Στον Μαργούνο τα μαύρα χαράματα…

Newsroom
30/10/2022 21:41
 
 
 

 

Τα μαύρα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου χτυπά το ρόπτρο της κατοικίας του Λεονάρδου στις Εγκαρές.

-Ποιος να είναι τέτοια ώρα, ξημερώνοντας η εθνική γιορτή; αναρωτήθηκε αγουροξυπνημένος ο ιδιοκτήτης. Τέτοια ώρα δεν έγινε, όπως λένε, η μοιραία συνάντηση του Μεταξά με τον Ιταλό πρέσβη Γκράτσι στις 28 Οκτωβρίου του 1940;

Μόνο που το σπίτι του δικτάτορα ήταν στην Κηφισιά. Εδώ στον Μαργούνο ποιος ήλθε τέτοια αξημέρωτη ώρα;

Ο ιδιοκτήτης, άνοιξε την πόρτα και ποιον είδε; Έναν ψηλόλιγνο μεσόκοπο μαυρομάλλη σε μαύρο χάλι, που κάθε άλλο παρά έμοιαζε με τον Γκράτσι.

-Καλημέρα και με συγχωρείς για την άγρια ώρα, αλλά δεν μπορώ να κοιμηθώ δυο νύχτες τώρα, από τις 25 του μήνα που σε ρώτησα στο διαδικτυακό Δημοτικό Συμβούλιο-στον πληθυντικό, είναι αλήθεια, και από σεβασμό, να ξέρεις, άσχετα αν γελούσα- αν σου αρέσουν τα μαύρα, με αφορμή το μαύρο πρωτοσέλιδο της «Κυκλαδικής».

-Καλημέρα, Δημήτρη, έλα μέσα. Έκανα…μαύρα μάτια να σε δω από δω. Εγώ δεν μπορώ να σου πω σαν τον Μεταξά «Alors, c’est la guerre!», δηλαδή “λοιπόν, πάμε σε πόλεμο”. Αυτό δεν μου το επιτρέπει η κουλτούρα μου. Αλλά πραγματικά εκτιμώ την πράξη σου και τον συνειδησιακό σου έλεγχο. Δεν το περίμενα, ομολογώ.

-Υποψιάστηκα ότι θα έχεις παρεξηγηθεί με τη λέξη «μαύρα». Ξέρεις, δεν με καταλαβαίνουν κάποιοι, γιατί μιλώ ακατάληπτα, με υπονοούμενα και κάνω κάποιες φορές και μαύρο χιούμορ. ΟΚ;

-Όχι, όχι δεν είσαι καθόλου σιβυλλικός. Κάτσε να καθησυχάσω τη γυναίκα μου, που ανησύχησε και να σου ετοιμάσω λίγο χαμομήλι που μου έχουν φέρει κάποιοι ψηφοφόροι σου από την περιοχή μας. Δεν είναι ώρα για μαυρο-δάφνη, έτσι; Πρέπει να ηρεμήσεις, γιατί σε είδα πολύ νευρικό την Τρίτη. Νόμιζα ότι το γραφείο σου ήταν σεισμόπληκτο, έτσι όπως κουνιόσουν σύγκορμος. Και τώρα δεν πας πίσω. Τελευταία πρέπει να περνάς ζόρια.

-Δεν μπορείς να καταλάβεις τι τραβώ. Άλλο να είσαι πρώτος και άλλο δεύτερος, όπως ήμουν στο προηγούμενο Συμβούλιο. Θάρθεις στη θέση μου και θα δεις. Τι λέω, τα ξέρεις. Έχεις εμπειρία των αδυναμιών μου, για να λέμε τη μαύρη αλήθεια.
-Δημήτρη, πρώτη φορά σε ακούω έτσι απολογητικό και αυτοκριτικό… Δεν είναι θέμα, όμως, αυτό για να χύνει κανείς μαύρο δάκρυ.

-Δεν ξέρεις, Λεονάρδε, τι τραβώ. Η «Κυκλαδική» ήταν το κερασάκι στην τούρτα των βασάνων μου. Ήρθε και αυτός ο Πολυκρέτης που έριξε μαύρη πέτρα πίσω του και μένιασε τα, έτσι κι αλλιώς, άσχημα πράγματα για μένα. Μαύρο πρόβατο κι αυτός, που ξέρεις πόσο κολλητοί στα πάντα όλα είμαστε. Αλλά ένα λαγωνικό τον τσάκωσε να είναι τάτσι-μίτσι-κότσι με την …μαύρη σελίδα. Στη μαύρη λίστα, λοιπόν, κι αυτός. Κι ας με λένε μαύρη αντίδραση.

-Δημήτρη, σε βλέπω ακόμα ταραγμένο. Ηρέμησε. Η έλλειψη ψυχραιμίας είναι κακός σύμβουλος. Βλέπεις, όσο και να προκαλείς ή να εκφράζεσαι με απρέπεια κάποιες φορές, εγώ έχω ολύμπια ηρεμία και γαλατική ευγένεια.

-Το εκτιμώ, Λεονάρδε. Γι΄ αυτό δεν έχουμε γίνει τσίρκο μέχρι τώρα εκεί μέσα στο… Αλλά η φράση μου «σας αρέσουν τα μαύρα» με ξεπερνά. Δεν εννοούσα τίποτ’ άλλο παρά το πρωτοσέλιδο της «Κυκλαδικής». Άσε τι λένε οι φαρμακόγλωσσοι, δικοί μου κυρίως, ότι εννοούσα την κάλπη (θα πέσει μαύρο) ή το μαύρο χρήμα ή τη μαύρη αγορά και εργασία ή ότι θα σε κάνω μαύρο κ.λπ. Για να σου εξομολογηθώ ήρθα τέτοια ώρα, γιατί δεν είχα ύπνο. Ήθελα να βγάλω από πάνω μου το βάρος, γιατί είμαι στις μαύρες μου, τα βλέπω όλα μαύρα, τα έχω βάψει μαύρα.

Η συζήτηση προχωρούσε, καθώς ο πρώτος εγκαρίτικος κόκορας άρχισε να λαλεί. Ο Λεονάρδος σκέφτηκε το ευαγγελικό «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με», αλλά απώθησε βίαια τη σκέψη του, θέλοντας καλοπροαίρετα να καταπνίξει την υπόνοια για πιθανή υποτροπή του Δημήτρη μετά την κρίση συνείδησης. Από την άλλη, ήξερε την παροιμία για το χούι. Όμως, προτίμησε να το ρίξει στο καλαμπούρι, για να βγάλει από την αμηχανία τον νυχτερινό, γνωστό επισκέπτη του.

-Αν μούλεγες ότι μου αρέσει το μαύρο, στον ενικό, δηλαδή το χασίς, εντάξει, θα αρπαζόμουν. Αλλά τώρα; Σε έχω συνηθίσει. Η σημερινή σου επίσκεψη με βάζει σε σκέψεις, αν πρέπει να προχωρήσω στην έκδοση Μαύρης Βίβλου, που σχεδιάζω, για τα έργα και τις μέρες σου.

-Αχ, βρε Λεονάρδε, έχεις μεγάλη καρδιά. Όλα τα συγχωρείς. Ούτε ο Καλλίνικος να ήσουν. Γι΄ αυτό, σήμερα στην κατάθεση στεφανιών στο Ηρώο, θα σου επιτρέψω και σένα να καταθέσεις. Το παράγγειλα ήδη.

Άρχισε να γλυκοχαράζει στον κάμπο των Εγκαρών. Ο Καζαντζάκης πλανιόταν τριγύρω. Ο Δημήτρης άφησε τον Λεονάρδο στον Μαργούνο και μπήκε στο αυτοκίνητό του αλαφρωμένος. Το ραδιόφωνο έπαιζε Ξυλούρη: «Όσο βαρούν τα σίδερα αμάν αμάν/βαρούν τα μαύρα ρούχα…».

Αργότερα, το στεφάνι δεν βρήκε αποδέκτη τον Λεονάρδο. Το τουρκικό χούι είναι πανίσχυρο.

«Μαύρο φίδι που μέφαγε», μονολόγησε ο Δημήτρης, και πήρε το δρόμο για το ..κέρασμα στο Δημαρχείο.

Όχεντρα

(Visited 295 times, 1 visits today)

Leave a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*