Η δικτατορία του 1967 και η ελληνική οικονομία (Για να μη ξεχνούμε και να μην πλέουμε σε πελάγη άγνοιας και παραπληροφόρησης)

Newsroom
21/04/2024 22:42
 
 
 

 

Σήμερα συμπληρώνονται 57 χρόνια από την επιβολή του χουντικού πραξικοπήματος του 1967 και την κατάλυση της δημοκρατίας και των ελευθεριών του ελληνικού λαού.

Για την οικονομία της χούντας υπήρχε μέχρι σήμερα, που αναζωπυρώθηκε η σχετική συζήτηση μεγάλη αντιπαράθεση και παραπληροφόρηση. Ο καθηγητής Ηλίας Νικολακόπουλος την είχε περιγράψει επιγραμματικά: «Πρωτο-νεοφιλελεύθερη πολιτική, προηγούμενη, έτσι, της δικτατορίας του Πινοσέτ στη Χιλή, η οποία εφήρμοσε πρώτη, σε συστηματική βάση, αμιγώς νεοφιλελεύθερη πολιτική». Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Διονύσης Ελευθεράτος (Λαμόγια στο χακί: Οικονομικά “θαύματα” και θύματα της χούντας, Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2015) συγκρίνει τα «αμέσως πριν» με τα «αμέσως μετά», ακτινογραφώντας τα οικονομικά της δικτατορίας, και αποδομώντας πάγιους ακροδεξιούς μύθους για την περίοδο εκείνη.

Ουρανομήκης πληθωρισμός χτύπησε βροντερά τη θύρα της ελληνικής οικονομίας. Η διεθνής πετρελαϊκή κρίση ξέσπασε τον Οκτώβριο του 1973, ως απόρροια του πολέμου του Γιόμ Κιπούρ. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ (Οκτώβριος 1972- Οκτώβριος 1973), ο πληθωρισμός στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 23,2%. Ήταν μακράν ο υψηλότερος ανάμεσα σε όλες της χώρες του ΟΟΣΑ, 2,7 φορές μεγαλύτερος από τον μέσο όρο (8,5%). Και το κυριότερο: η γενική αύξηση του 23,2% «προήλθε κυρίως εκ της ανόδου των τιμών διατροφής κατά 31%» (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 3/1/1974). Την άνοιξη του 1974 ο πληθωρισμός ξεπέρασε το 30%. Ταυτόχρονα, το 1974 χαρακτηρίστηκε από ύφεση, κάτι πρωτοφανές για τα μεταπολεμικά χρονικά (-6,4%). Η χούντα «παρέδωσε» μια οικονομία με στασιμοπληθωρισμό και επιδείνωση των περισσότερων από τούς βασικούς οικονομικούς δείκτες.

Η επιστημονική έρευνα που εμβάθυνε στη μελέτη της οικονομικής πολιτικής της περιόδου 1967-1974 (π.χ. Σόλων Γρηγοριάδης, Δημήτρης Χαραλάμπης, Βασίλης Καφίρης) έχουν εξηγήσει αναλυτικά γιατί δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική ο ισχυρισμός που αποδίδει αυτή την εξέλιξη αποκλειστικά σε εξωγενείς λόγους. Ειδικά ως προς το ειδικό βάρος του παράγοντα «ακρίβεια καυσίμων», ορισμένες παρατηρήσεις ακυρώνουν την εύκολη δικαιολογία, π.χ. από τον Ιανουάριο του 1971 έως τον Ιανουάριο του 1972 ανατιμήθηκαν κατά μέσο όρο 13-14% όλα τα βασικά είδη διατροφής (πλην του ψωμιού), καθώς και τα ρούχα και υποδήματα. Στην ίδια περίοδο οι τιμές του πετρελαίου είχαν ελαφρώς μειωθεί.

Ο πληθωρισμός των κερδών (σήμερα τον αποκαλούν πληθωρισμό της απληστίας-“Greedflation” is a nonsense idea, γράφει ο The Economist, 6 Ιουλ. 2023 ). Ο πληθωρισμός είναι αποτέλεσμα κυρίως της οικονομικής πολιτικής και όχι της επιχειρηματικής πλεονεξίας. Το 1973 σκαρφάλωσε στο 15,5%, ενώ, κατά μέσο ετήσιο όρο, στο χρονικό διάστημα 1965-1972 αυξανόταν κατά 2,8% (και 4,3% το 1972). Το 1973 η βιομηχανία αύξησε τα καθαρά κέρδη της, βάσει των ισολογισμών των εταιρειών και των σχετικών ανακοινώσεων της ICAP, κατά 84,1%. Τα αύξησε και στη διάρκεια του στασιμοπληθωρισμού του 1974.

Όσο για τους μισθούς, το χουντικό ν.δ. 186/1969, σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε ο ΣΕΒ το 1973, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον πληθωρισμό κάθε περιόδου, η πραγματική αγοραστική αξία των κατώτατων ημερομισθίων αυξήθηκε κατά 5,1% μεταξύ 1951-1959, κατά 5,9% στη δεκαετία 1960-1969, αλλά ανήλθε μόνο κατά 1,3% στην τριετία 1970-1972. Επιπρόσθετα, με το ν.δ./1970 στην ουσία καταργούσε το οκτάωρο εργασίας σε μια σειρά επιχειρήσεων.

Η μεγάλη επιβράδυνση της ανόδου της αγοραστικής αξίας των κατώτατων μισθών ενίσχυσε την εξωτερική μετανάστευση. Η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα του ευρωπαϊκού Νότου που βίωσε και δεύτερο μεγάλο κύμα εξωτερικής μετανάστευσης.. Στην Ελλάδα μετά τη φυγή στο εξωτερικό τα έτη 1963-1965 ακολούθησε και το αυτή του 1968-1971. Βάσει των στοιχείων της ΕΣΥΕ, μόνο στην τριετία 1969-1971 η «καθαρή μετανάστευση» έφτασε αθροιστικά στα 180.442 άτομα. Συνολικά, έφτασε τα 233.545 άτομα στην περίοδο 1968-1973 (6,9% του εγχώριου εργατικού δυναμικού του 1968 και το 7,2% του αντίστοιχου για το 1972). Από το 1974 άρχισε να υπερισχύει η παλιννόστηση, κυρίως λόγω περιοριστικών μέτρων που έλαβε η Δ. Γερμανία στις εισροές ξένων εργατών.

Η φιλοχουντική προπαγάνδα παρουσιάζει ως κατόρθωμα τους χαμηλούς δείκτες ανεργίας, χωρίς να υπολογίζει τη μετανάστευση, αλλά και ότι οι δείκτες αυτοί έπεσαν χαμηλότερα το 1976-1979 και μάλιστα υπό συνθήκες αύξησης του εργατικού δυναμικού.

Αυτό ήταν κοντολογίς το υποτιθέμενο «οικονομικό θαύμα» της χούντας, αποτέλεσμα μιας οικονομικής πολιτικής ανερμάτιστης, κοντόφθαλμης, καιροσκοπικής, με σοβαρές μακροοικονομικές επιπτώσεις. Στο Συνέδριο που οργάνωσε στο τέλος του περασμένου Φεβρουαρίου το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπό την αιγίδα της Βουλής των Ελλήνων, με πρωτοβουλία του καθηγητή Νίκου Χριστοδουλάκη και τη συμμετοχή πλειάδας έγκριτων πανεπιστημιακών από τα επιστημονικά πεδία της Οικονομίας, της Ιστορίας, των Πολιτικών Επιστημών και των Διεθνών Σχέσεων, ενισχύθηκε η πιο πάνω επιχειρηματολογία και αναγγέλθηκε η φιλοδοξία να υπάρξει ένα ερευνητικό project για την οικονομική πολιτική της χούντας, για να φωτίσει πλευρές «που παραμένουν είτε αμφιλεγόμενες είτε σκοτεινές μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και της ανάλυσης». Ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας επισήμανε ότι «όντως υπάρχει και σέρνεται ένας μύθος, ότι μάλλον στα οικονομικά μπορεί και να τα πήγαν καλά, ενώ αυτό δεν ισχύει». Και έδωσε τη σχετικά πειστική ερμηνεία ότι το ερευνητικό κενό, ως προς τα θέματα της οικονομίας επί χούντας, εξηγείται επειδή το κύριο βάρος έπεσε στα θέματα της καταπάτησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, της κυπριακής τραγωδίας, του ρόλου των ΗΠΑ κ.λπ., ζητήματα που μονοπώλησαν την ιστορική έρευνα με αποτέλεσμα η οικονομική διάσταση των πεπραγμένων της δικτατορίας να περάσει σε δεύτερο πλάνο.

Ως προς τις θρυλούμενες επενδύσεις, στο Συνέδριο τονίστηκε ότι πολλές από αυτές που έγιναν πήγαν στράφι ή ήταν σπασμωδικές και λανθασμένες, από την άναρχη τουριστική ανάπτυξη με τις πρωτοφανείς περιβαλλοντικές και αρχιτεκτονικές επιπτώσεις έως μεγάλες επενδύσεις ευνοούμενων της δικτατορίας, όπως το μεγαλεπήβολο «σχέδιο Ω» του Ωνάση που προέβλεπε εγκατάσταση διυλιστηρίου στην Πάχη Μεγάρων και επενδύσεις 600 εκατομμυρίων δολαρίων, που ακυρώθηκε το 1971). Η χαμηλή ποιότητα των επενδυτικών σχεδίων που υλοποιήθηκαν σε σχέση με το παρελθόν και οι πιο έντονα φθίνουσες αποδόσεις στη συσσώρευση του κεφαλαίου, η αύξηση του πληθωρισμού με τις δυσμενείς συνέπειες για την εξέλιξη των μέσων πραγματικών αποδοχών των μισθωτών, η αύξηση του ελλείμματος του εξωτερικού ισοζυγίου κ.λπ., αποτέλεσαν δείκτες των κρίσιμων ανισορροπιών στην ελληνική οικονομία.

Η εργαλειοποίηση της οικονομίας και των ρυθμών μεγέθυνσης οδήγησε στον εκτροχιασμό του 1973-1974. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τη βαθιά διαφθορά, για την οποία η χούντα κατηγορούσε τις πολιτικές κυβερνήσεις, και χρησιμοποίησε ως ένα όχημα κατάλυσης της δημοκρατίας και νόσφισης της εξουσίας.

Οι ναξιακές εφημερίδες, όπως και το σύνολο σχεδόν του πανελλαδικού και τοπικού Τύπου, συνέχισαν την έκδοσή τους και μουδιασμένες την πρώτη στιγμή, αλλά πολλές έως το τέλος προέβαλαν τη χουντική προπαγάνδα, άλλες κινούμενες επί ξυρού ακμής και άλλες απροκάλυπτα. (Φόντο-ορίζοντας, ελληνιστί- το πρώτο πρωτοσέλιδο του Ναξιακού Μέλλοντος, αμέσως μετά την εκδήλωση του στρατιωτικού πραξικοπήματος των συνταγματαρχών).

Η δημοκρατία χρειάζεται διαρκή υπεράσπιση, διεύρυνση και εμβάθυνση. Και μη ξεχνάμε τον γερο- Θουκυδίδη: «Χρώμεθα γαρ πολιτεία… και όνομα μεν διά το μη ες ολίγους αλλ’ ες πλείονας οικείν δημοκρατία κέκληται». (Θουκυδίδης Β, 37).

Επιχώριος

Ακολουθήστε το naxostimes.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

(Visited 144 times, 1 visits today)

8 Comments

Leave a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*