο Θεός στους Ισραηλίτες με τα «άζυμα», οδηγώντας τους στην Έξοδο από την Αίγυπτο.
Έναν τέτοιο άρτο χωρίς προζύμι έφαγαν λοιπόν οι Ισραηλίτες τη νύχτα της Εξόδου τους από την Αίγυπτο υπό την αρχηγία του Μωυσή.
Έκτοτε επιβαλλόταν μάλιστα από τον Μωσαϊκό Νόμο για όλες τις ημέρες του Πάσχα, μέχρι που ο Χριστός στο τελευταίο του Πάσχα ευλόγησε τον ένζυμο άρτο.
Γιατί την Καθαρά Δευτέρα τρώμε λαγάνα
Το έθιμο της λαγάνας παρέμεινε αναλλοίωτο ανά τους αιώνες και συνηθίζεται να παρασκευάζεται με μεράκι από τον αρτοποιό της γειτονιάς, τραγανή λαχταριστή και σουσαμένια και καταναλώνεται κατά την Καθαρά Δευτέρα, την Πρωτονήστιμη Δευτέρα της Σαρακοστής.
Η ονομασία της «Καθαρά» προήλθε από τη συνήθεια που είχαν οι νοικοκυρές το πρωί της ημέρας αυτής, να πλένουν με ζεστό νερό και στάχτη όλα τα μαγειρικά σκεύη, ως «ημέρα κάθαρσης».
Στη συνέχεια τα κρεμούσαν στη θέση τους όπου και παρέμεναν μέχρι τη λήξη της νηστείας. Επίσης κατά την ημέρα αυτή εξέρχονταν όλοι οικογενειακώς στην ύπαιθρο και έστρωναν κάτω στη γη και έτρωγαν νηστίσιμα φαγητά όπως χαλβά, ελιές, ταραμά και λαγάνα.
Από την Καθαρά Δευτέρα προετοιμάζεται ο άνθρωπος μετά τις γιορτές και την καλοφαγία των Απόκρεων, να καθαρίσει την ψυχή και το σώμα του για να φτάσει στο τέρμα, δηλαδή στο Πάσχα και να αναστηθεί ξανά με την Ανάσταση του Κυρίου.
Το σχήμα της «κυρα-Σαρακοστής»
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η λαγάνα που έχει το σχήμα της «κυρα-Σαρακοστής», που παριστάνει μια μακριά γυναίκα που έχει ένα σταυρό στο κεφάλι, δεν έχει στόμα γιατί είναι όλο νηστεία. Τα χέρια της είναι σταυρωμένα για τις προσευχές, έχει επτά πόδια που συμβολίζουν τις επτά εβδομάδες της νηστείας.
Έθιμο που συνηθιζόταν για να μετρούν το χρόνο κατά την περίοδο της Σαρακοστής ήταν κάθε Σάββατο να κόβουν το ένα πόδι και το τελευταίο το έκοβαν το Μεγάλο Σάββατο όπου το έκρυβαν σε ένα ξερό σύκο ή σε ένα καρύδι και όποιος το έβρισκε ήταν ο τυχερός της επόμενης χρονιάς. Η νόστιμη και λαχταριστή για όλους μας λαγάνα είναι ένα προϊόν άξιο σεβασμού και με πραγματική πλούσια ιστορία, θα είναι μεγάλη απώλεια για τις επερχόμενες γενεές να ξεχάσουν τις παραδόσεις μας, να ξεχάσουν τις παλιές σαρακοστιανές μυρωδιές.
Οι αρτοποιοί της γειτονιάς πιστοί στις παραδόσεις μας παρασκευάζουν την Καθαρά Δευτέρα τη λαγάνα συμβάλλοντας έτσι στη διατήρηση του εθίμου, ώστε οι νέες γενεές να έχουν την ευκαιρία να ακούσουν, να μυρίσουν και να γευτούν τη Σαρακοστή γιατί οι Σαρακοστιανές μυρωδιές είναι έμμεσοι φορείς μιας βαθιάς πνευματικότητας.