*Του Αλέξανδρου Τσατσαρούνου, Σύμβουλου Διαχείρισης Τουριστικών Προορισμών & Επιχειρήσεων
Στις 25 Σεπτεμβρίου 2015 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με την απόφαση «Μετασχηματίζοντας τον Κόσμο μας: Η Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη» υιοθέτησε 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης και 169 σχετικούς υποστόχους.
Η Ατζέντα 2030 προωθεί την ενσωμάτωση των τριών διαστάσεων της βιώσιμης ανάπτυξης – κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική – ενώ προάγει τη διασύνδεση και τη συνοχή των πολιτικών και νομοθετικών πλαισίων που με οποιονδήποτε τρόπο σχετίζονται με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης.
Οι 17 Στόχοι της Ατζέντας 2030 αφορούν στο όραμα της παγκόσμιας κοινότητας για ένα κοινό, βιώσιμο μέλλον και υπογραμμίζουν ότι η αειφόρος ανάπτυξη θα επιτευχθεί μόνο με ολιστική προσέγγιση σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, ενώ θα πρέπει να ενσωματώνει την οικονομική μεγέθυνση, την κοινωνική ευημερία και την προστασία του περιβάλλοντος.
Βιώσιμη ανάπτυξη & Τουρισμός
Η βιώσιμη ανάπτυξη αφορά στην εξισορρόπηση διαφορετικών περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, συνθηκών και επιθυμιών με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιούνται οι ανάγκες του παρόντος και να μην διακυβεύεται η δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους, αντίστοιχες ανάγκες.
Η υλοποίηση του οράματος για ένα βιώσιμο μέλλον, από το μικρο-επίπεδο των τοπικών κοινοτήτων έως το μακρο-επίπεδο του πλανήτη και της ανθρωπότητας, προϋποθέτει μεταξύ άλλων την άμεση αλλαγή των μη-βιώσιμων προτύπων και συνθηκών παραγωγής και κατανάλωσης και την προστασία και διαχείριση των φυσικών πόρων.
Η Ελλάδα το 2021 βρίσκεται στην 37η θέση της κλίμακας κατάταξης των 165 χωρών του ΟΗΕ που συμμετέχουν στην αξιολόγηση σύμφωνα με τους δείκτες αειφόρου ανάπτυξης, ενώ, μεταξύ των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βρίσκεται μόλις στην 23η θέση, πάνω από τη Ρουμανία, την Κύπρο, το Λουξεμβούργο και την Βουλγαρία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα στην κατάταξη σύμφωνα με τον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης, βρίσκεται στην 29η θέση, γεγονός το οποίο καταδεικνύει ότι η ανάπτυξη στη χώρα δεν σχεδιάζεται και κυρίως δεν υλοποιείται με όρους βιωσιμότητας αλλά με όρους βραχυχρόνιας οικονομικής μεγέθυνσης.
Ειδικότερα στον τομέα του τουρισμού η Ελλάδα αναπτύχθηκε – και συνεχίζει να αναπτύσσεται – με συνθήκες που όχι μόνο δεν επιδιώκουν την αειφορία, αλλά αντίθετα την υπονομεύουν. Η συζήτηση για τον τουρισμό, ακόμα και σε θεσμικό επίπεδο, στρέφεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, γύρω από το χιμαιρικό κυνήγι των ετήσιων ρεκόρ αφίξεων. Στον δημόσιο λόγο παραλείπεται οποιαδήποτε αναφορά στη σταθερή από το 2004 μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης των εισερχομένων τουριστών: από 745,70 ευρώ το 2004 σε 519,60 ευρώ το 2018, την οποία το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, σε μελέτη του το 2019, αποδίδει στη μείωση της μέσης διάρκειας παραμονής και στην αλλαγή του μείγματος των επισκεπτών της χώρας με την προσέλκυση νέων από τα Βαλκάνια και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Ο κ. Ηλίας Κικίλιας, γενικός διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ, έχει δηλώσει:
«Όπως έδειξε και πρόσφατη μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ για την αξιολόγηση του τουριστικού brand «Ελλάδα», η στόχευση σε υψηλότερη Μέση κατά Κεφαλήν Δαπάνη, είτε μέσω της αύξησης της Μέσης Ημερήσιας Δαπάνης, είτε μέσω της Μέσης Διάρκειας Παραμονής, προϋποθέτει τη δημιουργία ενός πιο σύνθετου προϊόντος με υψηλότερα ποιοτικά χαρακτηριστικά που αναβαθμίζει την συνολική εμπειρία του επισκέπτη και αφορά σε όλους τους επιμέρους κρίκους της αλυσίδας αξίας που συνθέτουν το τουριστικό προϊόν. Προς την κατεύθυνση αυτή, κρίσιμο στοιχείο είναι, επίσης, η αποτελεσματική διαχείριση των προορισμών με συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό, συνένωση δυνάμεων και ευρύτερες συνεργασίες σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο. Παράλληλα, είναι αναγκαίο να προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός των υποδομών για ενεργειακή επάρκεια, καθαριότητα, επαρκή αστυνόμευση, ενίσχυση υπηρεσιών υγείας, κλπ., ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες, τόσο των τουριστών όσο και των κατοίκων της χώρας. Μόνο έτσι ο ελληνικός τουρισμός θα διατηρήσει την δυναμική του και θα σταθεροποιηθεί σε μια νέα, πιο ώριμη και μακροχρόνια φάση ανάπτυξης».
Από τη δεκαετία του 1970 ο τουρισμός στην Ελλάδα έχει εγκλωβιστεί σε ένα στρεβλό και με πεπερασμένα όρια μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο λειτουργεί με αυτοματισμούς που επέβαλλαν για οικονομικούς και οργανωτικούς λόγους οι Tour Operators και αφορούν στην ανάδειξη των κοινών χαρακτηριστικών των προορισμών (ήλιος, θάλασσα, διασκέδαση) και την αγνόηση των ιδιαίτερων και αυθεντικών χαρακτηριστικών κάθε τόπου. Αυτές οι συνθήκες διευκόλυναν το ζητούμενο από τους Tour Operators – την ομογενοποίηση των προσφερόμενων υπηρεσιών, το packaging και τις πωλήσεις – οδήγησαν όμως σταδιακά στην ομογενοποίηση των προορισμών και του συνολικού τουριστικού προϊόντος.
Το μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης που ακολουθούμε στη χώρα έχει καταδείξει εδώ και χρόνια τα όρια του. Η μικρή σαιζόν (180 έως 90 ή και λιγότερες ημέρες ανάλογα με τον προορισμό), η σταθερή μείωση της μέσης διάρκειας παραμονής, η μείωση των εσόδων, η εξάρτηση των προορισμών και των τοπικών επιχειρήσεων από τους Tour Operators, ο υπερκορεσμός και συνακόλουθα η εξάντληση κάποιων προορισμών και η εγκατάλειψη άλλων, περιγράφουν ένα μέρος από αυτά.
Το σύγχρονο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης, τη μετάβαση στο οποίο επιταχύνει η κρίση που έχει προκαλέσει η πανδημία του κορωνοϊού στην τουριστική βιομηχανία και τις μεταφορές, καθώς και οι ρυθμίσεις και τα μέτρα για την κλιματική και περιβαλλοντική κρίση, είναι αυτό της βιωματικής – εμπειρικής διασύνδεσης των τουριστών με τις τοπικές κοινωνίες στους προορισμούς που επισκέπτονται.
Ο «τουρισμός εμπειρίας», χωρίς βέβαια να εγκαταλειφθεί ο μαζικός τουρισμός, ο οποίος θα πρέπει να επανεκκινήσει με διαφορετικό σχεδιασμό και προτεραιότητες, μπορεί να γίνει μοχλός βιώσιμης ανάπτυξης· να διαμορφώσει ένα πολύμηνο ρεύμα ήπιας τουριστικής δραστηριότητας, να συνδέσει την παραγωγική οικονομία με την πολιτιστική και τουριστική διαχείριση, να προωθήσει τις συνέργειες και την καινοτομία αλλά και να εμπλέξει στη σύγχρονη επιχειρηματικότητα τις τοπικές κοινωνίες.
Ο «τουρισμός εμπειρίας» είναι και ποιοτικός τουρισμός. Η ποιότητα στην τουριστική δραστηριότητα δεν είναι ανάλογη μόνο με τα έσοδα, όπως συχνά αλλά εσφαλμένα θεωρούμε στη χώρα μας. Η κερδοφορία είναι ένα από τα στοιχεία που διαμορφώνουν τον δείκτη ποιότητας, ενώ υπάρχει κι ένας σημαντικός αριθμός επιπλέον μεταβλητών, μεταξύ των οποίων είναι το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των επισκεπτών, η συμβολή του τουρισμού στη συγκράτηση του πληθυσμού της περιφέρειας όλο τον χρόνο, ο σεβασμός των επισκεπτών στον προορισμό και τους κατοίκους του, η κοινωνική ανταποδοτικότητα της τουριστικής δραστηριότητας, η οποία αντανακλάται κυρίως στη βελτίωση των συνθηκών της καθημερινότητας και της ποιότητας ζωής των κατοίκων κ.ά. Σε τελική ανάλυση η ποιότητα στον τουρισμό ορίζεται από τη συμβολή του στη βιώσιμη ανάπτυξη ενός τόπου.
Ο «τουρισμός εμπειρίας» υπερβαίνει την παρωχημένη και εν πολλοίς αυθαίρετη διάκριση του τουρισμού σε «εναλλακτικό» και συνεκδοχικά σε «κύριο» ή «βασικό», η οποία υπονομεύει την ορθολογική διαχείριση των προορισμών και τη βιώσιμη τοπική ανάπτυξη. Κάθε είδος τουρισμού μπορεί να είναι «κύριο» σε έναν προορισμό και «εναλλακτικό» σε έναν άλλον.
Νάξος: Ένα νέο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης – Η Πολιτιστική Διαδρομή
Η Νάξος είναι ένας νησιωτικός προορισμός με μοναδικά χαρακτηριστικά και αστείρευτες δυνατότητες ανάπτυξης πολιτιστικού τουρισμού και τουρισμού εμπειρίας. Ο πολιτιστικός τουρισμός δεν περιορίζεται στην επίσκεψη αρχαιολογικών χώρων και μουσείων. Ο πολιτισμός αφορά και στη μορφολογία του χώρου, το περιβάλλον, το κλίμα, την τοπική ιστορία, τη λαογραφία, τη θρησκευτική παράδοση, την παραδοσιακή και τη σύγχρονη τέχνη, την αρχιτεκτονική, τη βιομηχανική και βιοτεχνική κληρονομιά, την παραγωγική και επαγγελματική ιστορία, τη γαστρονομία, την οινογνωσία και τις αγροδιατροφικές παραδόσεις, την άυλη πολιτιστική κληρονομιά, τις ντοπιολαλιές, τους ιδιωματισμούς, τις συνήθειες της καθημερινότητας κλπ.
Όπως έχει επισημάνει το Σωματείο Διάζωμα, το οποίο, μαζί με τον Δήμο Νάξου και Μικρών Κυκλάδων σχεδίασε την Πολιτιστική Διαδρομή με σκοπό τον επαναπροσανατολισμό του τουρισμού στο νησί:
«Η Νάξος αποτελεί έναν ιδανικό τόπο για το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός ολιστικού προγράμματος πολιτιστικού τουρισμού, καθώς είναι πλούσια σε μνημεία όλων των ιστορικών περιόδων, τα οποία αποτυπώνουν τη διαχρονική ιστορία της, καθώς και σε τοπία φυσικού κάλλους. Επιπλέον, η Νάξος είναι ένας αναπτυσσόμενος τουριστικός πόλος, διαθέτει πλούσιο πρωτογενή τομέα, αλλά και μια αναδυόμενη καινοτομική επιχειρηματικότητα».
Ο πολιτισμός είναι το προνομιακό πεδίο του τουρισμού εμπειρίας και η Νάξος έχει ιδιαίτερα σημαντικό πολιτιστικό απόθεμα. Στην ευρωπαϊκή αγορά έχει να αντιμετωπίσει κυρίως τον ανταγωνισμό της Σικελίας, η οποία το 2019 κατέγραψε περισσότερες από 5 εκατομμύρια αφίξεις σε περίοδο 12 μηνών, ενώ η Νάξος σχεδόν το ένα δέκατο (10%), συγκεντρωμένες σε 3-4 μήνες της καλοκαιρινής περιόδου. Στην ελληνική αγορά έχει αρκετά κοινά στοιχεία με την Κρήτη, στην οποία όμως έχει διαμορφωθεί ένα μοντέλο τουρισμού στο οποίο συνυπάρχουν χαρακτηριστικά τόσο του μαζικού τουρισμού όσο και του τουρισμού εμπειρίας, που δεν είναι όμως ευθέως ανταγωνιστικό με της Νάξου.
Οι στρατηγικοί στόχοι της Πολιτιστικής Διαδρομής της Νάξου είναι:
*η διατήρηση σε υψηλά επίπεδα της προσέλευσης επισκεπτών στη Νάξο
*η θεραπεία των προβλημάτων υπερτουρισμού, λόγω της συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού επισκεπτών κατά την υψηλή περίοδο
Οι επιχειρησιακοί στόχοι της Πολιτιστικής Διαδρομής είναι:
*η διεύρυνση της τουριστικής περιόδου
*η ανάπτυξη ήπιων τουριστικών δραστηριοτήτων στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές του νησιού
Οι ειδικοί στόχοι της Πολιτιστικής Διαδρομής είναι:
*η ανάδειξη του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος (αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία της φύσης και του πολιτισμού και περιοχές περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος)
*η αναβάθμιση των υποδομών, της εικόνας και της λειτουργικότητας του δημόσιου χώρου
*η τόνωση και ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και των συνεργειών
*η προώθηση της απασχόλησης και της στοχευμένης κατάρτισης
*η επικοινωνία και προβολή του τόπου
Οι κεντρικοί πόλοι της Πολιτιστικής Διαδρομής είναι:
*Ο αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα (Πορτάρα)
*Το αρχαίο Ιερό του Διονύσου στα Ύρια
*Το αρχαίο ιερό του Απόλλωνα και της Δήμητρας στον Γύρουλα
*Οι βυζαντινοί ναοί στην πεδιάδα της Τραγαίας (Παναγία Δροσιανή, Παναγία Πρωτόθρονη, Άγιος Γεώργιος Διασορίτης κ.ά.)
*Τα μουσεία, οι συλλογές και οι πυργοκατοικίες της Απειράνθου
*Η περιοχή των Σμυριδωρυχείων
*Το αρχαίο λατομείο μαρμάρου και ο Κούρος του Απόλλωνα.
*Η περιοχή του Φλεριού με το Ιερό των Πηγών και τον Κούρο στις Μέλανες
Η Διαδρομή διασυνδέεται με όλα τα σημεία πολιτιστικού ενδιαφέροντος του νησιού, τα πεζοπορικά μονοπάτια, τους βυζαντινούς ναούς και τα μοναστήρια, τους ενετικούς πύργους, τα μνημεία της βιομηχανικής κληρονομιάς (ανεμόμυλοι, νερόμυλοι κλπ.) κ.ά., ενώ κάθε πόλος της είναι κεντρικός άξονας μίας ή και περισσοτέρων Τοπικών Πολιτιστικών Διαδρομών.
Οι Τοπικές Πολιτιστικές Διαδρομές δεν ορίζονται αποκλειστικά από το κοινό συνεκτικό στοιχείο του βασικού κορμού αλλά από την «τοπικότητα»: τους κατοίκους, την καθημερινότητά τους, τις παραδόσεις, την τοπική ιστορία, την παραδοσιακή και σύγχρονη τέχνη, την αγροδιατροφική κληρονομιά και τη γαστρονομία, τις τοπικές συνήθειες κλπ. Για παράδειγμα ο πόλος της Πορτάρας συνδέεται με σημαντικές πολιτιστικές θέσεις της Χώρας: το Κάστρο, τον μεσαιωνικό οικισμό, τη Νησίδα των Μουσείων και τη Γρόττα. Ο πόλος της Τραγαίας αντίστοιχα, με το Χαλκί, το Φιλώτι, το πεζοπορικό μονοπάτι, τη Βρύση των Αριών, το Σπήλαιο του Ζα, τη Μονή και τα μνημεία της αγροτικής και κτηνοτροφικής παράδοσης της περιοχής. Ο πόλος της περιοχής των Σμυριδωρυχείων με την Κόρωνο και τη Μουτσούνα κ.ο.κ. Οι Τοπικές Πολιτιστικές Διαδρομές είναι αυτές που συνδέουν τον πολιτισμό και τον τουρισμό με την τοπική κοινωνία και οικονομία και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ισόρροπη, ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξη.
Η Νάξος, ξεκινώντας από την Πολιτιστική Διαδρομή και όσα είναι δυνατόν να δημιουργηθούν γύρω από αυτήν, σε μερικά χρόνια θα είναι δυνατόν να αποτελεί διεθνές υπόδειγμα βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης.